Εγκρατίτες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι Εγκρατίτες ή Εγκρατευτές ή Εγκρατείς ήταν μια αίρεση που εμφανίστηκε μεταξύ των πρώτων Χριστιανών. Υπήρχαν μεταξύ 2ου και 4ου αιώνα μ.Χ. Οι Εγκρατίτες απέρριπταν τον γάμο, την ιδιοκτησία και δεν έτρωγαν ορισμένες τροφές. Η εγκράτεια ήταν, ούτως ή άλλως, πολύ σημαντική για τους Χριστιανούς. Άλλωστε, ο Παύλος έγραψε στην Προς Γαλάτας Επιστολή: «ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια» (κεφάλαιο 5, στίχοι 22-23). Αλλά θεωρούσαν ότι εγκράτεια σήμαινε να αποφεύγουν ορισμένες απολαύσεις. Ήταν απλώς μια από τις αρετές, όχι όμως εκείνη που αποκλειστικά ρύθμιζε τη ζωή των πιστών. Αλλά, πολύ γρήγορα, μετά τη σύσταση των πρώτων Εκκλησιών, πολλοί Χριστιανοί θεωρούσαν ότι η αυστηρή τήρηση των ηθικών προσταγμάτων είναι το υπέρτατο καθήκον τους. Στο έργο του «Ποιμήν» ο Ερμάς αναφέρει: «ἐάν δέ τι ἀγαθόν ποιήσῃς ἐκτός τῆς ἐντολής τοῦ Θεού, σεαυτῷ περιποιήσῃ δόξαν περισσοτέραν καί ἔσῃ ἐνδοξότερος παρά τῷ Θεῷ οὗ ἔμελλες εἶναι» (56, 3).

Το ίδιο γράφει και η Διδαχή: «εἰ μὲν γὰρ δύνασαι βαστάσαι ὅλον τὸν ζυγὸν τοῦ Κυρίου, τέλειος ἔσῃ· εἰ δ' οὐ δύνασαι, ὅ δύνῃ τοῦτο ποίει. Περὶ δὲ τῆς βρώσεως ὅ δύνῃ βάστασον».
Είναι σαφές ότι υπήρχε το στοιχείο της προαίρεσης: η περιατέρω άσκηση στην εγκράτεια ήταν επιλογή του πιστού.
Ορισμένοι, εντούτοις, κήρυτταν την υποχρεωτική αποχή από το γάμο και από κάποιες τροφές. Ο Απόστολος Παύλος δεν συμφωνούσε μαζί τους. Επρόκειτο για μια σέκτα με ιδιαίτερα γνωρίσματα, συγγενή πιθανώς με τους Γνωστικούς. Οι Γνωστικοί πίστευαν στο Καλό και στο Κακό. Μπορούσαν να αγνοήσουν κάθε ηθικό φραγμό και να ριχτούν στην ακολασία, πιστεύοντας ότι έτσι θα καταστρέψουν την ύλη, που είναι ο φορέας του Κακού. Είτε να γίνουν, όπως δίδασκαν ο Μαρκίων, ο Σατουρνίνος και ο απολογητής Τατιανός ο Σύρος, αυστηρά εγκρατείς, ώστε να απονεκρώσουν την ύλη. Από δύο διαφορετικούς δρόμους, δηλαδή, θεωρούσαν ότι ήταν δυνατό να φτάσουν στο ίδιο αποτέλεσμα.
Ο προαναφερθείς Τατιανός είναι εκείνος που διαμόρφωσε την αίρεση των Εγκρατιτών (όχι ο ιδρυτής της, όπως κάποιοι αναφέρουν). Προηγουμένως υπήρχαν Εγκρατίτες στην επίσημη Εκκλησία, αλλά και μέσα σε ορισμένες αιρέσεις. Τώρα πλέον παρουσιάζονται ως ιδιαίτερη αίρεση, ανεξάρτητη από τις άλλες. Βασικοί εισηγητές της ο εκ Κιλικίας Δοσίθεος, που έγραψε έργο, στο οποίο τασσόταν υπέρ της εγκράτειας, και ο Ιούλιος Κασσιανός (ανήκε και στην αίρεση των Δοκητών), συγγραφέας του έργου Περί εγκρατείας.
Χαρακτηριστικά των Εγκρατιτών συναντάμε και στον Μοντανισμό, ο οποίος πάντως κινούνταν σε άλλο πλαίσιο. Ιδιαίτερη σέκτα των Εγκρατιτών ήταν οι Σεβηριανοί Εγκρατίτες. Οι Εγκρατίτες είχαν επηρεαστεί από τον ιουδαϊκό νόμο και τις περί αποχής αναφορές του, τους Εσσαίους και τους Νεοπυθαγόρειους.
