Διπλή παύλα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
η παύλα

Η διπλή παύλα ( – – ή — — ) είναι σημείο στίξης. Η διπλή παύλα χρησιμοποιείται για να κλείσουμε μέσα μια φράση ή ένα μέρος της. Ίδια χρήση έχει και η παρένθεση, όμως η διπλή παύλα χρησιμοποιείται όταν το μέρος αυτό δεν έχει τόσο δευτερεύουσα σημασία ώστε να κλειστεί σε παρένθεση. Ως προς τον επιτονισμό, κάνουμε παύση πριν και μετά τη λέξη ή τη φράση που βρίσκεται ανάμεσα στις παύλες και τη διαβάζουμε σε λίγο χαμηλότερο τόνο. Τέλος, πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ παύλας (– ή —) και ενωτικού (-).

Παραδείγματα χρήσης: «Η θεία μου —θεός σχωρέστην— μ' αγαπούσε πολύ». «Άλλη καταστροφή, που δεν την φανταζόμεθαν, εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας, κι ανέτοιμους — πού πια καιρός — μας συνεπαίρνει» (Κ.Π. Καβάφης, Τελειωμένα).

Για την εισαγωγή της (μεσαίας ή της μεγάλης) παύλας στο λειτουργικό σύστημα Microsoft Windows, χρησιμοποιείται ο συνδυασμός πλήκτρων Alt+0150 ή 0151, με τον αριθμητικό κωδικό να εισάγεται μέσω του αριθμητικού πληκτρολογίου.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]