Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κτίριο Νικολάου Γύζη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 38°0′43.70″N 23°39′53.42″E / 38.0121389°N 23.6648389°E / 38.0121389; 23.6648389

Κτίριο Νικολάου Γύζη
Χάρτης
Είδοςκτήριο
Γεωγραφικές συντεταγμένες38°0′44″N 23°39′53″E
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Χαϊδαρίου
ΤοποθεσίαΧαϊδάρι
ΧώραΕλλάδα
Commons page Πολυμέσα

Το Κτίριο Νικολάου Γύζη είναι διατηρητέο κτίριο στο Δήμο Χαϊδαρίου, το οποίο έχει ζωγραφισμένο στο εσωτερικό του το έργο «Τέσσερις Εποχές» του γνωστού ζωγράφου Νικολάου Γύζη. Στον περίβολο του κήπου που ανήκει στην έπαυλη Παλατάκι, επί της Λεωφόρου Αθηνών στην συμβολή της με την Στρατάρχου Καραϊσκάκη, βρίσκεται σήμερα αναπαλαιωμένο το κτίριο του Νικολάου Γύζη, όπως είναι γνωστό στους περισσότερους. Πρόκειται για τον πάλαι ποτέ ξενώνα του Πύργου, στον οποίο είχε ζήσει ανά διαστήματα ο γνωστός ζωγράφος, ως φιλοξενούμενος του Νικολάου Νάζου (ιδιοκτήτη της έπαυλης από το 1865 έως και 1888 και μετέπειτα πεθερό του) , και τον οποίο φιλοτέχνησε με τις «Τέσσερις Εποχές», που σώζονται τμηματικά έως σήμερα.

Εσωτερικά (το έργο)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στους τοίχους αποτυπώνονται οι τέσσερις εποχές: Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας, με τον τελευταίο να λείπει, αφού την θέση του πήρε ένας φεγγίτης κατά τις καταστροφικές δεκαετίες του νεοκλασικισμού. Το έργο αποκαλύπτει λεπτομέρειες του περιβάλλοντος χώρου την περίοδο που διέμενε σε αυτό ο Νικόλαος Γύζης (από το 1865 ως το 1870).

Το κτίριο διαθέτει περιβάλλοντα χώρο 8,5 στρεμμάτων. To νεοκλασικό αυτό αρχιτεκτόνημα αποτελούσε συμπληρωματικό κτίριο του κεντρικού πύργου και χρησίμευε γενικά για τη φιλοξενία των επισκεπτών. Ο περιβάλλων χώρος -ένας κήπος με οπωροφόρα δέντρα, περίτεχνο ανθώνα και υπεραιωνόβιους φοίνικες- ήταν ενιαίος με το Παλατάκι και απεικονίζεται γλαφυρά στις τοιχογραφίες του Ν. Γύζη, εντός του κτιρίου. Το κτίριο με το πέρασμα των χρόνων παραμελήθηκε από τους μετέπειτα ιδιοκτήτες του μέχρι την τελική του κακοποίηση, όντας χώρος για βιοτεχνική χρήση (εργαστήριο) κατά την δεκαετία 1990-2000. Κατά την διάρκεια των περασμένων δεκαετιών χρησιμοποιήθηκε και αυτό, όπως και ο πύργος Παλατάκι ως παραρτήματα της ψυχιατρικής κλινικής Δρομοκαΐτειο, οπότε και υπέστησαν τις μεγαλύτερες ζημιές. Βέβαια, μέσα στην συνολική ζημιά, συνέβη και κάτι θετικό, αφού εξαιτίας της κάλυψης από σοβά και χρώμα των τοιχογραφιών και της οροφογραφίας, τα πρώιμα αυτά έργα του μεγάλου Έλληνα ζωγράφου προστατεύθηκαν, παραμένοντας θαμμένα έως το 2002.

Μετά την απόκτηση το έτος 1985 και την αποκατάσταση του κεντρικού πύργου με τον περιβάλλοντα χώρο των επτά στρεμμάτων, ο Δήμος Χαϊδαρίου έθεσε στόχο την απόκτηση και της συνεχόμενης υπόλοιπης έκτασης με το νεοκλασικό κτίριο και τους υπεραιωνόβιους φοίνικες. Έτσι το 2000, επί δημαρχίας Κυριάκου Ντηνιακού, ο Δήμος απέκτησε έκταση 2,5 στρεμμάτων με δικές του δαπάνες και τον Δεκέμβριο του 2001 έκταση πέντε στρεμμάτων με δαπάνες του Υπουργείου Πολιτισμού. Συνολικά πληρώθηκαν πάνω από 800 εκατομμύρια δραχμές για την απόκτηση της έκτασης και του κτιρίου. Με φροντίδα του Δήμου και σε συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού το 2002 εκπονήθηκε η μελέτη αποκατάστασης του κτιρίου και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου. Ειδικότερα τη μελέτη αποκατάστασης του νεοκλασικού έχει εκπονήσει ο αρχιτέκτονας-γλύπτης Γρηγόρης Ριζόπουλος με τη συνεργασία της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου και την έγκριση της Εφορίας Νεωτέρων Μνημείων και του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Τον Μάιο του 2002 ανακαλύφθηκαν οι τοιχογραφίες του Ν. Γύζη με θέμα τις Τέσσερις Εποχές, οι οποίες ήταν κρυμμένες κάτω από νεότερους επιχρωματισμούς. Η αίθουσα με τις Τέσσερις Εποχές είναι αφιερωμένη αποκλειστικά στην ανάδειξη των τοιχογραφιών του Νικόλαου Γύζη, ενώ στους υπόλοιπους χώρους του κτιρίου στεγάζεται το Κέντρο Πληροφόρησης Νέων, οι Σχολικές Επιτροπές Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, καθώς και το τμήμα Δια Βίου Μάθησης, της Διεύθυνσης Νεολαίας Αθλητικών και Πολιτιστικών Υπηρεσιών.[1].

Με την απόκτηση από τον Δήμο Χαϊδαρίου σχεδόν όλης της έκτασης με τον Πύργο και τα νεοκλασικά κτίρια, η πολιτιστική κληρονομιά και η ιστορία της πόλης μας αποτυπώνονται αυθεντικά στο υποβλητικό αυτό τοπίο, που συνδυάζει την υψηλή αισθητική με τη σύγχρονη λειτουργικότητα.