Για να θέσουν σε θεολογική βάση την αποχή, χρησιμοποίησαν τον Γνωστικισμό και τη δυαρχία που αυτός εισηγούνταν. Γράφει ο Επιφάνιος, επίσκοπος Σαλαμίνας της Κύπρου (Πανὰριον 47, 1): «Φάσκουσι δέ καί οὗτοι ἀρχὰς τινας εἶναι, τὴν τε τοῦ διαβὸλου ἀντικειμένην πρὸς τὰ τοῦ Θεοῦ ποιήματα καὶ μὴ υποτασσομένην». Και ακόμη: «Τὸν δὲ γὰμον σαφῶς τοῦ διαβὸλου ὁρίζονται. Ἒμψυχα δὲ βδελύσσονται ἀπαγορεύοντες, οὐχ ἔνεκεν ἐγκρατείας οὔτε πολιτείας, ἀλλά κατὰ φόβον καὶ ἰνδαλμὸν τοῦ μὴ καταδικασθῆναι ἀπὸ τῆς τῶν ἐμψὺχων μεταλὴψεως. Κέχρηνται δὲ καὶ αὐτοὶ μυστηρίου δι' ὓδατος· οἶνον δὲ ὅλως οὐ μεταλαμβάνουσι, φάσκοντες εἶναι διαβολικὸν».
Οι περιορισμοί που έθεταν, αφορούσαν τον γάμο και τη διατροφή. Είχαν αποκληθεί «υδροπαραστάται». Αυτό, επειδή τους ήταν απαγορευμένο να πίνουν κρασί, τελούσαν τη Θεία Ευχαριστία με ψωμί και νερό. Οι πιο αυστηροί, όπως οι Μοντανιστές, χρησιμοποιούσαν τυρί. Βέβαια, παρότι απέρριπταν τον γάμο, κάθε άλλο παρά απέφευγαν τη συναναστροφή με γυναίκες. Προσπαθούσαν να μιμηθούν τον Χριστό. Αυτό τους συνιστούσε, άλλωστε ο Τατιανός, στο έργο του «Περὶ τοῦ κατὰ τὸν Σωτῆρα καταρτισμοῦ», το οποίο όμως δεν έχει διασωθεί. Υποτιμώντας τις δυνατότητες του ανθρώπου, είχαν καταλήξει στο δόγμα περί δοκητικής ενανθρώπησης του Ιησού Χριστού.
Ο Επιφάνιος γράφει ότι, επί των ημερών του, οπαδοί της αίρεσης αυτής υπήρχαν σε περιοχές της Μικράς Ασίας, την Πισιδία, τη Φρυγία, την Ισαυρία, την Κιλικία, τη Γαλατία, τη Συρία, την Παμφυλία και τη Ρώμη. Στην «Εκκλησιαστική Ιστορία» του Σωζομένου (5, 11) αναφέρεται ότι ο Εγκρατίτης Βούσιρις βρήκε μαρτυρικό θάνατο στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουλιανού. Οι πιο πολλοί Εγκρατίτες τον 4ο αιώνα μ.Χ. ενώθηκαν με τους υπόλοιπους Γνωστικούς, τους Μανιχαίους και τους Μοντανιστές. Οι λιγότερο ακραίοι δεν αποσχίστηκαν από το σώμα της Εκκλησίας. Οι μοναχοί, κυρίως οι Μασσαλιανοί, διατήρησαν κάποιες από τις συνήθειές τους. Συγγραφείς αυτής της αίρεσης έγραψαν διάφορα απόκρυφα βιβλία (Πράξεις Πέτρου, Παύλου, Ιωάννου, Ανδρέου, Θωμά). Σ' αυτά συναντάμε τις απόψεις τους περί ίσης αξίας ανδρών και γυναικών, η οποία επιτυγχανόταν με εξάλειψη των φυσιολογικών μεταξύ τους διαφορών. Έκαναν χρήση και του Κατ' Αιγυπτίους ευαγγελίου. Ένα απόσπασμά του, που έχει διασωθεί, λέει ότι ο θάνατος θα καταργηθεί όταν τα δύο φύλα ενωθούν σε ένα. Η αίρεσή τους εξαφανίζεται μετά τον 5ο αιώνα μ.Χ.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία Μαρτίνου, τόμος 5, σελ. 327 (το λήμμα υπογράφει ο Παναγιώτης Χρήστου)