Γλυκαντικές ουσίες
Με τον όρο γλυκαντικές ουσίες ή γλυκαντικά, χαρακτηρίζονται πρόσθετες ουσίες φυσικής ή συνθετικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται, είτε για να προσδώσουν γλυκιά γεύση στα τρόφιμα, είτε ως επιτραπέζια γλυκαντικά.[1]
Τεχνητές γλυκαντικές ουσίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα της ζάχαρης:
- για τη γλύκανση τροφίμων ή
- σε ειδικά προϊόντα που προορίζονται για διαβητικούς ή
- για κάποιες επιθυμητές δίαιτες.
Οι ουσίες αυτές αν και υπερτερούν σε γλυκύτητα της ζάχαρης εν τούτοις δεν αφομοιώνονται από τον οργανισμό.
Κυριότερη τέτοια ουσία της κατηγορίας αυτών είναι ή σακχαρίνη που αποτελεί παράγωγο του βενζοϊκού οξέος. Παλαιότερα, για τον ίδιο σκοπό, χρησιμποιούνταν κυκλαμικά άλατα που όμως αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία, από το 1970, λόγω αποδεδειγμένης καρκινογόνου δράσης σε πειραματόζωα, χωρίς όμως αυτό να έχει επαληθευθεί και για ανθρώπους, εγείροντας έτσι πολλές αμφιβολίες.
Στα τελευταία χρόνια παρατηρείται μεγάλος όγκος έρευνας για ανακάλυψη νέων γλυκαντικών ουσιών μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η γλυκορριζίνη, η διυδροχαλκόνη, η φλαβόνη καθώς και η φυσική γλυκοπρωτεΐνη "μιράκλ φρούιτ" (miracle fruit), που παράγεται από εξωτικά φυτά της δυτικής Αφρικής και που σήμερα η καλλιέργειά τους έχει επεκταθεί και στις ΗΠΑ.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Οδηγία 94/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1994 για τα γλυκαντικά που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στα τρόφιμα, Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 237 της 10/09/1994 σ. 0003 - 0012