Λετίσια Ελίζαμπεθ Λάντον

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λετίσια Ελίζαμπεθ Λάντον
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Letitia Landon (Αγγλικά)
Γέννηση14  Αυγούστου 1802[1][2][3]
Τσέλσι[4]
Θάνατος15  Οκτωβρίου 1838[1][2][5]
Κέιπ Κόουστ
Τόπος ταφήςCape Coast Castle
ΨευδώνυμοL.E.L. και Iole
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά
Γαλλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταποιήτρια[6]
μυθιστοριογράφος
συγγραφέας[7]
επιμελήτρια[8]
Οικογένεια
ΣύζυγοςGeorge Maclean
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Λετίσια Ελίζαμπεθ Λάντον (αγγλικά: Letitia Elizabeth Landon) ( 14 Αυγούστου 1802 στο Τσέλσι (Λονδίνο) – 15 Οκτωβρίου 1838 στη Χρυσή ακτή στη Γκάνα) ήταν Βρετανίδα ποιήτρια και μυθιστοριογράφος, η οποία σε μια εποχή που η θεματολογία των γυναικών συγγραφέων ήταν συμβατικά περιορισμένη, άγγιξε το θέμα του ερωτικού πάθους. Οι στίχοι της αποκαλύπτουν τη ζωηρή ευφυΐα και τη συναισθηματική της ένταση και θεωρούνται μεταβατικοί μεταξύ του ρομαντισμού και της βικτωριανής εποχής.[9]

Η συγγραφέας, που ήταν πολύ γνωστή στη Βρετανία στην εποχή της και είχε έντονη κοινωνική ζωή, έγραψε μυθιστορήματα και δοκίμια, αλλά ήταν γνωστή κυρίως για τη συναισθηματική ρομαντική ποίησή της, η οποία εμφανιζόταν σε λογοτεχνικά περιοδικά. Έγραφε συχνά με το ψευδώνυμο των αρχικών της LEL. Λίγο μετά τον γάμο της τον Ιούνιο του 1838, ταξίδεψε με τον σύζυγό της στη Δυτική Αφρική. Πέθανε εκεί λίγους μήνες αργότερα κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Ο μυστηριώδης θάνατός της συνέβαλε στην μετέπειτα ρομαντική εικόνα της ποιήτριας.[10]

Εργοβιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Λετίσια Λάντον γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου 1802 στο Λονδίνο, Τσέλσι. Φοίτησε στο Σχολείο Κοριτσιών Φράνσις Αραμπέλα Ρόουντεν. Στη συνέχεια εκπαιδεύτηκε στο σπίτι από τη μεγαλύτερη ξαδέρφη της Ελισάβετ, η οποία της δίδαξε ιστορία, γεωγραφία και λογοτεχνία. Επιπλέον, παρακολούθησε μαθήματα μουσικής και γαλλικών. Διάβαζε πολύ (τα αγαπημένα της βιβλία ήταν τα μυθιστορήματα του Ουόλτερ Σκοτ και η Οδύσσεια του Ομήρου) και άρχισε να γράφει νωρίς.[11]

Η λογοτεχνική της δραστηριότητα άρχισε σε μια εποχή που η ποίηση ήταν πολύ δημοφιλής και οι γυναίκες ποιήτριες ήταν στη μόδα. Το 1821 εκδόθηκε η πρώτη της συλλογή. Την ίδια χρονιά, δημοσίευσε σε συνέχειες τα «Ποιητικά Σκίτσα» με τα αρχικά LEL στη Λογοτεχνική Εφημερίδα, με τεράστια επιτυχία. Οι αναγνώστες αναρωτήθηκαν ποιος ήταν πίσω από τα μυστηριώδη αρχικά. Το 1824 δημοσιεύτηκε η συλλογή «Αυτοσχεδιασμοί και άλλα ποιήματα», και η ζήτηση ήταν τόσο μεγάλη που μέσα σε ένα χρόνο το βιβλίο ανατυπώθηκε έξι φορές και απέφερε αρκετά έσοδα στη συγγραφέα. Η δημοτικότητά της οδήγησε σε εικασίες για την προσωπική της ζωή και ήταν συχνά αντικείμενο σκανδαλωδών ιστοριών σε κουτσομπολίστικα περιοδικά. Το 1825, στο απόγειο της δημοτικότητάς της, η Λάντον δημοσίευσε μια άλλη συλλογή, «Ο Τροβαδούρος» ένας θρήνος για τον αείμνηστο πατέρα της, και το 1826 εκδόθηκε «Η Χρυσή Βιολέτα με ιστορίες Ρομαντισμού και Ιπποτισμού». Στα περισσότερα από τα ποιήματά της, υπήρχε ένα εξωτικό κλίμα. Επιπλέον, αφθονούσαν οι ιστορικοί και μυθολογικοί χαρακτήρες. Και οι δύο συλλογές είχαν επιτυχία, αλλά οι κριτικοί παρατήρησαν ότι η ποίηση της LEL ήταν πολύ μονότονη. Η ποιήτρια έλαβε υπόψη της την κριτική: τα ποιήματα της επόμενης συλλογής, «Το βενετσιάνικο βραχιόλι, η χαμένη πλειάδα, μια ιστορία της λύρας και άλλα ποιήματα» (1829), διακρίνονται από μεγαλύτερο ψυχολογικό βάθος.[12]

