Επίσκοπος Ακαρνανίας και Αιτωλίας Παρθένιος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Επίσκοπος Ακαρνανίας και Αιτωλίας Παρθένιος
Πληροφορίες ασχολίας

Ο Παρθένιος (κατά κόσμον Ακύλας) ήταν Έλληνας θεολόγος του 19ου αιώνα, ο οποίος διετέλεσε (Αρχι)επίσκοπος Ακαρνανίας και Αιτωλίας κατά τα έτη 1892-1914.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στο Μεγαλοχώρι Θήρας το 1836[1] και το κοσμικό βαπτιστικό του όνομα είναι άγνωστο. Ο πατέρας του, Μιχαήλ, ήταν ιερέας[2]. Περί την ενηλικίωσή του, το 1852, χειροτονήθηκε επίσκοπος Παροναξίας ο θείος του, Παρθένιος Ακύλας. Την 1η Ιανουαρίου 1857 χειροτονήθηκε διάκονος από τον θείο του, λαμβάνοντας και το όνομά του, Παρθένιος.

Κατόπιν ακολούθησε τον θείο του στην Αθήνα, όπου εκείνος μετέβη ως μέλος της Ιεράς Συνόδου. Με προτροπή του Θεόκλητου Φαρμακίδη[2] σπούδασε στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή και από το 1860 ως το 1864 στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου σπούδασε Φιλολογία και Θεολογία. Ως φοιτητής υπηρετούσε παράλληλα ως υπάλληλος της Ιεράς Συνόδου μέχρι το 1866. Κατόπιν υπηρέτησε ως διάκονος και γραμματέας του Αρχιεπισκόπου Σύρου Αλεξάνδρου, τον οποίο συνόδευσε στο Λίβερπουλ της Αγγλίας τον Δεκέμβριο του 1869 για τα εγκαίνια του εκεί νεοανεγερθέντος ορθόδοξου ναού του αγίου Νικολάου[3]. Διετέλεσε Διευθυντής των Ιερατικών Σχολών Σύρου (ως το 1870), Τριπόλεως (1870-1875) και Κερκύρας (1875-1887)[4].

Στις 11 Ιουλίου 1871 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον Αρχιεπίσκοπο Μαντινείας Θεόκλητο και χειροθετήθηκε Αρχιμανδρίτης[5]. Από το 1888 και μέχρι την εκλογή του σε Αρχιεπίσκοπο Ακαρνανίας και Αιτωλίας το 1892, διετέλεσε Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Χοζοβιωτίσσης στην Αμοργό. Επίσκοπος χειροτονήθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών στις 9 Δεκεμβρίου 1892. Το 1896, μετά τον θάνατο του Μητροπολίτου Αθηνών Γερμανού, διετέλεσε προσωρινός προεδρεύων της Ιεράς Συνόδου[6].

Το 1899 προσαρτήθηκε στην Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας και η Ναυπακτία, οπότε ο τίτλος του μεταβλήθηκε σε «Ακαρνανίας και Ναυπακτίας». Το 1909 η Επαρχία Ναυπακτίας αποσπάστηκε και πάλι και ενώθηκε με την Ευρυτανίας, αποτελώντας ξεχωριστή Επισκοπή. Καθώς όλες οι εκκλησιαστικές επαρχίες υποβιβάστηκαν σε επισκοπές, ο Παρθένιος έφερε έκτοτε τον τίτλο «Επίσκοπος Ακαρνανίας και Αιτωλίας».

Απεβίωσε στην Αθήνα στις 29 Οκτωβρίου 1914[4].

Ήταν θείος του μετέπειτα ιστορικού και καθηγητή Πανεπιστημίου Νικολάου Βλάχου, τον οποίον ανέλαβε υπό την προστασία του, παίρνοντάς τον από παιδική ηλικία στο Μεσολόγγι. Εκεί ο Νικόλαος Βλάχος ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του ως το 1910, οπότε γράφτηκε ως φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών[7].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ακύλας 1901, σελ. 107.
  2. 2,0 2,1 Ακύλας 1901, σελ. 108.
  3. Μπαλάνος, Δ.Σ. (1923). «Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σύρου, Τήνου καὶ Μήλου Ἀλέξανδρος Λυκούργος (1827-1875)». Θεολογία Α (2): 181. https://www.ecclesia.gr/greek/press/theologia/material/1923_2_3_mpalanos.pdf. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2024. 
  4. 4,0 4,1 Ι.Μ.Α.Α.
  5. Ακύλας 1901, σελ. 109.
  6. Ακύλας 1901, σελ. 111.
  7. «Νικόλαος Βλάχος: Μεγαλοχωρίου εγκαλλώπισμα». SantoNews. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2024. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Γεράσιμος (Καλοκαιρινός)
Επίσκοπος Ακαρνανίας και Αιτωλίας
1892-1914
Διάδοχος
Κωνσταντίνος (Κωνσταντινίδης)