Αμοργός (ποίημα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αμοργός
Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης (1943).
ΣυγγραφέαςΝίκος Γκάτσος
ΤίτλοςΑμοργός
Ημερομηνία δημοσίευσης1943
ΜορφήΠοίημα

Η Αμοργός είναι το πρώτο πλήρες ποιητικό έργο που δημοσίευσε ο Έλληνας ποιητής και μουσικός στιχουργός Νίκος Γκάτσος. Πρόκειται για μια μικρή σε έκταση υπερρεαλιστική σύνθεση αναμεμειγμένη με στοιχεία της ελληνικής δημοτικής και λόγιας παράδοσης.

Η Αμοργός θεωρείται κορυφαίο δημιούργημα της νεοελληνικής γραμματείας. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι ο Γκάτσος δεν δημοσίευσε άλλα παρόμοια ποιητικά έργα, με εξαίρεση ίσως δυο-τρία ποιήματα.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αμοργός κυκλοφόρησε για πρώτη φορά σε 308 αντίτυπα το 1943, στα χρόνια της γερμανικής Κατοχής, από τον αθηναϊκό εκδοτικό οίκο Αετός ΑΕ[1]. Μέχρι τότε ο ποιητής είχε δημοσιεύσει λίγα μόνον ποιήματα σε κλασικό ρυθμό και κάποιες κριτικές στα λογοτεχνικά περιοδικά Νέα Εστία και Ρυθμός. Η Αμοργός ήταν η πρώτη του ποιητική σύνθεση σε ελεύθερο στίχο και εικόνες ολότελα υπερρεαλιστικές. Σ'  αυτό συνέβαλε η γνωριμία του ποιητή με τον Ελύτη και άλλους υπερρεαλιστές ποιητές της εποχής, Έλληνες και μη[2]. Κατά ομολογία του Τάκη Παπατσώνη, ο Γκάτσος επέλεξε τον τίτλο Αμοργός όχι επειδή έχει κάποια σχέση με το ομώνυμο νησί, αλλά «μονό ηχητικά — σαν ένα τμήμα ελληνικό»[3]. Κατά άλλες ερμηνείες, ο τίτλος του έργου αποτελεί αναφορά σε ένα ουτοπικό, ελληνικό και σκοτεινό (λόγω Κατόχης) τοπίο[4].

Μετά την δημοσίευση της Αμοργού, ο Γκάτσος δημοσίευσε ελάχιστα άλλα ποιήματα, και ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με την γραφή στίχων για τραγούδια. Η Αμοργός κυκλοφόρησε σε β΄ έκδοση στην Αθήνα το 1963, από τις εκδόσεις Ίκαρος. Από την γ΄ έκδοση, που βγήκε από τον Ίκαρο το 1969, και έπειτα συμπεριλήφθηκαν δύο ποιήματα μεταγενέστερα της Αμοργού: «Ο Ιππότης και ο Θάνατος (1513)»[5] και, το «Ελεγείο»[6]. Η δ΄ έκδοση της Αμοργού έγινε το 1987 από τον Ίκαρο και ακολούθησαν πολλές ανατυπώσεις. Από το 1998, το έργο αυτό του Γκάτσου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκης. Οι πωλήσεις του μέχρι το 2002 είχαν ξεπεράσει τα 40.000 αντίτυπα[7].

Περιεχόμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αμοργός αποτελείται από 168 στίχους. Μεταξύ των στίχων 122 και 123, παρεμβάλλονται τέσσερις παράγραφοι πεζού λόγου. Έργο υπερρεαλιστικό και «αλλότροπο», μπορεί να χωριστεί σε έξι ενότητες ή «ποιήματα»[8][9]. Το πρώτο ποίημα (στίχοι 1–60) είναι πλούσιο σε αισθήματα και φυσικές εικόνες. Ξεκινάει με ατμόσφαιρα θανάτου και καταλήγει σε προτροπή για δράση και αισθητική λύτρωση:

«Μή γίνεσαι ΠΕΠΡΩΜΕΝΟΝ
Μή σφίγγεις ἄδικα τὰ παπούτσια σου σὰ νὰ φυτεύεις πλατάνια
Γιατὶ δὲν εἶναι ὁ σταυραητὸς ἕνα κλεισμένο συρτάρι[10]

