Έαντμπερτ της Νορθουμβρίας
Έαντμπερτ της Νορθουμβρίας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Θάνατος | 20 Αυγούστου 768 Γιόρκ Μίνστερ |
Τόπος ταφής | Γιόρκ Μίνστερ |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Οσούλφ της Νορθουμβρίας Osgifu Oswine of Northumbria |
Γονείς | Eata[1] |
Αδέλφια | Ecgbert |
Οικογένεια | Leodwaldings |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | βασιλιάς της Νορθουμβρίας (737–758) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Έαντμπερτ της Νορθουμβρίας (Eadberht, ... - 20 Αυγούστου 768) βασιλιάς της Νορθουμβρίας (737 - 758) ήταν αδελφός του Έκγκμπερτ της Γιορκ και η περίοδος της βασιλείας του εμφανίζεται σαν η επιστροφή των αυτοκρατορικών επιδιώξεων της δυναστείας της Νορθουμβρίας και σαν εποχή μεγάλης ευημερίας στην Αγγλοσαξονική Αγγλία. Αντιμετώπισε πολλές αντιστάσεις από αντίπαλες δυναστείες και τουλάχιστον δυο αντίπαλοι του σκοτώθηκαν κατά την διάρκεια της βασιλείας του, παραιτήθηκε (758) υπέρ του γιου του Oσούλφ της Νορθουμβρίας και αποσύρθηκε σαν μοναχός στην Γιορκ. Ο Έαντμπερτ έγινε βασιλιάς της Νορθουμβρίας μετά την δεύτερη παραίτηση του ξαδέλφου του Κέολγουλφ της Νορθουμβρίας προκειμένου να αποσυρθεί σε μοναστήρι στο Λίντισφαρν, σε αντίθεση με την πρώτη παραίτηση του Κέολγουλφ που είχε γίνει με την βία η δεύτερη έγινε ηθελημένα για χάρη του Έαντμπερτ.[2] Ο πατέρας του Έαντμπερ Εάτα ήταν απόγονος του Ίδα της Βερνικίας μέσω του γιου του Όκγκα σύμφωνα με το Αγγλοσαξωνικό χρονικό ή του Έαντρικ σύμφωνα με την «Βρετανική Ιστορία».[3]
Εσωτερική πολιτική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Έαντμπερ συνάντησε σημαντικές αντιστάσεις κατά την διάρκεια της βασιλείας του από αντίπαλες οικογένειες, ο Ίρντγουιν γιος του Ίντγουλφ της Νορθουμβρίας και παππούς του μελλοντικού βασιλιά Ίρντγουλφ της Νορθουμβρίας δολοφονήθηκε (740).[4] To 750 ο Όφα γιος του Άλντφριθ της Νορθουμβρίας συνελήφθη από την αιχμαλωσία του στο Λίντισφαρν και θανατώθηκε ενώ ο επίσκοπος Κίνεγουλφ της Λίντισφαρν ο οποίος υποστήριζε τον Όφα κρατήθηκε στην Γιορκ.[5] Ο ρόλος των θρησκευτικών επισκοπών στις πολιτικές συγκρούσεις ήταν προφανής, η οικογένεια του Ίρντγουιν σχετίζεται με το Ριπόν, ο Όφα και ο Κέολγουλφ με το Λίντισφαρν και το Χέξαμ φαίνεται ότι υποστήριζε βασιλείς και ευγενείς οι οποίοι ήρθαν σε σύγκρουση με την κοινότητα της Λίντισφαρν.[6] Ο Έαντμπερτ ωστόσο σαν αδελφός του αρχιεπισκόπου της Γιορκ είχε την υποστήριξη από το μεγαλύτερο τμήμα του κλήρου της Νορθουμβρίας.[7]
