Εκκλησιαστικό Μουσείο Μήλου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 36°43′31″N 24°26′38″E / 36.72528°N 24.44389°E / 36.72528; 24.44389

Εκκλησιαστικό Μουσείο Μήλου
Χάρτης
Παλαιότερες ονομασίεςΠαναγία η Θεοφανή - 1833
Γενικές πληροφορίες
ΕίδοςΕκκλησιαστικό Μουσείο
ΑρχιτεκτονικήΒασιλική τρίκλιτος καμαροσκεπής μετά τρουλοκαμάρας
ΔιεύθυνσηΑδάμαντας Μήλου
Γεωγραφικές συντεταγμένες36°43′31″N 24°26′38″E
ΧώραΕλλάδα
ΛειτουργίαΘερινή
ΧρήσηΣτέγαση Εκκλησιαστικού Μουσείου Μήλου
Διαστάσεις
Γενικές διαστάσεις11,10μ × 11,80μ
Σχεδιασμός και κατασκευή

Το Εκκλησιαστικό Μουσείο Μήλου είναι ίδρυμα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που τελεί υπό τον έλεγχο και την εποπτεία της Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Κέας και Μήλου[1]. Ιδρύθηκε το 2000, έπειτα από απόφαση της Ιεράς Μητρόπολης, για τη διατήρηση, προστασία και προβολή των πολύτιμων κειμηλίων της εκκλησιαστικής παράδοσης του νησιού[2]. Στεγάζεται στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος Αδάμαντα, έναν από τους παλαιότερους της Μήλου, με σπάνια αρχιτεκτονική[3].

Σκοπός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σκοπός του Εκκλησιαστικού Μουσείου Μήλου είναι η έρευνα, η μελέτη και η προβολή της εκκλησιαστικής ιστορίας της Μήλου[4].

Εμπνευστής και ιδρυτής του υπήρξε ο αείμνηστος Γρηγόριος Μπελιβανάκης, ο οποίος ανάλωσε εαυτόν για τη μετατροπή του Ιερού Ναού της Αγίας Τριάδος σε αληθινή κιβωτό της εκκλησιαστικής τέχνης και της Ελληνορθόδοξης παράδοσης των Μηλίων. Έχει βραβευτεί με ευρωπαΐκή διάκριση για το έργο του[5].

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστορικό του ναού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιερός Ναός Αγίας Τριάδος Αδάμαντα είναι ένας από τους δυο παλαιότερους ναούς του νησιού[6]. Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς χτίστηκε, αλλά σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά του στοιχεία συμπεραίνουμε ότι δημιουργήθηκε στις αρχές της Φραγκοκρατίας ως λατινική εκκλησία, ενδεχομένως πάνω στα ερείπια παλαιάς βυζαντινής, που με τα χρόνια υπέστη μεταβολές και επεκτάσεις[7].

Ο ναός

Ο ναός αρχικά χτίστηκε σε βυζαντινό ρυθμό, πιθανά μετά το 842 και τα χρόνια της Εικονομαχίας. Αρχικά είχε στη μέση της στέγης θόλο, που κατέπεσε σε κάποιο σεισμό μαζί με το μεγαλύτερο μέρος του ναού. Ενδεχομένως ξανακτίστηκε κατά τα χρόνια της Φραγκοκρατίας (1207 – 1580). Στην Τουρκοκρατία χρειάστηκε εκ νέου ανοικοδόμηση, μετά την κατάλυση του καθεστώτος των Φράγκων. Τη σημερινή του μορφή έλαβε, κατόπιν της έλευσης των Κρητών το 1824, οι οποίοι ίδρυσαν τον ομώνυμο οικισμό στο λιμάνι του Αδάμαντα[7].

Πιστεύεται ότι περί το 1600 χρησιμοποιήθηκε για την ίδρυση Μονής, η οποία δεν κατέστη δυνατό να λειτουργήσει για πολλά χρόνια, λόγω της νοσηρότητας του κλίματος στην περιοχή, από τα έλη και τα κουνούπια[8]. Η ελονοσία ήταν πιθανά η αιτία, που οι καλόγεροι αποδεκατίστηκαν ή αναγκάστηκαν να φύγουν[9]. Η διάλυση της Μονής έγινε πριν το 1650, χωρίς να επηρεάσει, ωστόσο, τη διατήρηση του ναού. Μετά τη διάλυση, η εκκλησία πέρασε στην κυριότητα του Δημητρίου Κυπραίου[8].

