Αμπρόν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χορεύτρια Αμπρόν από την Ακτή Ελεφαντοστού

Οι Αμπρόν (Abron) ή Μπόνο (Bono = πρωτοπόρος, πρωτότοκος στη γη), ή και Μπρονγκ (Brong), είναι εθνότητα των Ακάν της Δυτικής Αφρικής.[1] Είναι μία από τις μεγαλυτερες εθνοτικές ομάδες των Ακάν και μιλούν τη διάλεκτο μπόνο της γλώσσας ακάν.[2] Στα τέλη του 15ου αιώνα ίδρυσαν το δικό τους βασίλειο, στη σημερινή Γκάνα και Ακτή Ελεφαντοστού.[3][4][5]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αμπρόν ή Μπόνο μετανάστευσαν από την Αυτοκρατορία του Γκάνα (Γουαγκαντού) προς νότο εξαιτίας της επιβολής του Ισλάμ από τη δυναστεία των Αλμοραβιδών. Κατέφυγαν στα νότια του ποταμού Μαύρου Βόλτα, στα τροπικά δάση της σημερινής κεντρικής Γκάνας, προκειμένου να διατηρήσουν τη θρησκεία των προγόνων τους και της Μάνας Γης (Ασάσε Για). Κατά την προφορική τους παράδοση, ένα γένος των Μπόνο ξεπήδησε από ένα άνοιγμα στη γη, τη Σπηλιά Αμόουι, εξαιτίας ενός σεισμού στο Πινιχίνι και συνενώθηκε με τους υπόλοιπους. Αρχηγός τους ήταν ο Οχένε Ασάμαν και συμβουλεύθηκε τον θεό του για καθοδήγηση. Ο θεός τον συμβούλεψε να κτίσει πόλεις ή κράτη. Από τότε ο συγκεκριμένος θεός έλαβε το εξυμνητικό του όνομα Μπιακούρου, που σημαίνει «ο κτίζων πόλεις». Οι Αμπρόν έκτισαν την πόλη Γιεφίρι (η ονομασία σημαίνει «βγαίνουμε από τη σπηλιά»). Ο Οχένε Ασάμαν, που ήταν μέλος της φυλής του γερακιού (Ογιόκο ή Αγιόκο), και ο Μπονοχεμάα Αμεγιάα Κεσέ έκτισαν ως επέκταση μια ακόμα πόλη και την ονόμασαν Μπόνο Μάνσο. Αυτή η δεύτερη πόλη έγινε πρωτεύουσα στο Κράτος των Μπόνο, το «Μπονόμαν», μιας συνομοσπονδίας εφτά ισχυρών φυλών ή γενών. Μερικοί άλλοι οικισμοί έλαβαν τα ονόματα θεοτήτων (abosom) που κατείχαν τα εδάφη εκείνα. Η φυλή των Κροντιχένε παρέμεινε στο Γιεφίρι. Οι μετέπειτα οικογένειες ενθαρρύνθηκαν να ζουν μακριά η μία από την άλλη, σε διαφορετικά μέρη των εδαφών που εποικίστηκαν.[6][7][8]

Τον 12ο αιώνα, όταν οι Αμπρόν ανεκάλυψαν χρυσάφι στους ποταμούς Τουί και Ταίν, έγιναν πολύ ισχυροί. Χρησιμοποιούσαν τη χρυσόσκονη ως νόμισμα στο εμπορικό κράτος τους, το Μπονόμαν, και στις αγορές του Τιμπουκτού, της Τζενέ και της Βόρειας Αφρικής.

Οι Αμπρόν ήταν γνωστοί για την επιδεξιότητά τους στην κατασκευή ορειχάλκινων αντικειμένων, στη χύτευση μετάλλων, στην ύφανση, στην αγγειοπλαστική και άλλα. Περί το 1471, όταν οι Πορτογάλοι έφθασαν στην περιοχή της Χρυσής Ακτής, η πόλη Μπέγκο του Μπονόμαν ήταν μία από τις μεγαλύτερες πόλεις στη Δυτική Αφρική, με εκτιμώμενο τότε πληθυσμό περίπου 12.000 κατοίκους.

