Μαρί-Κατρίν ντε Βιλντιέ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαρί-Κατρίν ντε Βιλντιέ
Γέννηση1640
Αλανσόν
Θάνατος20 Οκτωβρίου 1683
Saint-Rémy-du-Val
Επάγγελμα/
ιδιότητες
συγγραφέας, θεατρικός συγγραφέας, μυθιστοριογράφος, ποιητής και μυθογράφος
ΥπηκοότηταΓαλλία
Commons page Πολυμέσα σχετικά με τoν συγγραφέα

Η Μαρί-Κατρίν Ντεζαρντάν ή Μαντάμ ντε Βιλντιέ (Marie-Catherine Desjardins- Madame de Villedieu), γεννήθηκε το 1640 περίπου στην Αλανσόν ή πιο πιθανά στη Λα Ροσέλ, όπως φαίνεται από πρόσφατες έρευνες, και πέθανε στο κτήμα Κλινσμόρ στο Σεντ-Ρεμί-ντι- Βαλ, στις 20 Οκτωβρίου 1683. Ήταν Γαλλίδα ποιήτρια, δραματουργός και μυθιστοριογράφος.[1]

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μαρί-Κατρίν Ντεζαρντάν καταγόταν από οικογένεια ευγενών γαιοκτημόνων. Κόρη ενός ζευγαριού που ήταν στην υπηρεσία της γνωστής οικογενείας των Rohan-Montbazon, το μόνο που είχε να θυμάται από τον πατέρα της, Γκιγιόμ Ντεζαρντάν ήταν οι βίαιοι καβγάδες. Οι γονείς της χώρισαν όταν εκείνη ήταν ακόμα πολύ νέα, γεγονός που της έδωσε ανεξαρτησία και ελευθερία αρκετά σπάνιες για την εποχή της. Εγκαταστάθηκε στο Παρίσι μετά την εξέγερση της Σφενδόνης ενώ ο Ταλμάν ντε Ρεώ αναφέρει ότι «ζούσε εκεί λόγω της καλής της θέλησης»[2]. Στο Παρίσι αντιστάθμισε γρήγορα τη φτωχή κοινωνική της θέση και την έλλειψη πλούτου αλλά και την ασχήμια της με την εξάσκηση του πνεύματος της, το οποίο σύμφωνα με την ομολογία του ντε Ρεώ ήταν εκπληκτικό. Αυτό το απέδειξε κυρίως από τα πρώτα κιόλας ποιήματα που συνέθεσε αλλά και από τα «πορτραίτα» της. Κέρδισε τον θαυμασμό στα σαλόνια του Παρισιού όπου βρήκε ισχυρούς προστάτες, όπως την Άννα Μαρία Λουίζα της Ορλεάνης, τη δούκισσα του Νεμούρ, τον δούκα του Σαιντ-Αινιάν κλπ.

Στα 18 της χρόνια, η Μαρί Κατρίν είχε μια καθοριστική για τη ζωή της γνωριμία με τον Αντουάν ντε Μποεσέ, άρχοντα του Βιλντιέ, γιο ενός διάσημου μουσικού του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΓ΄. Έτσι, άρχισε μια ταραχώδη σχέση την οποία ύμνησε η συγγραφέας στο σονέτο της με τίτλο Ευτυχία το οποίο κρίθηκε ως σκανδαλωδώς φιλελεύθερο: «Πεθαίνω καθώς βρίσκομαι στην αγκαλιά του πιστού μου εραστή, / Και είναι μέσα σε αυτόν τον θάνατο που βρίσκω τη ζωή.»

Μετά από επίσημη υπόσχεση γάμου ενώπιον ιερέα και συμβολαιογράφου, η οποία υπογράφηκε στην Προβηγκία στις 21 Ιουνίου 1664, επήλθε η οριστική ρήξη το 1667. Κατά τη διάρκεια του «τραγικού καλοκαιριού» τον ίδιο χρόνο, ο εραστής της σκοτώθηκε στην πολιορκία της Λιλ και η ερωτική αλληλογραφία τους δημοσιεύθηκε χωρίς τη συγκατάθεση της από τον βιβλιοπώλη και εκδότη Κλωντ Μπαρμπέν. [3]Λόγω της υπόσχεσης γάμου, η Μαρί Κατρίν πήρε το επώνυμο «ντε Βιλντιέ» και θεωρήθηκε, μετά και την έγκριση της οικογένειας του εραστή της, ως η χήρα του.[4]