Μέχρι το 1833, εμφανίζεται με το όνομα «Παναγία η Θεοφανή». Όπως μας πληροφορεί ο Τουρνεφόρ (Γάλλος περιηγητής, που το 1700 συνέταξε κατάλογο εκκλησιών και μονών) με το πέρασμα των χρόνων, η εκκλησία χάνει το παρωνύμιο «Θεοφανή» για άγνωστους λόγους και μεταξύ 1833 - 1834 παίρνει τη σημερινή ονομασία ως «Αγία Τριάδα[9]».

Όταν οι Κρήτες πρόσφυγες ήρθαν στο λιμάνι του Αδάμαντα, η περιοχή ήταν σχεδόν έρημη. Άρχισαν να χτίζουν το χωριό μέσα στο χώρο του ταφικού περιβόλου της Αγίας Τριάδος. Το αποτέλεσμα ήταν να συρρικνωθεί σταδιακά και να περιοριστεί στη σημερινή αυλή. Για την ικανοποίηση των θρησκευτικών αναγκών των νέων κατοίκων, το 1839, αγόρασαν την εκκλησία από τον ιδιοκτήτη της, έναντι του ποσού των 300 δραχμών[10].

Το ποσό αυτό θεωρήθηκε ευτελές για το αρχιτεκτονικό κάλλος του ναού. Πιστεύεται ότι πουλήθηκε εντελώς κενός, με παντελή έλλειψη εσωτερικού διακόσμου και σε κάκιστη κτιριακή κατάσταση, λόγω έλλειψης φροντίδας. Γι΄ αυτό οι κάτοικοι του Αδάμαντα όταν αγόρασαν το ναό, προέβησαν σε ανακαίνιση για να καταστεί κατάλληλος προς χρήση[11].

Το 1870 εγκαινιάσθηκε ο νέος και μεγάλος Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στον Αδάμαντα, και οι ενορίες έγιναν δύο. Πότε ακριβώς συνενώθηκαν δεν καθίσταται γνωστό, αλλά υπάρχουν ενδείξεις που τοποθετούν το γεγονός στο 1916. Μετά τη συγχώνευση των δύο ενοριών και των δύο εκκλησιών του χωριού του Αδάμαντα σε μία, εκείνη της Κοιμήσεως, οι ιερείς του χωριού ιερουργούσαν αδιακρίτως και στις δύο εκκλησίες[12].

Ιστορικό του Εκκλησιαστικού Μουσείου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1967, ο Ιωάννης Καβρουδάκης πρότεινε στον τότε Διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών, Μανώλη Χατζιδάκη, μέγα βυζαντινολόγο με καταγωγή από τον Αδάμαντα Μήλου, τη μετατροπή της Αγίας Τριάδος σε Εκκλησιαστικό Μουσείο. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν και να διαφυλαχθούν οι πολύτιμες εικόνες των εξωκκλησίων της Μήλου και να αποφευχθούν οι λεηλασίες. Η ιδέα αυτή έγινε αποδεκτή, όμως η επιβολή της Δικτατορίας δεν επέτρεψε την υλοποίησή της[2].

Το 2000, ο π. Νεκτάριος Τσίγκρης, εφημέριος της Ενορίας Αδάμαντα την εποχή εκείνη, υπήρξε ο πρώτος εκτελεστής της μητροπολιτικής εντολής για την ίδρυση του Εκκλησιαστικού Μουσείου Μήλου. Με τη βοήθεια ικανών συνεργατών οργάνωσε την Αγία Τριάδα, ώστε να λειτουργεί με ευπρέπεια, πληρότητα και αισθητική, ως συλλεκτήριο και εκθετήριο παλαιών κειμηλίων της ενορίας και του νησιού γενικότερα. Με την ίδια εντολή, ο ναός λειτουργεί κατά τη θερινή περίοδο ως Μουσείο αλλά συγχρόνως και ως Εκκλησία, για την κάλυψη των προσκυνηματικών αναγκών των ορθόδοξων επισκεπτών και παραθεριστών, που επιθυμούν να ανάβουν ένα κερί και να προσεύχονται[2].

Άποψη του ναού με την αυλή του

Τα εγκαίνια του Εκκλησιαστικού Μουσείου πραγματοποιήθηκαν στις 23 Απριλίου 2000[13].

