Άλτον Λοκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εξώφυλλο πρώτης έκδοσης

Άλτον Λοκ (αγγλικός τίτλος: Alton Locke) είναι μυθιστόρημα του Τσαρλς Κίνγκσλυ, που δημοσιεύθηκε το 1850. Με πλήρη τίτλο Άλτον Λοκ, Ράφτης και Ποιητής: μια αυτοβιογραφία (Alton Locke,Tailor and Poet: An Autobiography) το έργο παρουσιάζει έντονη συμπάθεια προς το κίνημα των Χαρτιστών και εκφράζει τις απόψεις του συγγραφέα για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στα μέσα του 19ου αιώνα στην Αγγλία.[1]

Είναι ένα από τα πρώτα κοινωνικά μυθιστορήματα της αγγλικής λογοτεχνίας που είχαν στόχο να αφυπνίσουν την αστική συνείδηση ως προς την ευθύνη απέναντι στην εκμετάλλευση των εργατών.[2]

Επισκόπηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο συγγραφέας αποκαλύπτει τις κοινωνικές αδικίες που υφίσταντο οι εργαζόμενοι στο εμπόριο ρούχων και τις αποτυχημένες προσπάθειες αντίδρασης των εργατών. Δίνει επίσης μια εικόνα για την εκστρατεία των Χαρτιστών, στην οποία συμμετείχε ο Κίνγκσλυ τη δεκαετία του 1840, ένας από τους χαρακτήρες είναι ο Τόμας Κάρλαϊλ.[3]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Άλτον Λοκ είναι η ιστορία ενός νεαρού της εργατικής τάξης που έχει όνειρα και φιλοδοξίες πέρα ​​από τις συνηθισμένες προσδοκίες της καταγωγής του. Είναι έντονα πατριώτης, προσπαθεί να μορφωθεί μόνος του και θέλει να γίνει ποιητής. Ο θάνατος του πατέρα του άφησε τον ίδιο και τη μητέρα του σε απελπιστική φτώχεια. Ο θείος του του βρίσκει εργασία ως μαθητευόμενο ράφτη, όπου ο νεαρός έρχεται αντιμέτωπος με τις συνθήκες εργασίας, τα προβλήματα και την εκμετάλλευση των εργατών.[4]

Εντάσσεται στο εργατικό κίνημα των Χαρτιστών προσδοκώντας να βελτιώσει την κατάσταση της εργατικής τάξης. Μετά την αποτυχημένη εξέγερση το 1848, ο Άλτον βιώνει μια αίσθηση καταστροφής. Απόλυτα συντετριμμένος, αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Αμερική για να αναζητήσει μια νέα ζωή εκεί. Ωστόσο, μόλις φθάνει στην ακτή του Νέου Κόσμου, πεθαίνει. [5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]