Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος (ύπατος το 162 π.Χ.)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙΙ (ύπατος το 162 π.Χ.)
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Gnaeus Domitius Ahenobarbus (Λατινικά)
Γέννηση210 π.Χ.
Αρχαία Ρώμη
Θάνατος162 π.Χ.
Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Ρώμη
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΡωμαίος πολιτικός
Ρωμαίος στρατιωτικός
Οικογένεια
ΤέκναΓναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙΙΙ (ύπατος το 122 π.Χ.)[1]
Gnaeus Domitius Ahenobarbus
ΓονείςΓναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος Ι (ύπατος το 192 π.Χ.)
ΟικογένειαΔομίτιοι Αηνόβαρβοι
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΎπατος στην αρχαία Ρώμη
Ρωμαίος συγκλητικός
Αργυρό νόμισμα με κεφάλι της Αθηνάς με κράνος, X (αξία) πίσω της. Πίσω όψη: Οι Διόσκουροι έφιπποι κρατούν δόρατα, CN • DO, ROMA. 18 χλστ., 4.17 γραμ.

Ο Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙΙ, λατιν.: Gnaeus Domitius Ahenobarbus, ήταν γιος του Γναίου Δομίτιου Αηνόβαρβου Ι που είχε γίνει ύπατος το 192 π.Χ., [2] επιλέχθηκε pontifex το 172 π.Χ. όταν ήταν ακόμη νεαρός [3] και το 169 π.Χ. στάλθηκε με άλλους δύο ως επίτροπος στη Μακεδονία. [4] Το 167 π.Χ. ήταν ένας από τους δέκα επιτρόπους για τη διευθέτηση των υποθέσεων της Μακεδονίας σε συνδυασμό με τον Λ. Αιμίλιο Παύλο. [5] και όταν οι ύπατοι τού 162 π.Χ. παραιτήθηκαν λόγω κάποιου λάθους στους οιωνούς κατά την εκλογή τους, αυτός και ο Κορνήλιος Λέντουλος επιλέχθηκαν ύπατοι στη θέση τους. [6] [7]

Παιδιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήταν πατέρας τού Γναίου Δομίτιου Αηνοβάρβου ΙΙΙ, ο οποίος ήταν ύπατος το 122 π.Χ.

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Domitii» (Ρωσικά)
  2. Smith, William (1867), «Gnaeus Domitius Ahenobarbus (2)», στο: Smith, William, επιμ., Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, 1, Boston: Little, Brown and Company, σελ. 84, http://www.ancientlibrary.com/smith-bio/0093.html, ανακτήθηκε στις 2022-12-20 
  3. Livy, xlii. 28
  4. Livy, xliv. 18
  5. Livy, xlv. 17
  6. Cicero, De Natura Deorum ii. 4, De Divinatione ii. 35
  7. Valerius Maximus, i. 1. § 3


Αυτό το λήμμα βασίζεται ή περιλαμβάνει κείμενο από λήμμα στo Λεξικό της ελληνικής και ρωμαϊκής βιογραφίας και μυθολογίας του Ουίλλιαμ Σμιθ (1870) που αποτελεί κοινό κτήμα.