Το 2006, το Εκκλησιαστικό Μουσείο Μήλου έγινε δεκτό ως μέλος του European Museum Forum, του Πανευρωπαΐκού Οργανισμού που τελεί υπό την αιγίδα της Ευρωπαΐκής Ένωσης και συνεργάζεται με την UNESCO[2].

Ο Κανονισμός περί συστάσεως και λειτουργίας του Εκκλησιαστικού Ιδρύματος με την επωνυμία «Ενοριακόν Εκκλησιαστικόν Μουσείον Ιερού Ναού Αγίας Τριάδος Αδάμαντος Μήλου της Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Κέας και Μήλου» δημοσιεύθηκε στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, το 2007 (ΦΕΚ 246/Τ.΄Α/05.11.2007)[1].

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σημερινή Αγία Τριάδα βρίσκεται στη μέση περίπου της Ανατολικής πλευράς του Αδάμαντα[3] κοντά στη θάλασσα. Σε παλαιότερη εποχή, πριν γίνουν οι προσχώσεις, ήταν παραθαλάσσια[9].

Η αυλή έχει τρεις εισόδους με σιδερένιες πόρτες. Είναι ευρύχωρη και στρωμένη με σιφνέΐκες ψαρόπλακες. Δυτικά και βόρεια του περιβόλου υπάρχουν τέσσερις αναβαθμοί, σαν κερκίδες υπαίθριου θεάτρου[14]. Πρόκειται για έργο μεταγενέστερο που κατά πάσα πιθανότητα κατασκευάστηκε όταν καθιερώθηκε η συνήθεια τέλεσης του πανηγυριού κατά την επέτειο της εορτής της μνήμης του ναού, την ημέρα του Αγίου Πνεύματος. Οι αναβαθμοί χρησίμευαν για να κάθονται οι γυναίκες και να παρακολουθούν ή να μετέχουν στο πανηγύρι[15]. Στην αυλή του ναού υπάρχει ένα περίφημο ψηφιδωτό διαστάσεων 4χ4 μ. με χρωματιστές πέτρες και βότσαλα από τον Γιάγκο (Ιωάννη) Καβρουδάκη, που φιλοτεχνήθηκε κατά το έτος κατασκευής της αυλής, το 1937[16].

Το καμπαναριό του ναού

Το σημαντικότερο στοιχείο της νότιας όψης του ναού είναι το καμπαναριό, κατασκεύασμα της νεότερης εποχής, μετά την άφιξη των Κρητών. Αρχικά είχε δύο ορόφους. Ο κάτω με δύο λοβούς, όπως είναι και σήμερα, ο επάνω με έναν - πανομοιότυπο με τους κάτω - αλλά ελαφρώς στενότερο. Με το πέρασμα των χρόνων, ο επάνω κατέστη ετοιμόρροπος και τη δεκαετία του ΄60 αποφασίστηκε να κατεδαφιστεί. Χτίστηκε νέος, αλλά δε μοιάζει με τον προηγούμενο[17].

Αρχιτεκτονική του ναού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ναός είναι βασιλική τρίκλιτος, καμαροσκεπής μετά τρουλοκαμάρας[18]. Πρόκειται για σπάνιο τύπο εκκλησίας, που χαρακτηρίζεται ως Σταυρεπίθολος[19]. Στην κάτοψη, ο ναός εμφανίζεται τετράγωνος με ελάχιστη διαφορά μήκους ως προς το πλάτος (11.80μ. Χ 11.10μ)[20]. Χαρακτηρίζεται από την έλλειψη τρούλου ημισφαιρικού μετά τυμπάνου. Στη θέση του υπάρχει τρουλοκαμάρα που μοιάζει με ναΰδριο τοποθετημένο εγκάρσια επί της καμάρας του μεσαίου κλίτους. Το οικοδόμημα έχει σχήμα σχεδόν τετράγωνο, σε αντίθεση με το συνηθισμένο ορθογώνιο σχήμα των βασιλικών[18].

Λόγω της παλαιότητας και της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής του ναού, ανακηρύχθηκε ως «προέχον και διατηρητέο ιστορικό μνημείο». Ο εσωτερικός διάκοσμος, με το πλήθος των εξαίρετων έργων τέχνης και τα αξιόλογα κειμήλια, καθιστούν το ναό επίσης μνημείο άξιο προστασίας και προβολής της δόξας του Θεού. Για τους λόγους αυτούς, επιλέχθηκε ως ο καταλληλότερος χώρος στέγασης του Εκκλησιαστικού Μουσείου της Μήλου[21].

