Εσωτερικός μονόλογος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Εσωτερικός μονόλογος είναι μια μορφή αφηγηματικής τεχνικής που εισάγει τον αναγνώστη στην εσώτερη ζωή του ήρωα, ο οποίος εκθέτει συνειρμικά κάποια γεγονότα της ζωή του, τις σκέψεις, τις παρατηρήσεις, τις αναμνήσεις και τις ιδέες του σε άμεσο ή έμμεσο λόγο. Αυτές οι ιδέες μπορεί να είναι είτε χαλαρά διατυπωμένες είτε πιο ορθολογικά δομημένες αλληλουχίες σκέψεων και συναισθημάτων.[1]

Ο εσωτερικός μονόλογος χρησιμοποιείται συχνά για να αποκαλύψει τις πιο κρυφές επιθυμίες, απογοητεύσεις ή απόψεις του χαρακτήρα σχετικά με τα γεγονότα της ιστορίας, η διατύπωση είναι λογική ωστόσο οι πληροφορίες εμφανίζονται με τρόπο υπαινικτικό και συχνά ο αναγνώστης καλείται να συμπληρώσει τον ελλειπτικό, ασυνεχή, διακοπτόμενο και συχνά αντιφατικό λόγο. Δεν υπάρχει κανενός είδους εισαγωγική φράση και τα εισαγωγικά απουσιάζουν. [2]

Όταν ο εσωτερικός μονόλογος είναι σε ευθύ λόγο, προηγούνται πληροφορίες που σηματοδοτούν τα όρια του εσωτερικού μονολόγου και επιτρέπουν να διαχωριστεί από τον λόγο του αφηγητή. Αυτός ο τρόπος οργάνωσης των δηλώσεων ήταν χαρακτηριστικός της ρεαλιστικής πεζογραφίας του 19ου αιώνα. [3]

Η αφηγηματική τεχνική της ροής της συνείδησης είναι ένα είδος εσωτερικού μονολόγου.[4]

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκτός από αφηγηματικά αποσπάσματα και διαλόγους, σχεδόν κάθε μυθιστόρημα περιέχει και εσωτερικό μονόλογο με πρώιμο δείγμα σε ένα από τα πρώτα ψυχολογικά μυθιστορήματα του 17ο αιώνα, Η Πριγκίπισσα ντε Κλεβ (1678) της Μαντάμ ντε Λαφαγέτ. Στην όπερα, από τον 18ο αιώνα, η άρια έχει σχεδιαστεί συχνά ως εσωτερικός μονόλογος για να μεταφέρει τις διαδικασίες σκέψης. Στον ίδιο αιώνα, κατά την εποχή των λογοτεχνικών κινημάτων του Συναισθηματισμού και του Sturm und Drang, τα ατομικά συναισθήματα έγιναν αντικείμενο δημόσιου ενδιαφέροντος. Ως κυρίαρχη μορφή, ο εσωτερικός μονόλογος εμφανίζεται σε λογοτεχνικά κείμενα από το 1770 περίπου σε έργα του Ζαν Ζακ Ρουσσώ και του Γκαίτε.

Ο νατουραλισμός στη λογοτεχνία και το θέατρο οδήγησε σε ένα νέο ενδιαφέρον για τον εσωτερικό μονόλογο στα τέλη του 19ου αιώνα.

Διαφοροποίηση από τη ροή της συνείδησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένας ιδιαίτερος τύπος εσωτερικού μονολόγου που αναπτύχθηκε τον 20ό αιώνα στο μοντερνιστικό μυθιστόρημα είναι η ροή της συνείδησης. Μιμείται την πορεία του εσωτερικού μονολόγου αλλά η αφήγηση είναι ασταθής, γεμάτη ανακολουθίες, με απλές, ημιτελείς φράσεις και ασυνταξίες. Η ροή της συνείδησης περιλαμβάνει αποσπάσματα ασυνάρτητης σκέψης, παραβιάζει τους κανόνες της αφηγηματικής διήγησης, της λογικής και της δομής των προτάσεων, η πορεία των σκέψεων και των εμπειριών του χαρακτήρα είναι διαταραγμένη, η δράση της πλοκής είναι θολή και συχνά δεν διατηρείται χρονική απόσταση σε σχέση με τα γεγονότα.[5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]