Διονύσιος Καλλιάρχης
Διονύσιος Καλλιάρχης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Θάνατος | 10 Απριλίου 1821 Κωνσταντινούπολη |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | νέα ελληνική γλώσσα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | χριστιανός ιερέας |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | μητροπολίτης Φιλικός |
Ο Διονύσιος Καλλιάρχης (... - 10 Απριλίου 1821), ήταν Έλληνας επίσκοπος, μητροπολίτης Λαρίσης, στη συνέχεια μητροπολίτης Εφέσου, φιλικός και εθνομάρτυρας του 1821.
Επέδειξε σημαντική δράση για την ανέγερση ναών και για την ελληνική παιδεία με δημιουργία και στήριξη σχολείων όπως η Πατριαρχική Σχολή Ξηροκρήνης και το Φιλολογικό Γυμνάσιο Σμύρνης.
Είναι άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και τιμάται στις 10 Απριλίου, ημέρα του μαρτυρίου του.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και η οικογένειά του είχε καταγωγή από τη Χίο. Από μικρή ηλικία ακολούθησε την ιεροσύνη. Ήταν ανηψιός του Πατριάρχη Νεοφύτου Ζ΄, επί Πατριαρχίας του οποίου, τον Ιούλιο του 1792, εξελέγη μητροπολίτης Λαρίσης. Την περίοδο αυτή η μητρόπολη Λαρίσης είχε υπό τη δικαιοδοσία της όλη τη Θεσσαλία και τις επισκοπές Γαρδικίου, Τρίκκης, Σταγών, Λιδωρικίου, Λιτζάς, Αγράφων, Ραδοβεστίων, Ζητουνίου, Θαυμακού, Σκιάθου και Σκοπέλου.[1] Ο Διονύσιος πέτυχε την έκδοση φιρμανιού με το οποίο μετριαζόταν ο γενιτσαρικός φόρος για τους υπόδουλους. Επίσης επιτάχυνε τις διαδικασίες ανέγερσης ναού του Αγίου Αχιλλείου που είχε καταστραφεί από το 1770. Το 1794 ανήγειρε και το παλιό ελληνικό σχολείο της πόλης της Λάρισας. Ενίσχυσε τη σχολή του Τυρνάβου και ίδρυσε και πολλά άλλα σχολεία στην εκκλησιαστική του περιφέρεια.
Στην Κωνσταντινούπολη, ο Διονύσιος, με την ιδιότητά του ως μέλους της Ιεράς Συνόδου, αναμείχθηκε ενεργά στις τρέχουσες εκκλησιαστικές υποθέσεις. Εκτός των άλλων, ήταν ένας από τους συνοδικούς που ανέδειξαν στον πατριαρχικό θρόνο το Γρηγόριο Ε΄, το 1797. Επιπλέον, τον Ιανουάριο του 1800, μετά τη συνέλευση αρχόντων και κληρικών υπό την προεδρία του Πατριάρχη, αποφασίστηκε η μεταφορά της Μεγάλης του Γένους Σχολής στην Ξηροκρήνη της Κωνσταντινούπολης (Κουρουτσεσμέ). Για τον λόγο αυτό, την 1η Φεβρουαρίου 1804, ο Διονύσιος υπέγραψε έγγραφο στο οποίο αναφερόταν ότι αγοράστηκε οίκημα στην Ξηροκρήνη για να στεγαστεί η Πατριαρχική Σχολή Ξηροκρήνης.[2]
Το 1803 εξελέγη μητροπολίτης Εφέσου, όπου συνέχισε τη δράση του για την ελληνική παιδεία και έκτισε εκκλησίες σε όλη τη μητροπολιτική περιφέρεια. Παγίωσε το σχολείο της Μαγνησίας, της Περγάμου, των Βρυούλων και της Εφέσου και παρέσχε στήριξη στο Φιλολογικό Γυμνάσιο Σμύρνης και την Ακαδημία Κυδωνιών.[2]
Κατά τον Φιλήμονα ο Διονύσιος Καλλιάρχης ως επίσκοπος Εφέσου, έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Όταν εκδηλώθηκε η Ελληνική Επανάσταση του 1821 διατελούσε συνοδικός επίσκοπος στην Κωνσταντινούπολη. Κατηγορήθηκε από τους Οθωμανούς ως υποκινητής της Επανάστασης των Ελλήνων όταν αρνήθηκε μεταξύ άλλων μητροπολιτών να επικυρώσει την εγκύκλιο με τον αφορισμό της Επανάστασης από το Πατριαρχείο, αρνούμενος ακόμα και τη δημόσια ανάγνωσή της. Οι τουρκικές αρχές τότε τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν στην Κωνσταντινούπολη στις φυλακές του Μποσταντζή και μαζί του συνέλαβαν και φυλάκισαν επίσης τους Μητροπολίτες Δέρκων Γρηγόριο, Αγχιάλου Ευγένιο, Νικομηδείας Αθανάσιο, Αδριανουπόλεως Δωρόθεο, Θεσσαλονίκης Ιωσήφ και Τυρνόβου Ιωαννίκιο.
