Η Ανάσταση (Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Ανάσταση
ΟνομασίαΗ Ανάσταση
ΔημιουργόςQ5822
Έτος δημιουργίας1450-1463
ΕίδοςΝωπογραφία
Ύψος225 εκατοστά
Πλάτος200 εκατοστά
ΠόληΣανσεπόλκρο Ιταλίας
ΜουσείοMuseo Civico
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα

Η Ανάσταση είναι νωπογραφία ζωγραφισμένη από τον Ιταλό ζωγράφο της Αναγέννησης Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα, τη δεκαετία του 1450 ή (το πίθανότερο) του 1460, στο Παλάτσο ντέλλα Ρεζιντέντσα στην πόλη Σανσεπόλκρο της Τοσκάνης.

Ο Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα είχε παραγγελία να ζωγραφίσει μια τοιχογραφία για την αίθουσα συνεδριάσεων του δημοτικού συμβουλίου στη γοτθικού ρυθμού Residenza, το δημαρχείο του Σανσεπόλκρο. Οι μαγίστρατοι (Conservatori) του Σανσεπόλκρο προσεύχονταν στην εικόνα προτού αρχίσουν τις συνεδριάσεις τους. Το κοσμικό και το πνευματικό νόημα του έργου ήταν πάντοτε αλληλένδετα.[1] Ζωγραφισμένη ψηλά πάνω στον εσωτερικό τοίχο απέναντι από την είσοδο, η τοιχογραφία επιλέχθηκε από τον καλλιτέχνη να έχει ως θέμα της μία έμμεση αναφορά στο όνομα του δήμου, το οποίο σημαίνει «άγιος Τάφος» και προήλθε από την παρουσία δύο τεμαχίων του Παναγίου Τάφου, που έφεραν στο Σανσεπόλκρο δύο προσκυνητές τον 9ο αιώνα. Ο Χριστός του ντέλλα Φραντσέσκα είναι παρών και στον θυρεό της πόλεως.[2]

Η σύνθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιησούς Χριστός καταλαμβάνει την κεντρική θέση στη σύνθεση, εικονιζόμενος τη στιγμή της Αναστάσεώς του, όπως υποδηλώνει η θέση του αριστερού του ποδιού επάνω στο τοιχίο του Τάφου του, τον οποίο ο Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα έχει σχεδιάσει ως μία κλασική σαρκοφάγο. Η λιτή και απαθής μορφή του (περιγραφείσα από τον Άλντους Χάξλεϋ ως «αθλητική»), υψώνεται πάνω από 4 φρουρούς-στρατιώτες που κοιμούνται, συμβολίζοντας τη διαφορά μεταξύ της θείας και της ανθρώπινης σφαίρας. Το τοπίο, βυθισμένο στο φως της αυγής, φέρει επίσης μια συμβολική σημασία: η αντίθεση ανάμεσα στα καταπράσινα νεαρά δέντρα στα δεξιά και στα γυμνά γέρικα δέντρα στα αριστερά του Χριστού συμβολίζει την ανακαίνιση των ανθρώπων από το φως της Αναστάσεως. Ο Βρετανός ιστορικός της τέχνης Άντριου Γκρέιαμ-Ντίξον επισημαίνει ότι, εκτός από τις πληγές από τη λόγχη και τα καρφιά, το σώμα του Χριστού «είναι τόσο τέλεια φιλοτεχνημένο και άχραντο όσο αυτό ενός αρχαίου αγάλματος. Αλλά υπάρχουν και στοιχεία έντονα ανθρώπινα επάνω του: το μη εξιδανικευμένο, με σχεδόν τραχιά χαρακτηριστικά, πρόσωπο, και οι τρεις πτυχώσεις του δέρματος που ζαρώνουν στην κοιλία του καθώς υψώνει το αριστερό πόδι του. Ο Πιέρο τονίζει έτσι τη διπλή φύση του, ως ανθρώπου και Θεού ταυτοχρόνως.»[3]

Προσέξτε τον φρουρό που κρατά λόγχη. Προκειμένου να επιτύχει μία πιο αρμονική σύνθεση, ο καλλιτέχνης τον ζωγράφισε χωρίς πόδια.

Ο φρουρός που κρατά τη λόγχη (δεύτερος από δεξιά) παριστάνεται καθισμένος σε μία αδύνατη στάση, καθώς εμφανίζεται να μην έχει πόδια. Ο καλλιτέχνης μάλλον τα παρέλειψε σκοπίμως, ώστε να μη διασπάσει την ισορροπία της συνθέσεως. Καθώς σχολιάζεται στη σειρά ντοκιμαντέρ «The Private Life of a Masterpiece» του BBC (2006, ένα από τα 29 «αριστουργήματα» που αναλύονται), «η πραγματικότητα της εικόνας σάς απορροφά τόσο πολύ, ώστε δεν αντιλαμβάνεστε ότι ο ένας από τους φρουρούς δεν έχει πόδια. Η διάταξη, η τοποθέτηση των φρουρών, είναι τόσο τέλεια, τόσο έξυπνη, τόσο συμμετρική, τόσο ισορροπημένη (σε μορφή και σε χρώμα), ώστε το γεγονός ότι δεν είχε χώρο για να βάλει αυτά τα πόδια παύει να είναι σημαντικό, και δεν αντιλαμβάνεστε επί αιώνες ότι [ο ένας φύλακας] δεν έχει πόδια.»