Την περίοδο της βασιλείας του Έαντμπερτ υπήρχαν οι μεγαλύτερες αναμορφώσεις στο νομισματικό σύστημα της Νορθουμβρίας, τα νομίσματα είχαν επιγραφές με τα ονόματα του βασιλιά και του επισκόπου Έκγκμπερτ, ο Κίρμπι αναφέρει «τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι ο Έαντμπερτ έφερε μεγάλη ευημερία στο βασίλειο του».[8] Ένα γράμμα το οποίο στάλθηκε από τον πάπα Παύλο Α΄ στον Έαντμπερτ και στον Έκγκμπερτ στο οποίο τους ζητούσε να επιστρέψουν τα εδάφη που πήραν από τον ηγούμενο Φόρθρεντ και τα έδωσαν στον αδελφό του Μόλλ, τον μελλοντικό Έθελβαλντ Μόλλ της Νορθουμβρίας δείχνει τις προσπάθειες του Έαντμπερτ να αποκαταστήσει δίκαια τις τεράστιες εκτάσεις που είχε πάρει στο παρελθόν σαν δώρο η εκκλησία.[9]
Συγκρούσεις με τους γείτονες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Κίρμπι επιπλέον σημειώνει «μια αναβίωση των αυτοκρατορικών βλέψεων του 7ου αιώνα στην Νορθουμβρία πραγματοποιήθηκε την εποχή του Έαντμπερτ» Η πρώτη προσπάθεια του Έαντμπερτ να πραγματοποιήσει τα μεγαλεπήβολα σχέδια του φάνηκαν την χρονιά που δολοφονήθηκε ο Ίρντγουιν (740). Στην συνέχεια καταγράφεται ένας πόλεμος ανάμεσα στους Πίκτους και την Νορθουμβρία κατά την διάρκεια του οποίου ο Έθελμπαλντ της Μερκίας εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία της απουσίας του Έαντμπερτ για να λεηλατήσει τα εδάφη της Νορθουμβρίας. Οι λόγοι του πολέμου είναι ασαφείς, η πιθανότερη αιτία όπως αναφέρει ο Γούλφ ήταν ο φόνος του Ίρντγουιν, ο πατέρας του ήταν εξόριστος στον βορά την περίοδο 705 - 706 και ο ίδιος είχε καλές σχέσεις με τους Πίκτες γι'αυτό ο βασιλιας τους Οένγκους ήθελε να τον αποκαταστήσει στον θρόνο της Νορθουμβρίας.[10] O Έαντμπερτ κατέκτησε την πεδιάδα του Κάιλ (750) και το 756 εκστράτευσε στο πλευρό του βασιλιά των Πίκτων Οένγκους εναντίον των Βρετανών του Άλτ Κλάτ, η εκστρατεία καταγράφεται ως εξής :
«Την χρονιά της ενσάρκωσης του Κυρίου (756), ο βασιλιάς Έαντμπερτ στον 18ο χρόνο της βασιλείας του και ο Ούνουστ βασιλιάς των Πίκτων οδήγησαν τον στρατό τους στην πόλη του Νταμπάρτον, οι Βρετανοί ενώ δέχτηκαν τους όρους της ειρήνης την πρώτη μέρα του Αυγούστου την δέκατη μέρα του ίδιου μήνα σκοτώθηκε ολόκληρος ο στρατός τους που είχε κατεύθυνση από την Ουανία στο Νιούμπιριγκ».[11]
Η Ουανία ταυτίζεται με το σημερινό Γκόβαν αλλά η τοποθεσία του Νιούμπιριγκ δεν είναι γνωστή.[12] Η πιθανότερη θέση του είναι το Νιούμπεργκ-ον-Τίν κοντά στο Χέξαμ.[8] Μια νεώτερη παρουσίαση των γεγονότων από τους ιστορικούς εμφανίζει το Νιούμπιριγκ στο Λίχφιλντ στο βασίλειο της Μερκίας. Η ήττα του Έαντμπερτ και του Οένγκους απο τον Έθελμπαλντ της Μερκίας σχετίζεται με την ίδρυση της εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα στην Μερκία, σύμφωνα με τους θρύλους ιδρύθηκε από τον βασιλιά Οένγκους για να τον ευχαριστήσει που τον έσωσε ύστερα από την ήττα του από την Μερκία.[13]
Παραίτηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Έαντμπερτ παραιτήθηκε από τον θρόνο (758) προκειμένου να εισέλθει μοναχός στον καθεδρικό ναό της Γιορκ, ο θάνατος του καταγράφεται από τον Συμεών του Νταρχάμ το 768.[8] Ο Συμεών στο έργο του «Ιστορία της εκκλησίας του Νταρχάμ» αναφέρει ότι ο Έαντμπερτ τάφηκε στο προαύλιο του καθεδρικού ναού δίπλα από τον αδελφό του επίσκοπο Έκγκμπερτ ο οποίος είχε πεθάνει δυο χρόνια πριν (766). Ο γιος του Οσούλφ της Νορθουμβρίας τον διαδέχθηκε αλλά δολοφονήθηκε τον ίδιο χρόνο.[14] Η κόρη του Όσφιγκου και ο σύζυγος της Άλρεντ της Νορθουμβρίας έγιναν οι επόμενοι βασιλείς, οι εγγονοί του Έαντμπερτ Έλφβαλντ Α΄ της Νορθουμβρίας γιος του Οσούλφ και Οσρέντ Β΄ της Νορθουμβρίας γιος της Οσφίγκου κατείχαν τον θρόνο μέχρι τα τέλη του αιώνα. Είχε άλλον έναν γιο τον Οσουίν που έπεσε σε μάχη (761). Ο τελευταίος πιο γνωστός απόγονος του Έαντμπερτ ήταν ο γιος του Οσφίγκου Αλμούντ του Ντέρμπι ο οποίος δολοφονήθηκε (800) υπό τις διαταγές του Ίρντγουλφ και ανακηρύχτηκε μάρτυρας.[15]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
- ↑ Kirby, σελ. 149; Yorke, Kings, σελ. 88. Higham, σελ. 149, takes the Lindisfarne community's opposition to Eadberht in 750 as a sign that the abdication may not have been voluntary.
- ↑ HB, c. 61. Eda Glinmawr is mentioned in a Welsh triad, but this cannot be Eadberht's father.
- ↑ Kirby, σσ. 150 & 154; Yorke, Kings, σελ. 89.
- ↑ Higham, σσ. 148–149; Kirby, σελ. 150; York, Kings, σελ. 89.
- ↑ Higham, σελ. 149; Yorke, Conversion, σσ. 242–243.
- ↑ Campbell, σελ. 103
- ↑ 8,0 8,1 8,2 Kirby, σελ. 150.
- ↑ Yorke, Kings, σελ. 91.
- ↑ Woolf, σελ. 37.
- ↑ After Forsyth, σελ. 29.
- ↑ Forsyth, σσ. 29–30; Woolf, σελ. 39.
- ↑ Woolf, σσ. 39–40.
- ↑ A possible second son, Oswine, was killed in battle on 6 August 761 leading a rebellion against King Æthelwald Moll; Marsden, σσ. 232–233.
- ↑ Kirby, σελ. 151; Yorke, Kings, σελ. 90, table 11.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Campbell, James, The Anglo-Saxon State. London: Hambeldon, 2000.
- Forsyth, Katherine. «Evidence of a lost Pictish source in the Historia Regum Anglorum» in Simon Taylor (ed.) Kings, clerics and chronicles in Scotland, 500–1297: essays in honour of Marjorie Ogilvie Anderson on the occasion of her ninetieth birthday. Dublin: Four Courts Press, 2000.
- Higham, N.J., The Kingdom of Northumbria AD 350-1100. Stroud: Sutton, 1993.
- Kirby, D.P., The Earliest English Kings. London: Unwin Hyman, 1991.
- Marsden, J., Northanhymbre Saga: The History of the Anglo-Saxon Kings of Northumbria. London: Cathie, 1992.
- (HB) Morris, John (ed. & tr.), Nennius: British History and The Welsh Annals. London: Phillimore, 1980.
- Woolf, Alex, «Onuist son of Uurguist : tyrannus carnifex or a David for the Picts ?» in David Hill & Margaret Worthington (eds.) Aethelbald and Offa : two eighth-century kings of Mercia (British Archaeological Reports, British series, no. 383). Oxford: Archaeopress, 2005.
- Yorke, Barbara, Kings and Kingdoms in Early Anglo-Saxon England. London: Seaby, 1990.
- Yorke, Barbara. The Conversion of Britain: Religion, Politics and Society in Britain c. 600–800. London: Longman, 2006.