Tο δεύτερο ποίημα (στίχοι 61–98) διαποτίζεται από δραματικές απόψεις και φιλοσοφικούς στοχασμούς για να καταλήξει και πάλι σε προτροπή για δράση:

«Φτάνει ν' ἀνθίσει μόνο
Λίγο σιτάρι γιὰ τὶς γιορτὲς λίγο κρασὶ γιὰ τὴ θύμηση λίγο νερὸ γιὰ τὴ σκόνη…»

Το τρίτο ποίημα (στίχοι 99–122), το οποίο αποτελείται από έξι τετράστιχα σε παραδοσιακό δεκαπεντασύλλαβο στίχο, είναι σκοτεινό και «καταθλιπτικά υποβλητικό»[11]. Τα τέσσερα πρώτα τετράστιχα αρχίζουν με την φράση «Στοῦ πικραμένου τὴν αὐλὴ» ως ένδειξη βαθύ πόνου. Τα δύο τελευταία τετράστιχα είναι ωστόσο σκιρτήματα χαράς, γλυκιάς ανάμνησης και ελπίδας:

«Κι ἂν θὰ διψάσεις γιὰ νερὸ θὰ στίψουμε ἕνα σύννεφο
Κι ἂν θὰ πεινάσεις γιὰ ψωμὶ θὰ σφάξουμε ἕνα ἀηδόνι.
[…]
Εἴταν τοῦ Μάη τὸ πρόσωπο τοῦ φεγγαριοῦ ἡ ἀσπράδα
Ἕνα περπάτημα ἐλαφρὺ σὰ σκίρτημα τοῦ κάμπου
Ἕνα φιλὶ τῆς θάλασσας τῆς ἀφροστολισμένης.»

Το τέταρτο «ποίημα» είναι ένας ύμνος στην δύναμη της ζωής και της «απόλυτης Ποίησης»[12], γραμμένος στην μορφή πεζού. Ακολουθεί το πέμπτο και πιο μικρό ποίημα (στίχοι 123–127), ένα επιγραμματικό γλωσσικό παιχνίδι στην απλή καθαρεύουσα της εποχής που γράφτηκε η Αμοργός. Τέλος, το έκτο ποίημα (στίχοι 128–168) είναι ένα λυρικό νοσταλγικό όραμα:

«Πόσο πολὺ σὲ ἀγάπησα ἐγὼ μονάχα τὸ ξέρω
Ἐγὼ ποὺ κάποτε σ' ἄγγιξα μὲ τὰ μάτια τῆς πούλιας.»

Το όραμα αυτό κλείνει ως στάση ενός κόσμου αγέρωχου, ενός κόσμου αγάπης:

«Χρόνια καὶ χρόνια πάλεψα μὲ τὸ μελάνι καὶ τὸ σφυρὶ βασανισμένη καρδιά μου
Μὲ τὸ χρυσάφι καὶ τὴ φωτιὰ γιὰ νὰ σοῦ κάμω ἕνα κέντημα
Ἕνα ζουμπούλι πορτοκαλιᾶς
Μίαν ἀνθισμένη κυδωνιὰ νὰ σὲ παρηγορήσω
Ἐγὼ ποὺ κάποτε σ' ἄγγιξα μὲ τὰ μάτια τῆς πούλιας […]»

Η υποδοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κυκλοφορία της Αμοργού μέσα στην Κατοχή, η μορφή και το περιεχόμενο του έργου προβλημάτισαν τους Έλληνες κριτικούς της εποχής εκείνης, αλλά και μεταγενέστερους. Ορισμένες εκτιμήσεις για την Αμοργό από κριτικούς του αθηναϊκού Τύπου (Μ. Ροδάς, Α. Σπύρης, κ.ά.) ήταν απαξιωτικές και ειρωνικές σε βαθμό χλευασμού. Άλλωστε, για πολλούς κριτικούς της εποχής, η υπερρεαλιστική γραφή ήταν τελείως ακατανόητη[13].