Η πρωτεύουσα Μπόνο Μάνσο έμελλε να διαδραματίσει αξιοσημείωτο ρόλο στο δουλεμπόριο του Ατλαντικού και σήμερα Αφρικανοί της διασποράς επισκέπτονται την τοποθεσία της προκειμένου να μάθουν περισσότερα για την ιστορία τους. Παραδοσιακά οι Μπόνο αποτελούν το κέντρο του πολιτισμού των Ακάν, με τις περισσότερες πλευρές του να εκπηγάζουν από αυτούς: τα τύμπανα (φοντομφρόμ, ατουμπάν), η ονοματολογία και ιεραρχία των φυλάρχων, οι ομπρέλες (σκιάδια) των βασιλέων, τα σύμβολα αντίνκρα, οι μυγοσκοτώστρες, οι σάλπιγγες από ελεφαντόδοντο, τα τελετουργικά ξίφη και πολλά άλλα. Οι Μπόνο χορεύουν πολλούς παραδοσιακούς χορούς των Ακάν, όπως τον Κέτε, τον αντογουά (Adowa), τον φοντομφρόμ και άλλους.[9][10][11]

Κοινωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα οι Αμπρόν ήταν οργανωμένοι σε μικρά βασίλεια, που επεβίωσαν μέσα στα αποικοκρατικά κράτη, με τη δική τους ανεπτυγμένη δικαιοσύνη. Είναι λαός μητρογονικός (matrilineal) και παραδοσιακά ένα βασίλειο/κράτος δεν μπορούσε να ιδρυθεί χωρίς μια βασίλισσα-μητέρα, ενώ ιδρύθηκαν πολλά χωρίς βασιλιά. Καθώς η διαδοχή ήταν και είναι από το γένος των μητέρων και μόνο οι πρόγονοι της μητέρας τιμώνται, ήταν ουσιώδες γυναικείο βασιλικό αίμα να γεννήσει ένα βασίλειο. Αυτή η βασίλισσα-μητέρα θεωρείται από τους Αμπρόν/Μπόνο ως κόρη της Σελήνης, που συμβολίζει τα θηλυκά χαρακτηριστικά του Νυαμέ, του Ανώτατου Όντος που δημιούργησε το Σύμπαν γεννώντας τον Ήλιο (Amowia). Ο Ήλιος θεωρείται επομένως γιος της Σελήνης, προσωποποιούμενος ως θεός. Η βασίλισσα-μητέρα αντιπροσωπεύει επομένως τη μεγάλη Θεά-Μητέρα-Σελήνη, ο βασιλιάς τον θεό Ήλιο και το βασίλειο-κράτος το Σύμπαν. Τα εφτά ουράνια σώματα που αναγνώριζαν ως «πλανήτες» και οι αρχαίοι Έλληνες, δηλαδή η Σελήνη, ο Ήλιος, ο Άρης, ο Ερμής, ο Διας, η Αφροδίτη και ο Κρόνος, υποτίθεται ότι κυβερνούν τους ουρανούς. Οι παραδοσιακές εφτά ισχυρές μητρογονικές φυλές ή γένη (abusua) αντιπροσωπεύουν αυτά τα ουράνια σώματα πάνω στη Γη και διοικούν το κράτος.[12][4] Παρομοίως οι Αμπρόν έχουν «περίεργο» κληρονομικό δίκαιο: Η κληρονομιά περιέρχεται κατά πρώτο στον εκ μητρός θείο του αποθανόντος και αν αυτός δεν ζει, στον γιο της αδελφής του αποθανόντος.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Buah, F. K. (1998). «2». A History of Ghana. Macmillan. σελ. 9. ISBN 978-0-333-65934-2. 
  2. The Akan of Ghana: Their Ancient Beliefs. Faber & Faber. 1958. 
  3. «A Profile of Bono Kyempem» (στο Essays on the Archaeology, History, Language and Politics of the Brong Peoples of Ghana, επιμ. και εισαγωγή Kwame Arhin, Πανεπιστήμιο της Γκάνας
  4. 4,0 4,1 Effah-Gyamfi, E.: «Aspects of the Archaeology and Oral Traditions of the Bono State» στο Transactions of the Historical Society of Ghana, τόμος 15 (1974), σσ. 217-227.
  5. Muhammad, Akbar: The International Journal of African Historical Studies, τόμος 10.2 (1977), σσ. 242-258
  6. Warren, Dennis M. (1973). Disease, Medicine, and Religion Among the Techinan - Bono of Ghana: A Study in Culture Change. Indiana University. 
  7. Brempong, Owusu (1978). Attacking Deviation from the Norm: Insults in Bono - Ghana. Indiana University. 
  8. Westermann, Diedrich· Smith, Edwin William· Forde, Cyril Daryll (1963). Africa. Oxford University Press. 
  9. Shillington, Kevin (2005). Encyclopedia of African History: A - G.. 1. Taylor & Francis. ISBN 978-1-57958-245-6. 
  10. The Akan of Ghana: Their Ancient Beliefs. Faber & Faber. 1958. 
  11. Adandé, Alexis· Arinze, Emmanuel· Arinze, E.N. (2002). Museums & Urban Culture in West Africa. West African Museums Programme. ISBN 978-0-85255-275-9. 
  12. Meyerowitz, Eva Lewin-Richter (1951). The sacred state of the Akan. Faber and Faber. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το λήμμα «Αμπρόν» στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 5, σελίδα 164