Την ημέρα του Πάσχα, 10 Απριλίου 1821, μετά τον απαγχονισμό του Γρηγορίου Ε΄ στην κεντρική πύλη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, οι Τούρκοι, στο πλαίσιο των σουλτανικών αντιποίνων, μετέφεραν τον Διονύσιο και τους μητροπολίτες Αγχιάλου Ευγένιο και Νικομήδειας Αθανάσιο, σε διάφορα σημεία της πόλης όπου και τους απαγχόνισαν. Στο δε στήθος και των τριών μητροπολιτών έφεραν υβριστική επιγραφή ως προδότες και αποστάτες. Τα σώματά τους παρέμειναν κρεμασμένα επί τριήμερο, μετά δε την αποκαθήλωσή τους, αφού σύρθηκαν και διαπομπεύθηκαν ατιμωτικά στους δρόμους της πόλης από τουρκικό όχλο αλλά και Εβραίους, στη συνέχεια ρίχτηκαν στη θάλασσα. Λίγες ημέρες μετά ανασύρθηκαν από κάποιους ευσεβείς Χριστιανούς όπου και τάφηκαν κάποια στο Επταπύργιο και άλλα σε κοντινό νησί απροσδιόριστου σημείου. Ακολούθησαν, στις 3 Ιουνίου 1821, οι απαγχονισμοί των υπόλοιπων φυλακισμένων μητροπολιτών σε διαφορετικό σημεία της Κωνσταντινούπολης: του μητροπολίτη Τυρνόβου Ιωαννικίου στο Αρναούτκιοϊ, του μητροπολίτη Αδριανουπόλεως Δωροθέου στο Μέγα Ρεύμα, του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιωσήφ στο Νεοχώρι και τέλος του μητροπολίτη Δέρκων Γρηγορίου στα Θεραπειά.[3]
Έργο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Διονύσιος Καλλιάρχης διακρινόταν για την αγάπη του στη παιδεία αλλά και τη μουσική του καλλιέργεια. Ίδρυσε σχολεία στη Λάρισα, την Έφεσο καθώς και μουσική σχολή στην Κωνσταντινούπολη. Στο δε ενεργητικό του εντάσσεται και η μεγάλη υποστήριξη που παρέσχε στους Κωνσταντίνο του εξ Οικονόμων και Βενιαμίν τον Λέσβιο καθώς και οι ιδιαίτερες προσπάθειες που κατέβαλε για την εισαγωγή νέας μουσικής μεθόδου στην εκκλησιαστική μουσική. Ο Διονύσιος μάλιστα υπερασπίστηκε τον Βενιαμίν τον Λέσβιο που κατηγορούνταν για τις προοδευτικές του ιδέες από συντηρητικούς εκπαιδευτικούς κύκλους.[4]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Μακραίος 1872, σελ. 380.
- ↑ 2,0 2,1 Διονύσιος Καλλιάρχης Εφέσου, Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού
- ↑ Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ὁ Ἱερομάρτυρας Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης
- ↑ «Ιστορία της Ακαδημίας Κυδωνιών», Μικρασιατικά Χρονικά 4, (Αθήνα 1948), σελ. 145-208.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- "Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου" τομ.6ος, σελ.94.
- "Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larousse Britannica" τομ.21ος, σελ.142.
- Μακραίος, Σέργιος (1872). Εκκλησιαστική Ιστορία. Βενετία: Τύποις του Χρόνου.