Οι πρώτοι που αναγνώρισαν την αξία του έργου ήταν ο Τάκης Παπατσώνης[14] και ο Ανδρέας Καραντώνης[15]. Στα επόμενα χρόνια, και ιδιαίτερα μετά το 1960, ακολούθησαν θετικές κριτικές από τους Τάσο Λιγνάδη, Λίνο Πολίτη, Μάριο Βίττι, κ.ά. Αξιοσημείωτο είναι επίσης πως ο Γιώργος Βελουδής κατέταξε την Αμοργό στα ελάχιστα ελληνικά λογοτεχνικά έργα που τόλμησαν και εξέφρασαν την αντίσταση κατά των κατακτητών και της ηττοπάθειας μέσα στην περιόδο της Κατοχής, και όχι εκ των υστέρων[16]. Αντιθέτως, ο Νικήτας Παρίσης βρήκε πως το συγκεκριμένο έργο του Γκάτσου είναι μεν «κείμενο μοναδικής ποιητικότητας», αλλά δεν περιέχει «ορατές και άμεσες αναφορές στο ζόφο της εποχής [της Κατοχής[17].

Ο συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις, που ήταν φίλος και συνεργάτης του Γκάτσου, είπε πως η Αμοργός δεν είναι ποίημα καθαυτό υπερρεαλιστικό, αλλά «ποίημα ελληνικό, με χρήση κάποιων υπερρεαλιστικών στοιχείων»[18], ποίημα που περιέχει «ατόφιο χρυσάφι»[19]. Στην άποψη αυτή μοιάζει να συμφωνεί και η νεοελληνίστρια Έφη Ρέντζου η οποία επισήμανε πως στην Αμοργό, ο Γκάτσος «χρησιμοποιεί επιλεκτικά το σώμα της ελληνικής λογοτεχνίας [από τον Ηράκλειτο έως τον Θεοτοκά και τον Σεφέρη] αλλά και μεταμορφώνει αυτή την παράδοση, φιλτράροντας την μέσω της υπερρεαλιστικής αισθητικής της, για να γίνει έτσι ένα είδος δυνητικού "λογοτεχνικού κανόνα" για την ελληνική πρωτοπορία»[20].

Μεταφράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αμοργός έχει μεταφραστεί εξ ολοκλήρου στις εξής γλώσσες:

Μέρη της Αμοργού έχουν μεταφραστεἰ στα Τουρκικά[21], στα Ισπανικά[22] και πιθανώς και σε άλλες γλώσσες.

Μελοποίηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μάνος Χατζιδάκις μελοποίησε την Αμοργό, αλλά μόνον κομμάτια της είχαν κυκλοφορήσει σε δίσκους όσο καιρό ζούσαν ο ποιητής και ο συνθέτης. Η πλήρης μελοποίηση κυκλοφόρησε σε δίσκο το 2005, δεκατρία χρόνια μετά τον θάνατο του Γκάτσου και έντεκα χρόνια μετά τον θάνατο του Χατζιδάκι[23].

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Μωραΐτης (2002/2008).
  2. Μωραΐτης, 2002/2008
  3. Παπατσώνης (1944).
  4. Κάντζια (2013).
  5. Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Τετράδιο, τόμ. Α΄, τχ. 1, Ιανουάριος 1947.
  6. Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Φιλολογικά Χρονικά, τχ. 41, Μάιος 1946, σελ. 119.
  7. Μωραΐτης (2002/2008).
  8. Δεσποτόπουλος, (1999).
  9. Rentzou (2007).
  10. Τα αποσπάσματα παρουσιάζονται εδώ στο πολυτονικό, με την ορθογραφία του ποιητή.
  11. Δεσποτόπουλος, (1999).
  12. Δεσποτόπουλος, (1999).
  13. Καρτσωνάκης (2009).
  14. Καρτσωνάκης (2009).
  15. Rentzou (2007).
  16. Βελουδής (1982).
  17. Παρίσης (1988).
  18. Χατζιδάκις (1986).
  19. Χατζιδάκις (1988).
  20. Rentzou (2007).
  21. Nikos Gatsos, Bütün Şiirlerinden Seçmeler (Çeviren: Herkül Milas), 122 s. İstanbul Kavram Yayınları 1995.
  22. Nikos Gatsos, «Fragmento» (traducción: José Antonio Moreno Jurado). Στην ιστοσελίδα: msur.es/2016/03/18/nikos-gatsos/, 18/03/2016. (Ανακτήθηκε στις 19 Μαΐου 2019.)
  23. Σύκκα (2005).

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα Ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε άλλες γλώσσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Rentzou, Effie (2007). «Nikos Gatsos' Amorgos, topography and the poetics of modernism» (στα αγγλικά). Byzantine and Modern Greek Studies 31 (2): 191-212. doi:10.1179/030701307X210402. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]