Η σονάτα του Κρόιτσερ (Τολστόι)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η σονάτα του Κρόιτσερ
ΣυγγραφέαςΛέων Τολστόι
ΤίτλοςКрейцерова соната
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1887
Ημερομηνία δημοσίευσης1889
Μορφήνουβέλα
Θέμαμουσική
αγάπη
LC ClassOL15698345W
LΤ ID10119037
BL Class198443
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η σονάτα του Κρόιτσερ (ρωσικός τίτλος: Крейцерова соната) είναι νουβέλα του Λέοντος Τολστόι, που δημοσιεύτηκε το 1889 και λογοκρίθηκε αμέσως από τις ρωσικές αρχές. Το έργο αναφέρεται σε ένα συζυγικό δράμα και είναι μια λεπτή ψυχολογική μελέτη για τον έρωτα, τη σαρκική επιθυμία, τον γάμο, τη φθορά της συζυγικής σχέσης και τη ζήλια. Ο κεντρικός χαρακτήρας αφηγείται τα γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία της συζύγου του και αναλύει τις βαθύτερες αιτίες για την πράξη του.[1]

Ο τίτλος είναι εμπνευσμένος από το ομώνυμο μουσικό έργο του Μπετόβεν, [2]με τη σειρά του το έργο ενέπνευσε το ομώνυμο πρώτο κουαρτέτο εγχόρδων του Λέος Γιάνατσεκ. Έχει διασκευαστεί για το θέατρο [3]και τον κινηματογράφο. [4]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε ένα ταξίδι με το τρένο, ο αφηγητής ταξιδεύει στο ίδιο βαγόνι με τρία άτομα. Μια κυρία, έναν δικηγόρο και έναν μοναχικό νευρικό άντρα.

Η γυναίκα και ο δικηγόρος συνομιλούν για τις σχέσεις ανδρών και γυναικών και τον αυξανόμενο αριθμό διαζυγίων. Όταν η γυναίκα υποστηρίζει ότι βασική προϋπόθεση για έναν ευτυχισμένο γάμο είναι ο αληθινός έρωτας, ο μοναχικός άντρας που μέχρι τότε ήταν αμίλητος μπαίνει στη συζήτηση και δηλώνει ότι ο έρωτας δεν υπάρχει, ότι είναι το πολύ μια φυσική έλξη που περνά γρήγορα και συχνά μετατρέπεται σε μίσος. Μετά συστήνεται, τον λένε Ποζντνίτσεφ, είναι γαιοκτήμονας και πριν λίγο καιρό σκότωσε τη γυναίκα του.[5]

Ο Ποζντνίτσεφ διηγείται στον αφηγητή τη θλιβερή ιστορία του. Στα νιάτα του, υπό την επιρροή του περιβάλλοντος, άρχισε να ζει μια άσωτη ζωή, θεωρώντας ότι οι ερωτικές περιπέτειες με τυχαίες γυναίκες είναι φυσικές και ωφέλιμες για την υγεία. Σε ηλικία τριάντα ετών παντρεύτηκε μια αγνή νεαρή κοπέλα που τον γοήτευσε με την ομορφιά της. Ο μήνας του μέλιτος κατέληξε σε αποτυχία μετά από τρεις μέρες και «την εξάντληση του αισθησιασμού». Ο άντρας αναφέρει στον αφηγητή τους προβληματισμούς του για τη συζυγική ζωή: κατά τη γνώμη του, το σαρκικό πάθος είναι αφύσικο και ενοχλητικό για τις γυναίκες που ο σύγχρονος πολιτισμός τις κάνει σκλάβες, αναγκασμένες να εκπληρώνουν τις σεξουαλικές ανάγκες των ανδρών.

Μέσα σε 8 χρόνια γάμου γεννιούνται 5 παιδιά. Η σύγκρουση αυξάνεται μεταξύ των συζύγων και προκύπτουν διαφωνίες για τα πιο ασήμαντα θέματα της καθημερινότητας. Μετά τη γέννηση του πέμπτου παιδιού, οι γιατροί συμβουλεύουν τη γυναίκα, το όνομα της οποίας δεν αναφέρεται ποτέ, να μην μείνει ξανά έγκυος και της συστήνουν αντισύλληψη. [6]Οι παρεξηγήσεις στο ζευγάρι δίνουν τη θέση τους στην περιφρόνηση και μετά στο μίσος. Μετά από μια ιδιαίτερα θυελλώδη λογομαχία, η γυναίκα του κάνει απόπειρα αυτοκτονίας.

Το έργο του Τολστόι ενέπνευσε τον ζωγράφο Ρενέ-Ξαβιέ Πρινέ να ζωγραφίσει τον ομώνυμο πίνακα (1901).

