Κρίστιαν Λίντεμανς
Κρίστιαν Λίντεμανς | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 24 Οκτωβρίου 1912[1] Ρότερνταμ |
Θάνατος | 18 Ιουλίου 1946 (πιθανώς) Σχέβενινγκεν |
Αιτία θανάτου | δηλητηρίαση |
Συνθήκες θανάτου | αυτοκτονία |
Παρατσούκλι | King Kong και le Tueur |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο των Κάτω Χωρών |
Ύψος | 1,9 m |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | κατάσκοπος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Κρίστιαν Λίντεμανς (ολλανδικά: Christiaan Antonius Lindemans, γνωστός και ως Freddi Desmet, Ρότερνταμ, 24 Οκτωβρίου 1912 – Σεβενίνγκεν, Χάγη, 18 Ιουλίου 1946) ήταν Ολλανδός αντιστασιακός κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και κατάσκοπος (διπλός πράκτορας) ο οποίος ενέχεται για προδοσία στους Γερμανούς του συμμαχικού σχεδίου της επιχείρησης «Κομήτης», το οποίο εφαρμόστηκε κατά τη Μάχη του Άρνεμ. Ο ρόλος του αποκαλύφτηκε, ο ίδιος συνελήφθη και καταδικάστηκε αλλά, πριν εκτελεστεί, προέβη σε αυτοκτονία. Παραμένει αμφιλεγόμενο πρόσωπο, καθώς λόγω της δράσης του κατά των Γερμανών κατακτητών της χώρας του, ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ των συμπατριωτών του και είχε περιβληθεί με την αχλή του θρύλου. Λόγω δε του εντυπωσιακού παρουσιαστικού του (ύψος 2 μ., βάρος 130 κιλά) τον αποκαλούσαν με το προσωνύμιο «Κινγκ Κονγκ», το οποίο παραπέμπει στο γνωστό, τερατώδη πρωταγωνιστή του ομώνυμου κινηματογραφικού έργου (1933).
Τα πρώτα χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Κρίστιαν ήταν ο τέταρτος υιός του ζεύγους Joseph Hendrik Lindemans και της Christina Antonia van Uden. Λόγω της μεγάλης φυσικής ανάπτυξής του, απασχολήθηκε ως μηχανικός αυτοκινήτων από πολύ μικρός, μαζί με έναν από τους αδελφούς του στο συνεργείο του πατέρα τους, στο Ρότερνταμ. Σε ηλικία 24 ετών υπέστη έναν τραυματισμό σε χέρι και πόδι, που του άφησε μία μόνιμη, αλλά σχεδόν ανεπαίσθητη δυσχέρεια στο βάδισμα. Παράλληλα, ασχολήθηκε και με την πυγμαχία.
Αντιστασιακή δράση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μιλούσε καλά Γερμανικά και Γαλλικά, όπως και λίγα Αγγλικά, γεγονός που του επέτρεψε το να προσληφθεί σαν πληροφοριοδότης των Βρετανών. Δύο χρόνια μετά (1940) βρέθηκε στην κατεχόμενη Γαλλία, συνδέθηκε με τη Γαλλική Αντίσταση και γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του, Gilberte Yvonne Letuppe[2], την οποία νυμφεύτηκε το 1941. Πρωταγωνίστησε σε δεκάδες σαμποτάζ και δολιοφθορές, ενώ δεν δίσταζε να δρα ακάλυπτος, δίχως την παραμικρή προφύλαξη. Τελικά, σε μία συμπλοκή, ένας Γερμανός φρουρός τον πυροβόλησε στην κοιλιακή χώρα, για να συλληφθεί και να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο. Ωστόσο, στη συνέχεια, μία ομάδα 50 συντρόφων του τον απελευθέρωσε με μεγάλες απώλειες, αφού μόνο ο Λίντεμανς και δύο ακόμη άνδρες κατάφεραν να διαφύγουν. Ο Λίντεμανς συγκέντρωνε, ακόμη, πολύτιμα τιμαλφή και χρήματα για την ενίσχυση του συμμαχικού αγώνα, αλλά σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις υπήρξαν μαρτυρίες τρίτων, ότι κάποια κοσμήματα βρέθηκαν στην κατοχή δύο γυναικών που σχετίζονταν με τον εχθρό.
