Καλεκτασία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Καλεκτασία
Το είδος Calectasia intermedia ανθισμένο
Το είδος Calectasia intermedia ανθισμένο
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Μονοκοτυλήδονα (Monocotyledoneae)
Τάξη: Αρεκώδη (Arecales)
Οικογένεια: Δασυπωγωνοειδή (Dasypogonaceae)
Γένος: Καλεκτασία (Calectasia)
R.Br.[1]

Συνώνυμα[1]

Scaryomyrtus, F.Muell.

Η καλεκτασία (επιστημονική-λατινική ονομασία Calectasia) είναι γένος μονοκοτυλήδονων φυτών, που ανήκει στην οικογένεια δασυπωγωνοειδή και περιλαμβάνει περίπου 15 είδη, όλα ενδημικά της νότιας και δυτικής Αυστραλίας. Αυτά τα φυτά είναι μικροί θάμνοι με διακλαδιζόμενα στελέχη καλυμμένα με θήκες φύλλων. Τα όμορφα άνθη τους έχουν σχήμα αστερία και χρώμα από μπλε μέχρι μοβ.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εικονογράφηση του είδους Calectasia cyanea το 1841 από το Βοτανικό περιοδικό του Κέρτις[2]

Οι καλεκτασίες είναι μικροί θάμνοι, που συχνά σχηματίζουν ριζώματα και έχουν στητά, διακλαδιζόμενα στελέχη με άμισχα φύλλα με μυτερή κορυφή, εναλλασσόμενα ως προς τη διάταξή τους, με μήκος από 5 έως 17 χιλιοστά και πλάτος λιγότερο από ένα χιλιοστό. Τα άνθη εκφύονται μεμονωμένα, από ένα στο άκρο κλαδίσκου, και είναι ερμαφρόδιτα (δίκλινα), με τρία σέπαλα και τρία πέταλα παρόμοια και αντιστοιχιζόμενα τα μεν στα δε. Είναι συνενωμένα στη βάση τους, σχηματίζοντας έναν πολύ βραχύ σωλήνα, αλλά απλώνονται επάνω στον μέγιστο βαθμό, δίνοντας στο άνθος ένα σχήμα παρόμοιο με αστερία, και έχουν μια μεταλλική λάμψη. Μια εξάδα από ζωηρούς κίτρινους ή πορτοκαλί στήμονες σχηματίζουν έναν σωλήνα στο κέντρο του άνθους.[3][4][5][6]

Ταξινομική ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Calectasia ορίσθηκε για πρώτη φορά περιγραφόμενο το 1810 από τον Σκωτσέζο ιατρό και βοτανολόγο Ρόμπερτ Μπράουν στο έργο του Prodromus Florae Novae Hollandiae et Insulae Van Diemen, με το Calectasia cyanea να είναι το πρώτο είδος που ονομάσθηκε.[7][8] Η ονομασία του γένους ετυμολογείται από τις αρχαίες ελληνικές λέξεις καλός = όμορφος και έκτασις = άπλωμα, μια αναφορά στα εκτεινόμενα βαθυγάλαζα πέταλα των λουλουδιών του.[4][9]

Ο Λούντβιχ Πράις περιέγραψε το είδος C. grandiflora[10] το 1846 και ο Ότο Βίλχελμ Ζόντερ προσέθεσε το C. intermedia [11] το 1856. Το 2001 οι Barrett και Dixon επισκόπησαν το γένος και προσέθεσαν ακόμα οκτώ νέα είδη[4], ενώ το 2015 προστέθηκαν τέσσερα επιπλέον είδη.[12]

Γεωγραφική κατανομή και ενδιαίτημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα είδη της καλεκτασίας συναντώνται στο νοτιοδυτικό μέρος της Δυτικής Αυστραλίας και στη συνοριακή περιοχή ανάμεσα στη Νότια Αυστραλία και τη Βικτώρια. Το είδος C. intermedia βρίσκεται μόνο στη δεύτερη περιοχή, ενώ τα υπόλοιπα είδη μόνο στη Δυτική Αυστραλία. Ευδοκιμούν σε ποικιλία ενδιαιτημάτων, κάποτε σε εποχικώς βαλτώδεις εκτάσεις, αλλά συνηθέστερα σε λιβάδια, δασικές εκτάσεις και αμμώδη εδάφη.[13]

Οικολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν ενδείξεις ότι όλα τα είδη του γένους έχουν ρίζες που μπορούν να συγκρατούν το φυτό στην άμμο και άνθη που επικονιάζονται από μέλισσες. Είναι πιθανό ότι η εμφανισιακή ομοιότητα ανάμεσα στα άνθη της καλεκτασίας και σε εκείνα του είδους ορχιδέας Thelymitra variegata αποτελεί ένα παράδειγμα μιμητισμού τύπου Dodson (Dodsonian mimicry). Τα είδη Calectasia grandiflora και Thelymitra variegata συναντώνται συχνά στις ίδιες τοποθεσίες. Συχνό παράσιτο της καλεκτασίας είναι ένα αναρριχητικό φυτό του γένους Cassytha.[4]

Κατάλογος ειδών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα και με την Απογραφή Αυστραλιανών Φυτών (APC) τον Οκτώβριο του 2021 γίνονται αποδεκτά τα εξής 15 είδη του γένους Calectasia[14]:


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Calectasia». Australian Plant Census. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2021. 
  2. «Calectasis cyanea». Curtis's Botanical Magazine 67: 3834. 1841. https://www.biodiversitylibrary.org/item/14345#page/121/mode/1up. Ανακτήθηκε στις 15 October 2021. 
  3. Dahlgren, Rolf M.T.· Clifford, H. Trevor· Yeo, Peter F. (1985). The families of the monocotyledons: structure, evolution, and taxonomy. Βερολίνο: Springer. σελ. 154. ISBN 354013655X. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2015. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Barrett, Russell L.; Dixon, Kingsley W. (8 January 2001). «A revision of the genus Calectasia (Calectasiaceae) with eight new species described from south-west Western Australia». Nuytsia 13 (3): 411-448. https://www.biodiversitylibrary.org/item/225810#page/7/mode/1up. Ανακτήθηκε στις 15 October 2015. 
  5. «Calectasia». State Herbarium of South Australia. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2021. 
  6. Conn, Barry J. «Calectasia». Royal Botanic Gardens Victoria. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2021. 
  7. «Calectasia». APNI. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2021. 
  8. Brown, Robert (1810). Prodromus Florae Novae Hollandiae et Insulae Van Diemen. Λονδίνο. σελ. 263. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2021. 
  9. Black, John McConnell (1943). Flora of South Australia. Νότια Αυστραλία: Government Printer. σελ. 196. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2015. 
  10. «Calectasia grandiflora». APNI. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2021. 
  11. «Calectasia intermedia». APNI. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2021. 
  12. Barrett, Russell L.; Barrett, Matthew D. (2015). «Twenty-seven new species of vascular plants from Western Australia». Nuytsia 26: 46-53. https://florabase.dpaw.wa.gov.au/science/nuytsia/730.pdf. Ανακτήθηκε στις 9 March 2016. 
  13. Πρότυπο:FloraBase
  14. «Calectasia». Australian Plant Census. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2021.