Μεταγωγή πακέτου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η μεταγωγή πακέτου (αγγλικά: packet switching) είναι μια τεχνική, που χρησιμοποιείται σε δίκτυα επικοινωνίας, με σκοπό να προωθηθεί μια πληροφορία από έναν πομπό σε έναν δέκτη. Στη μεταγωγή πακέτου τα προς μετάδοση μηνύματα τεμαχίζονται σε πακέτα μικρού αριθμού bytes. Τυπικό μέγιστο μήκος πακέτου είναι τα 1.000 bytes. Κάθε πακέτο περιέχει τμήμα της ωφέλιμης πληροφορίας του χρήστη και επιπλέον μια διεύθυνση προορισμού και ένα αριθμό σειράς. Κάθε κόμβος του δικτύου, που λέγεται και κόμβος μεταγωγής πακέτου (Packet Switching Node, PSN), χρησιμοποιεί τη διεύθυνση προορισμού του πακέτου, για να αποφασίσει σε ποιον κόμβο θα το προωθήσει. Οι αριθμοί σειράς των πακέτων χρησιμοποιούνται από τον σταθμό προορισμού, για να επανακατασκευάσει το αρχικό μήνυμα από τα κομμάτια που, που έχει λάβει μέσα στα πακέτα.

Διαδικασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ας δούμε τη διαδικασία μεταγωγής πακέτου. Ο σταθμός Α θέλει να στείλει ένα μήνυμα στον σταθμό Β. Το μήνυμα τεμαχίζεται σε πακέτα και τα πακέτα στέλνονται ένα κάθε φορά από τον σταθμό Α στον κόμβο μεταγωγής Κ1, με τον οποίο είναι συνδεδεμένος. Όταν ο κόμβος μεταγωγής λάβει ολόκληρο τα πακέτο, εξετάζει τη διεύθυνση προορισμού και το προωθεί σε έναν άλλο κόμβο μεταγωγής, έστω τον Κ2. Η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται μέχρι το πακέτο να φθάσει στον σταθμό προορισμού. Κάθε κόμβος αποφασίζει, πώς να προωθήσει το πακέτο, εξετάζοντας τη διεύθυνση προορισμού και τις πληροφορίες που έχει για την κίνηση στους κόμβους του δικτύου. Παρατηρήστε ότι κάθε κόμβος προωθεί το πακέτο σε επόμενο κόμβο, μόνο αφού το λάβει ολόκληρο. Γι' αυτό, πιο συγκεκριμένα αυτή η τεχνική λέγεται και μεταγωγή πακέτων με αποθήκευση και προώθηση (store and forward).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]