Η Αγία Τριάς

Εκθέματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο ναό βρίσκονται οι εξαίρετες εικόνες των μελών της οικογένειας των κρητικών αγιογράφων Σκορδίλη, που εγκαταστάθηκαν στη Μήλο από τα μέσα του 17ου αιώνα και έδρασαν στο νησί τουλάχιστον για μια εκατονταετία[10].

Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο κατά το μεγαλύτερο μέρος του, και αριστοτεχνικό. Εικάζεται ότι έχει μεταφερθεί, όπως οι περισσότερες εικόνες, από εκκλησίες της Παλαιάς Χώρας της Μήλου[21].

Αμέσως μετά την αγορά της εκκλησίας από του Κρήτες πρόσφυγες, ο ναός άρχισε να πλουτίζεται με πολλές δωρεές κυρίως απόδημων Αδαμαντινών. Ιδιαίτερα συνέβαλλαν εκείνοι που βρίσκονταν στην Οδησσό και αποτελούσαν ακμάζουσα παροικία Κρητών Αδαμαντινών. Άμφια, δισκοπότηρα, καντήλια, εικόνες και άλλα κειμήλια μεγάλης αξίας, αποτέλεσαν γενναιόδωρες δωρεές. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο εν μέρει χρυσοκέντητο φαιλόνιο, δωρεά των αδελφών Ξενοφώντα και Παύλου Μαλανδράκη, το 1910, από την Οδησσό. Σήμερα φυλάσσεται στη βοριοδυτική βιτρίνα του Εκκλησιαστικού Μουσείου, μαζί με ένα ασημένιο δισκοπότηρο, εξαιρετικής ρωσικής τέχνης και αξίας, δωρεά της ίδιας οικογένειας[22].

Έκθεση φωτογραφιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 ΦΕΚ 246/β/ 2007. Εφημερίς της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας. 2007. σελ. 4915.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Μπελιβανάκης 2007, σελ. 22.
  3. 3,0 3,1 Βάος 1999, σελ. 407.
  4. Μπελιβανάκης 2007, σελ. 9.
  5. Μπελιβανάκης 2007, σελ. 8.
  6. Μπελιβανάκης 2007, σελ. 10.
  7. 7,0 7,1 Μπελιβανάκης 2007, σελ. 13.
  8. 8,0 8,1 Βάος 1999, σελ. 416.
  9. 9,0 9,1 9,2 Μπελιβανάκης 2007, σελ. 12.
  10. 10,0 10,1 Μπελιβανάκης 2007, σελ. 15.
  11. Βάος 1999, σελ. 420.
  12. Μπελιβανάκης 2007, σελ. 33.
  13. Μπελιβανάκης 2001, σελ. 6.
  14. Μπελιβανάκης 2007, σελ. 28.
  15. Βάος 1999, σελ. 415.
  16. Μπελιβανάκης 2007, σελ. 30.
  17. Μπελιβανάκης 2007, σελ. 25.
  18. 18,0 18,1 Βάος 1999, σελ. 412.
  19. Καβρουδάκης 1999, σελ. 202.
  20. Καβρουδάκης 1999, σελ. 215.
  21. 21,0 21,1 Μπελιβανάκης 2007, σελ. 23.
  22. Μπελιβανάκης 2007, σελ. 17.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μπελιβανάκης, Γρηγόριος (2007). Ο Ι.Ν. Αγίας Τριάδος στον Αδάμαντα Μήλου (Εκκλησιαστικό Μουσείο). Αθήνα: Εκκλησιαστικό Μουσείο Μήλου. 
  • Βάος, Ζαφείριος (1999). Ναοί και Ναΰδρια της Μήλου. Αθήνα: Πνευματικό Κέντρο Δήμου Μήλου. 
  • Καβρουδάκης, Ιωάννης (1999). Μηλιακά Δ΄ τόμος. Αθήνα: Αδελφότης Μηλίων. 
  • Μπελιβανάκης, Γρηγόριος (2001). Εφημερίδα ΜΗΛΟΣ, Αρ. Φύλ. 271. Μπελιβανάκης, Γρ. σελ. 6. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]