Η Λετίσια Λάντον το 1829

Μετά τον θάνατο του πατέρα της, η οικογένεια εξαρτιόταν αποκλειστικά από τα λογοτεχνικά της κέρδη και η ποιήτρια έγραψε πολλά κείμενα, τόσο ποίηση όσο και κριτικές. Το 1831 δημοσίευσε το πρώτο της μυθιστόρημα, «Ρομάντζο και πραγματικότητα», μια πνευματώδης παρατήρηση της σύγχρονης ζωής που την εδραίωσε ως βασικό πρόσωπο της λογοτεχνικής σκηνής. Το 1834 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα Φραντσέσκα Καράρα, που εγκωμιάστηκε από τους κριτικούς. Την ίδια χρονιά, ταξίδεψε στο Παρίσι. Το επόμενο έτος κυκλοφόρησε η συλλογή της «Ο όρκος του παγωνιού και άλλα ποιήματα», με μια γκραβούρα βασισμένη σε ένα πορτρέτο της και για πρώτη φορά οι αναγνώστες της είδαν το πρόσωπό της. Το 1836, δημοσίευσε μια συλλογή ιστοριών για παιδιά και το 1837, την ερωτική ιστορία «Έθελ Τσέρτσιλ ή Οι δύο νύφες». Επιπλέον, συνέχισε να δημοσιεύει σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες.

Ο Τζορτζ ΜακΛίν

Η Λάντον γοήτευσε την κοινωνία του Λονδίνου με την παράξενη γοητεία της. Ο αρραβώνας της το 1835 με τον Τζον Φόρστερ, έναν δημοσιογράφο και άνθρωπο των γραμμάτων, έληξε ατυχώς.

Το 1836, συνάντησε τον Τζορτζ ΜακΛίν, κυβερνήτη της Χρυσής Ακτής (τώρα επικράτεια της Γκάνας). Υπήρχαν φήμες ότι είχε γυναίκα από τον τοπικό πληθυσμό της Αφρικής, αλλά ο ΜακΛίν τις διέψευσε. Το 1838 τον παντρεύτηκε και τον ακολούθησε στην Αφρική. Σε επιστολές προς τον αδερφό της, έγραφε ότι ήταν χαρούμενη, ικανοποιημένη με τα πάντα και εργαζόταν σε μια σειρά δοκιμίων για τους χαρακτήρες του Ουόλτερ Σκοτ. Ωστόσο, δύο μήνες μετά την άφιξή της στην Αφρική, στις 15 Οκτωβρίου 1838, βρέθηκε νεκρή με ένα φιαλίδιο με υδροκυάνιο στο χέρι. Η έρευνα έδειξε ότι πέθανε από δηλητηρίαση, αλλά δεν έγινε νεκροψία. [13]

Στη συνέχεια, πολλοί αμφέβαλλαν ότι η Λετίσια αυτοκτόνησε, καθώς τίποτε στα γράμματά της δεν έδειχνε καταθλιπτική διάθεση. Υπήρξαν υποψίες ότι η ντόπια ερωμένη του ΜακΛίν την είχε σκοτώσει, ειδικά επειδή βρέθηκαν μώλωπες στα χέρια της. Υπήρξαν επίσης υποψίες ότι ο δολοφόνος ήταν ο σύζυγος αλλά δεν αποδείχθηκε τίποτε. Ο ΜακΛίν ισχυρίστηκε ότι η σύζυγός του κατά λάθος πήρε υπερβολική δόση ηρεμιστικών. Το μυστήριο του θανάτου της Λετίσια Λάντον παρέμεινε άλυτο.[14]

Μεταξύ των ποιητών της εποχής της που αναγνώριζαν και θαύμαζαν τη Λάντον ήταν η Ελίζαμπεθ Μπάρετ Μπράουνινγκ και η Κριστίνα Ροσέτι, οι οποίες δημοσίευσαν ποιήματα αφιερωμένα στη μνήμη της.

Έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • The Fate of Adelaide. A Swiss Romantic tale and other poems. London, 1821.[15]
  • Fragments in Rhyme, 1822–3.
  • Poetic Sketches, 1822–4.
  • Medallion Wafers, 1823.
  • Poetical Catalogue of Pictures, 1823.
  • The Improvisatrice and other poems, with embellishments, 1824.
  • The Troubadour. Catalogue of pictures and historical sketches, 1825.
  • The Golden Violet with its tales of Romance and Chivalry, and other poems, 1827.
  • The Venetian Bracelet, The Lost Pleiad, A History of the Lyre and other poems, 1829.
  • Romance and Reality, 1831.
  • The Easter Gift, A Religious Offering, 1832.
  • Fisher's Drawing Room Scrap Books, 1832–1839.
  • The Book of Beauty; or, Regal Gallery, 1833.
  • The Enchantress and Other Tales,1833
  • Metrical versions of the Odes tr. in Corinne or Italy by Madame de Staël tr. by Isabel Hill, 1833.
  • Francesca Carrara, 1834.
  • Calendar of the London Seasons, 1834.
  • The Vow of the Peacock and other poems, 1835.
  • Versions from the German, 1835.
  • Traits and Trials of Early Life, 1836.
  • Subjects for Pictures, 1836–8.
  • Schloss's (English) Bijou Almanacks, 1836-1839.
  • Pictorial Album; or, Cabinet of Paintings, 1837.
  • Ethel Churchill; or, The Two Brides. London: Henry Colburn, 1837.
  • Flowers of Loveliness, 1838.
  • Duty and Inclination: A Novel, 1838.
  • The Female Picture Gallery, 1838
  • Castruccio Castrucani, a tragedy in 5 acts
  • Lady Anne Granard, or Keeping Up Appearances, 1842
  • The Love Letter, 1816
  • The Marriage Vow

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]