Ελαιαγνοειδή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ελαιαγνοειδή
Το είδος Ιπποφαές το ραμνοειδές
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά
Υπερσυνομοταξία: Σπερματόφυτα (Spermatophytes)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Dicotyledoneae)
Τάξη: Καρυοφυλλώδη (Caryophyllales)
Οικογένεια: Ελαιαγνοειδή
(Elaeagnaceae)

Juss. 1789[1]

Συνώνυμα[1]
  • Hippophaeaceae, G. Meyer

Τα ελαιαγνοειδή (λατινική και επιστημονική ονομασία Elaeagnaceae) είναι οικογένεια δικοτυλήδονων φυτών, που ονομάσθηκε έτσι από την ονομασία του γένους ελαίαγνος και περιλαμβάνει το ιπποφαές. Τα ελαιαγνοειδή είναι μικρά δέντρα και θάμνοι, που συναντώνται στην εύκρατη ζώνη του Βόρειου Ημισφαιρίου, εκτεινόμενα και σε μέρη της τροπικής Ασίας και της Αυστραλίας. Η οικογένεια περιλαμβάνει περίπου 60 είδη, που κατανέμονται στα εξής τρία γένη[2]:

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα περισσότερα είδη είναι αγκαθωτά φυτά, με απλά φύλλα, που συχνά είναι επενδεδυμένα με μικροσκοπικές φολίδες ή χνούδι. Τα περισσότερα είδη είναι ξηρόφυτα, δηλαδή ευδοκιμούν σε ξηρές συνθήκες, ενώ αρκετά είναι αλόφυτα, ικανά να αναπτύσσονται σε υψηλά επίπεδα εδαφικού αλατιού.

Τα ελαιαγνοειδή φιλοξενούν συχνά στις ρίζες τους αζωτοδεσμευτικούς ακτινομύκητες του γένους Frankia, μια ιδιότητα που τα καθιστά ωφέλιμα για την ανάκτηση εδαφών προς καλλιέργεια.[3] Για τον ίδιο λόγο ωστόσο (και επειδή παράγουν πολλούς σπόρους) θεωρούνται συχνά ζιζάνια.

Οι βλαστοί και τα φύλλα τους καλύπτονται με ασημόφαια ή χρυσίζοντα τριχίδια. Τα σεφερδία και ιπποφαές είναι δίοικα φυτά, δηλαδή υπάρχουν ξεχωριστά αρσενικά και θηλυκά φυτά. Τα άνθη τους δεν έχουν πέταλα, με το περιάνθιο να έχει από δύο έως οκτώ συγχωνευμένα σέπαλα. Στο αρσενικό άνθος υπάρχουν από 4 έως 8 στήμονες, με ελεύθερα νημάτια. Η ωοθήκη είναι σε ανώτερη θέση.

Ιστορία απολιθωμάτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παλαιοβοτανικές μελέτες περιγράφουν απολιθωμένη γύρη προγόνων της οικογένειας, που ανακαλύφθηκαν στην Κίνα και χρονολογούνται στην ύστερη Κρητιδική περίοδο (Σαντώνιο), ενώ παρόμοιοι κόκκοι γύρης ήταν πολύ διαδεδομένοι κατά την Παλαιόκαινο εποχή.[4] Υπάρχουν επίσης ενδείξεις γύρης του γένους Elaeagnus από την ανώτερη Ηώκαινο εποχή του Κολοράντο.[5] Από την άλλη, καταγράφηκε ένα απολιθωμένο άνθος του εξαφανισμένου (†) είδους Elaeagnus orchidioides από την Πλειόκαινο εποχή στο χωριό Βίλερσχάουζεν της Κάτω Σαξονίας (Γερμανία). Υπάρχουν δύο υπολείμματα απολιθωμένου ξυλώματος με λεπτομερή τεκμηρίωση ανατομικών χαρακτηριστικών: Του είδους †Elaeagnus semiannulipora από την πρώιμη Μειόκαινο εποχή στον Νομό Γιαμαγκάτα της Ιαπωνίας και του είδους †Eleagnaceoxylon shepherdioides, που θεωρείται παρόμοιο με το Shepherdia, από την Πλειόκαινο εποχή στον Σχηματισμό Beaufort, στα βορειοδυτικά της Νήσου Μπανκς του Καναδά. Τέσσερα απολιθωμένα φύλλα έχουν περιγραφεί που έχουν διαγνωστικά χαρακτηριστικά του γένους Elaeagnus από την ύστερη Μειόκαινο εποχή του ανατολικού Θιβέτ, και ανακαλύφθηκαν σε θέση με σημερινό υψόμετρο 3.910 μέτρα. Το σημερινό γένος Elaeagnus έχει τη μεγαλύτερη ποικιλομορφία του (54 είδη) και ενδημισμό του (36 είδη) στην ίδια περιοχή. Η διαφοροποίηση τόσων ειδών του Elaeagnus στο Οροπέδιο του Θιβέτ και γειτονικές εκτάσεις ίσως οφείλεται στη συνεχή ανύψωση όλης αυτής της περιοχής τουλάχιστον από την ύστερη Μειόκαινο εποχή, γεγονός που προκάλεσε μια πολυσύνθετη τοπογραφία και κλίμα με υψηλή εποχικότητα των βροχοπτώσεων.[6]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Angiosperm Phylogeny Group (2009). «An update of the Angiosperm Phylogeny Group classification for the orders and families of flowering plants: APG III». Botanical Journal of the Linnean Society 161 (2): 105-121. doi:10.1111/j.1095-8339.2009.00996.x. 
  2. Christenhusz, M.J.M.; Byng, J.W. (2016). «The number of known plants species in the world and its annual increase». Phytotaxa 261 (3): 201-217. doi:10.11646/phytotaxa.261.3.1. http://biotaxa.org/Phytotaxa/article/download/phytotaxa.261.3.1/20598. 
  3. «Elaeagnus: A Widely Distributed Temperate Nitrogen Fixer». Winrock International. Δεκέμβριος 1992. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Μαΐου 2009. Ανακτήθηκε στις 4 Μαΐου 2009. 
  4. Else Marie Friis, Peter R. Crane, Kaj Raunsgaard Pedersen: Early Flowers and Angiosperm Evolution, Cambridge University Press, Αύγουστος 2011, ISBN 0-521-59283-6
  5. Herbert William Meyer, Dena M. Smith: Paleontology of the Upper Eocene Florissant Formation, Colorado, Geological Society of America
  6. Tao Su, Peter Wilf, He Xu and Zhe-Kun Zhou: «Miocene leaves of Elaeagnus (Elaeagnaceae) from the Qinghai-Tibet Plateau, its modern center of diversity and endemism», American Journal of Botany, τόμος 101(8), Αύγουστος 2014, σσ. 1350-1361, doi 10.3732/ajb.1400229