Εκείνη την εποχή, η σύζυγος πρόσφατα άρχισε πάλι να παίζει πιάνο και ο Ποζντνίτσεφ της σύστησε τον Τρουχατσέφσκι, έναν εξαιρετικό βιολιστή. Οι δυο τους μιλούσαν για μουσική και αποφάσισαν να κάνουν μια πρόβα για ένα μικρό ρεσιτάλ στο σπίτι του ζευγαριού. Κατά τη διάρκεια της βραδιάς, ο Τρουχατσέφσκι και η σύζυγος παίζουν τη Σονάτα του Κρόιτσερ του Μπετόβεν. Η βραδιά είναι επιτυχημένη, αλλά ο Ποζντνίτσεφ νιώθει το δάγκωμα της ζήλιας όταν βλέπει την οικειότητα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ της συζύγου του και του μουσικού. Συμφωνείται ότι ο τελευταίος θα επιστρέψει σε μια εβδομάδα.

Δύο μέρες αργότερα, ο Ποζντνίτσεφ φεύγει για ταξίδι. Λαμβάνει ένα γράμμα από τη γυναίκα του που αναφέρει ότι την επισκέφτηκε ο Τρουχατσέφσκι. Αυτή η απρογραμμάτιστη επίσκεψη τρελαίνει τον Ποζνίτσεφ από τη ζήλια. Δεν κοιμάται τα βράδια, φεύγει τα ξημερώματα για τη Μόσχα και, στο μακρύ ταξίδι, φαντάζεται σενάρια μεταξύ της γυναίκας του και του Τρουχατσέφσκι. Στο τρένο, είναι σαν άγριο ζώο σε ένα κλουβί.[7]

Όταν φτάνει στο σπίτι του τα μεσάνυχτα, πηγαίνει στο δωμάτιο όπου βρίσκονται η γυναίκα του και ο Τρουχατσέφσκι. Ο τελευταίος φεύγει, ο Ποζντνίτσεφ μαχαιρώνει τη γυναίκα του και κλείνεται στο γραφείο του. Ολοκληρώνει την ιστορία του δηλώνοντας ότι μόνο όταν είδε τη γυναίκα του νεκρή στο φέρετρο συνειδητοποίησε τι είχε κάνει και ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να το διορθώσει.

Έμεινε έντεκα μήνες προφυλακισμένος και στη δίκη αθωώθηκε από την κατηγορία του φόνου: έγινε υπό την επήρεια της ζήλιας και ήταν ο απατημένος σύζυγος. Τα παιδιά του βρίσκονται πλέον στα πεθερικά του. Μόλις πήγε και τα είδε, αλλά δεν του τα εμπιστεύονται.[8]

Λογοκρισία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λόγω της ασυνήθιστης και σκανδαλώδους φύσης του έργου για εκείνη την εποχή, η δημοσίευση σε περιοδικό ή σε βιβλίο απαγορεύτηκε. Το 1891, ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος Γ' επέτρεψε τη δημοσίευση. Ωστόσο, η λογοκρισία αύξησε το ενδιαφέρον και συνέβαλε στη μεγάλη δημοσιότητα του έργου, το οποίο κυκλοφορούσε σε χειρόγραφα αντίγραφα και σχολιαζόταν ευρέως πριν ακόμη επιτραπεί να εκδοθεί.

Το 1890, το Τμήμα Ταχυδρομείων των Ηνωμένων Πολιτειών απαγόρευσε την ταχυδρομική αποστολή εφημερίδων που περιείχαν αποσπάσματα της Σονάτας του Κρόιτσερ. Ορισμένοι αμερικανικοί εκδοτικοί οίκοι δημοσίευσαν αποσπάσματα σε ξεχωριστό φυλλάδιο και τα διένειμαν με πλανόδιους πωλητές στη Νέα Υόρκη, όπου τα διαφήμιζαν με μεγάλα γράμματα: «Απαγορευμένο από τη ρωσική κυβέρνηση και το Γενικό Ταχυδρομείο των Ηνωμένων Πολιτειών είναι το καλύτερο έργο του Τολστόι, Η Σονάτα του Κρόιτσερ».  

Ο πρόεδρος Θίοντορ Ρούσβελτ αποκάλεσε τον Τολστόι «σεξουαλικά και ηθικά διεστραμμένο».[9]

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Η σονάτα του Κρόιτσερ, μετάφραση: Ανδρέας Σαραντόπουλος, εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, 1991 [10]
  • Η σονάτα του Κρόυτσερ, μετάφραση: Oleg Tsybenko, εκδόσεις Ροές 2015

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]