Προδοσία και σύλληψη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Καθώς ο Λίντεμανς δρούσε ως σύνδεσμος των Συμμάχων στην κατεχόμενη Ολλανδία, ενώ φήμες ήθελαν ο ίδιος να συνδέεται στενά με Σοβιετικές υπηρεσίες πληροφοριών, του ανατέθηκε ο ρόλος να προπαρασκευάσει από την πλευρά της Ολλανδικής Αντίστασης, την συνδρομή κατά την επιχείρηση ρίψης αλεξιπτωτιστών, που πραγματοποιήθηκε από τις 17 Σεπτεμβρίου έως την 26 Σεπτεμβρίου του 1944. Η επιχείρησε απέτυχε και οι υποψίες που αναπτύχθηκαν στη Βρετανική πλευρά έτειναν στην πιθανότητα κάποιος προδότης να είχε ενημερώσει τους Γερμανούς. Λίγο καιρό μετά (Οκτώβριος 1944), κατά την απελευθέρωση του Αϊντχόφεν, οι Βρετανοί συνέλαβαν έναν τοπικό πράκτορα της «Αμπβέρ» ο οποίος ομολόγησε πως ο Λίντεμανς ήταν εκείνος που είχε ενημερώσει τη Γερμανική αντικατασκοπεία για την επιχείρηση. Θεωρείται ότι ο Λίντεμανς δρούσε για λογαριασμό των Σοβιετικών, προκειμένου να μην τερματιστεί ο πόλεμος πριν οι δυνάμεις του Κόκκινου Στρατού ολοκληρώσουν τη δική τους προέλαση στην Ευρώπη, καταλαμβάνοντας τις χώρες που επιθυμούσαν. Έχοντας ήδη τις αποδείξεις που ζητούσε, ο Ολλανδός επικεφαλής της αντικατασκοπείας συνταγματάρχης Ορέστης Πίντο (1889 – 1961) οργάνωσε μία παγίδα, προσκαλώντας το Λίντεμανς στο συμμαχικό στρατηγείο, με σκοπό (δήθεν) να τον τιμήσουν με μετάλλιο ανδρείας για τη δράση του. Λόγω των βαρύτατων κατηγοριών που αντιμετώπιζε, ο Λίντεμανς ήταν πια βέβαιο πως θα εκτελείτο. Το Δεκέμβριο 1944 κλείστηκε στις φυλακές της Μπρέντα έως το Μάρτιο του επόμενου έτους, αναμένοντας να δικαστεί. Ακολούθως οδηγήθηκε στη φυλακή του προαστίου Σεβενίνγκεν όπου παρέμεινε έως και το καλοκαίρι του 1946, οπότε καταδικάστηκε σε θάνατο από την Ολλανδική Κυβέρνηση.
Το τέλος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λίντεμανς είχε επιχειρήσει να γλυτώσει από τη θανατική ποινή, αποκαλύπτοντας απόρρητα μυστικά για σχέδια των Γερμανών σχετικά με την κατασκευή πυρηνικών όπλων, αλλά αυτές οι πληροφορίες αγνοήθηκαν από τους Βρετανούς ανακριτές του. Ο Πίντο τον συνάντησε τουλάχιστον μία φορά στη φυλακή, όπου ο κατάδικος ήταν πλέον ράκος και ζητούσε έλεος. Τελικά, ο κρατούμενος αυτοκτόνησε λαμβάνοντας 80 δισκία ασπιρίνης στο ψυχιατρείο της φυλακής. Ήταν μόλις 33 ετών.
Πηγή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Περιοδικό «Ιστορία Εικονογραφημένη», #79, (Ιανουάριος 1975), σελ. 120 – 125: «Η Τραγωδία του Άρνχεμ» (κείμενο: Aldo Lualdi)