Η Μαρί Κατρίν Ντεζαρντάν έγραψε τρία θεατρικά έργα:

  • την τραγωδία-κωμωδία Μανλιούς, η οποία παίχτηκε με μεγάλη επιτυχία από τους ηθοποιούς του μεγάρου της Βουργουνδίας [5]το 1662 και η οποία προκάλεσε διαμάχη σχετικά με την ιστορική αυθεντικότητα του έργου.
  • την τραγωδία Νιτετίς, η οποία παίχτηκε στις 27 Απριλίου 1663
  • και την τραγωδία-κωμωδία Ο εκλεκτός, η οποία παίχτηκε στις 25 Απριλίου 1665 στη σκηνή του Παλαί Ρουαγιάλ κι έπειτα στις Βερσαλλίες το απόγευμα της 13ης Ιουνίου μπροστά στη βασιλική οικογένεια και τους προσκεκλημένους της. Αυτό το τελευταίο έργο είχε στην αρχή τον τίτλο Η κοκέτα, ή ο Εκλεκτός. Κατά την παρουσίαση του στις Βερσαλλίες, ο Μολιέρος έγραψε έναν πρόλογο, ο οποίος σήμερα έχει χαθεί, που παρουσίαζε στη σκηνή ανάμεσα στο κοινό μια μαρκησία κι έναν γελοίο μαρκήσιο. Τη μουσική υπέγραψε ο Ζαν-Μπατίστ Λυλί και τα σκηνικά ο Κάρλο Βιγκαράνι. Παρά την ευρεία αποδοχή του έργου, το οποίο αφιέρωσε στον υπουργό Υγκ ντε Λιόν, η Μαρί- Κατρίν Ντεζαρντάν εγκατέλειψε στη συνέχεια τη δραστηριότητα της ως δραματουργός για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη συγγραφή μυθιστορημάτων.[6]

Οι επιτυχίες διαδέχονταν η μία την άλλη, αποτέλεσμα εντατικής εργασίας: από το 1669 μέχρι το 1675, υπό το βάρος σοβαρών οικονομικών δυσκολιών, η μυθιστοριογράφος δε σταμάτησε να γράφει και να εκδίδει. Με το Αναμνήσεις της ζωής της Ενριέτ- Συλβί του Μολιέρου, που κυκλοφόρησε το 1671,έγινε η δημιουργός του λογοτεχνικού είδους των μυθιστορηματικών απομνημονευμάτων. Το διάσημο Διαταραχές της αγάπης (1675) σηματοδοτεί την επίσημη αποχώρηση της από τη λογοτεχνική σκηνή. Ένα χρόνο αργότερα, ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ της χορήγησε τελικά τη βασιλική σύνταξη που τόσο επιθυμούσε, αν και ήταν πολύ μικρή αφού δε ξεπερνούσε τις 600 λίβρες.

Το 1677 η Μαντάμ ντε Βιλντιέ παντρεύτηκε τον Κλωντ-Νικολά ντε Σάστ, ιππότη και άρχοντα του Σαλόν. Σύντομος γάμος, καθώς ο αξιωματικός πέθανε μόλις δύο χρόνια αργότερα έχοντας, ωστόσο, δώσει την ευκαιρία στη Μαρί-Κατρίν να γίνει μητέρα για πρώτη φορά στην ηλικία των 38 ετών. Έχοντας αποσυρθεί στην οικογενειακή κατοικία στο Κλινσμόρ, μαζί με τη μητέρα, τον αδελφό και την αδελφή της, η Μαντάμ ντε Σαστ πέθανε εκεί το 1683. Ο Claude Barbin εξέδωσε τις τελευταίες δημιουργίες της συγγραφέως (Το πορτραίτο των ανθρώπινων αδυναμιών, μετά θάνατον 1685, Τα μεγάλα χρονικά της Ελλάδος, μετά θάνατον 1687).[7]

Η λογοτεχνική επιτυχία της Μαρί-Κατρίν ντε Βιλντιέ εξηγεί τις πολυάριθμες τιμές που της αποδόθηκαν τον 17ο αιώνα καθώς και τη φήμη ότι έγινε δεκτή στην Ακαδημία Ρικοβράτι της Πάντοβα.

Κρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ταλμάν ντε Ρεώ

    « Είναι ένα άτομο που, αν και ήταν πολύ μικρή, είχε μεγάλη φλόγα˙ μιλούσε ασταμάτητα. Ο ποιητής Βουατίρ, ο οποίος ζούσε στην ίδια κατοικία με τη μητέρα της, προέβλεψε ότι αυτό το μικρό κορίτσι θα είχε μεγάλο πνεύμα αλλά θα ήταν τρελή. […] Είχε μια παράξενη ευκολία παραγωγής˙ τα πράγματα δεν της κοστίζουν τίποτα και κάποιες φορές τα συναντάει ευτυχώς. Όλοι την παραδέχθηκαν και κυρίως την κατέταξαν πάνω από τη Μαντλέν ντε Σκυντερύ αλλά και από όλες τις γυναίκες.»

  • Βολταίρος

    « Κατάφερε να μας κάνει να χάσουμε την προτίμηση μας στα μακροσκελή μυθιστορήματα.»

Έργα & εργασίες στο διαδίκτυο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραστάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο Εκλεκτός, σε σκηνοθεσία της Aurore Evain, της εταιρείας La Subversive, έργο που αναδημιούργηθηκε 350 χρόνια μετά τη δημιουργία του από τον Μολιέρο στο θέατρο Παλαί- Ρουαγιάλ. Στο Guyancourt, στην αίθουσα Ferme du Bel Ébat στις 5 και 6 Μαΐου 2015 (επαναλήφθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2018), στο Παρίσι στις 13 Μαΐου 2015, στο θέατρο Confluences, στις 18 Μαΐου 2015 στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης στο Παρίσι και 27 και 28 Μαΐου 2015 στο Θέατρο Eurydice de Plaisir. Στις 26 Μαΐου 2016, στο Φεστιβάλ Jean de La Fontaine στο Château-Thierry. Στις 16 Ιουνίου 2016, στο Φεστιβάλ La Tour Passagère, στη Λυών. Στις 27 Ιουλίου στο Διεθνές Φεστιβάλ Κλασσικού Θεάτρου στο Almagro της Ισπανίας. Από τις 20 έως τις 22 Απριλίου 2017, στο Δημοτικό Θέατρο Berthelot του Μοντρέιγ. Τον Σεπτέμβριο του 2017 στο Théâtre des Îlets-CDN στο Moντλουσόν / θέατρο Gabrielle Robinne. Από τις 9 έως τις 19 Μαΐου 2019, στο Cartoucherie, Théâtre de l'Epée de Bois (Παρίσι). Η μουσική του Ζαν-Μπατίστ Λυλί έχει αντικατασταθεί από τη μουσική της Elisabeth Jacquet de la Guerre, της Barbara Strozzi, της Antonia Bembo και της Mlle Bataille και ερμηνεύεται από μια ομάδα αρχαίας μουσικής, τη Les Mouvements de l'âme, με την τραγουδίστρια σοπράνο Amal Allaoui. Αυτή η τραγωδία-κωμωδία γράφτηκε το 1665, δηλαδή στο απόγειο του γαλλικού κλασικισμού που τον τοποθετούμε μεταξύ 1660 και 1680. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι θεατές της παράστασης έχουν την εντύπωση ότι εισέρχονται αμέσως χωρίς ποτέ να το έχουν ακούσει σε οικείο έδαφος, λόγω της καθαρότητας του στυλ. Αν όμως ο Ρακίνας ή ο Μολιέρος δεν τολμούν γενικά να παρουσιάσουν ως ρόλο τον βασιλιά που είναι σύγχρονος με αυτούς, η πρωτοτυπία ή ακόμα και η τόλμη της Μαντάμ ντε Βιλντιέ είναι τέτοια ώστε να παρουσιάζει εδώ τον μονάρχη στη σκηνή: Η ηθοποιός Isabelle Gomez ενσαρκώνει τον βασιλιά της Βαρκελώνης.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]