Σύμφωνα με την παράδοση και από σύγκριση με την ξυλογραφία-εικονογράφηση των Βίων των ζωγράφων του Βαζάρι, ο κοιμώμενος στρατιώτης με την καφετιά πανοπλία (δεύτερος από αριστερά) είναι μια αυτοπροσωπογραφία του Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα. Η «συνάντηση» της κεφαλής του με το κοντάρι του λαβάρου της Αναστάσεως που κρατά ο Χριστός υποτίθεται ότι σημειώνει την «επαφή» του με το θεϊκό στοιχείο.

Η σύνθεση είναι ασυνήθιστη και επειδή περιέχει δύο διαφορετικά «σημεία φυγής». Το ένα είναι το κέντρο της σαρκοφάγου, επειδή τα πρόσωπα των φρουρών φαίνονται εκ των κάτω, και το άλλο είναι στο πρόσωπο του Χριστού. Το άνω όριο της σαρκοφάγου είναι ένα σύνορο ανάμεσα στις δύο προοπτικές, ενώ το απότομο των λόφων αποτρέπει το να γίνει η μετάβαση μεταξύ των δύο προοπτικών υπερβολικά ενοχλητική.[4]

Αποφυγή μιας καταστροφής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Σανσεπόλκρο γλίτωσε από μεγάλες ζημιές κατά τον Β΄ Παγκόσμιο, όταν ο Βρετανός αξιωματικός του πυροβολικού Τόνυ Κλαρκ (Tony Clarke) δεν υπάκουσε τη διαταγή που είχε και δεν χρησιμοποίησε τα κανόνια της μονάδας του για να βομβαρδίσει την πόλη. Αν και ο Κλαρκ δεν είχε δει ποτέ την τοιχογραφία, το ημερολόγιό του καταγράφει τον συγκλονισμό του από την καταστροφή του Μόντε Κασίνο και, μάλλον από διαβάσματά του για το Σανσεπόλκρο, διέταξε τους άνδρες του να παύσουν πυρ μόλις μετά την έναρξη των κανονιοβολισμών. Ο Κλαρκ είχε διαβάσει το δοκίμιο του Χάξλεϋ (1925), που περιέγραφε την «Ανάσταση» με τα λόγια: «Στέκει εκεί ενώπιόν μας, με πλήρη και πραγματική μεγαλοπρέπεια, η πλέον υπέροχη εικόνα του κόσμου.»[5] Αργότερα έγινε γνωστό ότι οι Γερμανοί είχαν ήδη αποχωρήσει από την περιοχή — ο βομβαρδισμός θα ήταν άχρηστος, αν και ο Κλαρκ δεν το γνώριζε αυτό όταν διέταξε την παύση του. Η πόλη και η διάσημη τοιχογραφία της σώθηκαν έτσι από πιθανότατη καταστροφή. Καθώς το γεγονός ξεκαθάρισε, ο Κλαρκ υμνήθηκε σαν τοπικός ήρωας και μέχρι σήμερα μία οδός του Σανσεπόλκρο φέρει το όνομά του.[6]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. http://www.andrewgrahamdixon.com/archive/itp-157-the-resurrection-by-piero-della-francesca.html
  2. Lavin 2002, σελ. 243
  3. http://www.andrewgrahamdixon.com/archive/itp-157-the-resurrection-by-piero-della-francesca.html
  4. Kline, Morris (1953). Mathematics in Western Culture. Μεγ. Βρετανία: Pelican. σελ. 166. 
  5. Huxley, Aldous: "The Best Picture" Αρχειοθετήθηκε 2013-04-18 στο Wayback Machine., 1925.
  6. Butcher, Tim (24 Δεκεμβρίου 2011). «The man who saved The Resurrection». BBC News. https://www.bbc.co.uk/news/magazine-16306893. Ανακτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2012. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Zuggi, Stefano (1991). Piero della Francesca. Μιλάνο: Elemond. 
  • Paola Refice, La Resurrezione: questioni iconografiche, in «1492.Rivista della Fondazione Piero della Francesca», anno IX (2016), n. 1, pp. 15-33;
  • Paola Refice, La frammentaria epigrafe dipinta nella ‘Resurrezione’ di Piero della Francesca: un’ipotesi di ricostruzione, in “Prospettiva”, n° 163/164 (Luglio-Ottobre 2016, pp. 95-97
  • La Resurrezione di Piero della Francesca: il restauro della "pittura più bella del mondo", tra memorie di storia civica e scoperte, a cura di Cecilia Frosinini, Firenze 2021