Αγγοστύρα η τρίφυλλος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτό το λήμμα αφορά το φυτό. Για το συμπυκνωμένο πικρό ποτό, δείτε: Angostura bitters.
Αγγοστούρα, Αγγοστύρα,
Αγγοστύρα η τρίφυλλος
(Angostura trifoliata)
Τεμάχια από τον φλοιό της Cusparia febrifuga.
Τεμάχια από τον φλοιό της Cusparia febrifuga.
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Eudicots )
Τάξη: Σαπινδώδη (Sapindales)
Οικογένεια: Ρουτίδες (Rutaceae)
Γένος: Αγγοστύρα (Angostura)
Είδος: Α. η τρίφυλλος (A. trifoliata)
Διώνυμο
Αγγοστούρα η τρίφυλλος
(Angostura trifoliata)

(Willd.) T.S.Elias
Συνώνυμα
  • Bonplandia trifoliata Willd.
  • Cusparia febrifuga Humb. πρώην DC.
  • Cusparia trifoliata (Willd.) Engl.
  • Galipea officinalis Hancock[1]

Η Αγγοστούρα είναι θαμνοειδές της οικογένειας των ρουτιδών, ιθαγενές των δασών του Ορινόκο στη Βενεζουέλα. Λέγεται και Αγγοστύρα, ενώ η επιστημονική της ονομασία είναι Αγγοστύρα η τρίφυλλος (Angostura trifoliata).[Σημ. 1] Ο φλοιός της Αγγοστούρας είναι χυμώδης, μαλακός, πρασινωπός ή καστανοκίτρινος στο εσωτερικό και κίτρινος στο εξωτερικό, ενώ περιέχει διάφορα αλκαλοειδή, μια πικρή ουσία, που ονομάζεται αγγοστυρίνη, και ένα αιθέριο έλαιο. Η οσμή του είναι ισχυρή και δυσάρεστη, η δε γεύση του πικρή.

Η Αγγοστύρα η τρίφυλλος, είναι φαρμακευτικό φυτό εγγενές στη Νότια Αμερική. Ο φλοιός της συνήθως θεωρείται, λανθασμένα, πως χρησιμοποιείται στην εμπορική μάρκα «Angostura bitters», η οποία έχει λάβει το όνομά της όχι από το φυτό, αλλά από την πόλη Angostura (Σιουδάδ Μπολίβαρ, Βενεζουέλα).

Χρήση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη φαρμακευτική χρησιμοποιείται ως σκόνη, βάμμα ή εκχύλισμα. Σε οινοπνευματικό διάλυμα με αλκοόλη 60 βαθμών σχηματίζει ένα πικρό τονωτικό, με στυπτικές και αντιπυρετικές ιδιότητες, που χρησιμοποιείται ως φάρμακο στις δυσπεπτικές λοιμώξεις και στη δυσεντερία. Στην ποτοποιία χρησιμοποιείται ευρέως ως υποκατάστατο του εκχυλίσματος φλοιού της κίνας. Παλαιότερα κυκλοφορούσε στο εμπόριο ανάμεικτη με φλοιό στρύχνου του εμετικού ως ψευδοαγγοστύρα.

Ο στρύχνος, που προέρχεται από τις ίδιες περιοχές, δεν διαφέρει εξωτερικά από την Αγγοστούρα, είναι όμως πολύ δηλητηριώδης, γιατί περιέχει στρυχνίνη και βρυκίνη. Από τα σπέρματα και τους φλοιούς διαφόρων ειδών στρύχνου, οι ιθαγενείς του Ορινόκο και του Ρίο Νέγκρο έπαιρναν το δηλητήριο με το οποίο έβρεχαν τα βέλη τους. Η ψευδοαγγοστύρα αναγνωρίζεται αν της προσθέσουμε μια σταγόνα πυκνό νιτρικό oξύ, οπότε και θα πάρει αιματέρυθρη χροιά (αντίδραση βρυκίνης).

Ωστόσο, ο φλοιός της Αγγοστούρας χρησιμοποιείται σε μια σειρά άλλων πικρών αρωματικών ουσιών, όπως τα Πικρά (ή Μπίττερς - Bitters) της Abbott.[2]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Οι περισσότερες πηγές, αναφέρουν το φυτό ως Αγγοστύρα (με διπλό γάμμα) και με ύψιλον. Αντιθέτως, το Ανγκοστούρα ή Αγκοστούρα, απαντά πιο συχνά, αλλά όχι ως επιστημονική ονομασία.
Παραπομπές σημειώσεων


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Angostura trifoliata at Germplasm Resources Information Network
  2. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Νοεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016.