Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ίλια Μέτσνικοφ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ιλία Μέτσνικοφ)
Ιλιά Μέτσνικοφ
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Илья Ильич Мечников (Ρωσικά)[1]
Γέννηση3ιουλ. / 15  Μαΐου 1845γρηγ.[2][3]
Ivanivka[4][5][3]
Θάνατος2ιουλ. / 15  Ιουλίου 1916γρηγ.[3]
Παρίσι[6][5][3]
Αιτία θανάτουέμφραγμα του μυοκαρδίου
ΥπηκοότηταΓαλλία και Ρωσική Αυτοκρατορία
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν και d:Q106947038
Σύζυγοςd:Q130388202 και Olga Belokopytova
ΓονείςIlya Ivanovich Mechnikov και Emilia Barto Mechnikov
Βραβεύσειςβραβείο Νόμπελ Ιατρικής και Φυσιολογίας (1908), Μετάλλιο Κόπλυ (1906), Karl Ernst von Baer medal (1891), μετάλλιο Άλμπερτ (1916) και αλλοδαπό μέλος της Βασιλικής Εταιρείας του Λονδίνου (12  Δεκεμβρίου 1895)
Επιστημονική σταδιοδρομία
Ερευνητικός τομέαςανοσολογία, μικροβιολογία, γεροντολογία, παθολογοανατομία, εμβρυολογία και ανοσοποιητικό σύστημα
Ιδιότηταβιολόγος, ανοσολόγος, ζωολόγος, χημικός, εφευρέτης, ιατρός, φυσιολόγος, μικροβιολόγος, εντομολόγος και βοτανολόγος
Διδακτορικός καθηγητήςLeon Cienkowski και Λουί Παστέρ
Ακαδημαϊκός τίτλοςdoctor rerum naturalium και doctor
Φοιτητές τουDanylo Zabolotny, Nikolay Gamaleya, Βάλντεμαρ Χάφκιν, d:Q16535549, Lev Tarassevitch, Savchenko Ivan Grigorovich και Alexandre Besredka

Ο Ιλιά Ιλίτς Μέτσνικοφ (ρωσικά: Илья́ Ильи́ч Ме́чников, 15 Μαΐου [Π.Η. 3 Μαΐου] 1845 – 15 Ιουλίου 1916) ήταν Ουκρανός, Ρώσος και Γάλλος ζωολόγος γνωστός για την πρωτοπόρα έρευνά του στην ανοσολογία.[7][8][9] Για την αναγνώριση της δουλειάς του στο πεδίο της ανοσίας, του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής το 1908, από κοινού με τον Πάουλ Έρλιχ.[10]

Συγκεκριμένα του αποδίδεται η ανακάλυψη των φαγοκυττάρων (μακροφάγα) το 1882. Αυτά τα κύτταρα αποδείχθηκε ότι ήταν ο κύριος αμυντικός μηχανισμός της εγγενούς ανοσίας.[11] Καθιέρωσε την ιδέα της κυτταρικής ανοσίας, ενώ ο Έρλιχ αυτή της χυμικής ανοσίας. Οι εργασίες τους θεωρούνται οι θεμέλιοι λίθοι της επιστήμης της ανοσολογίας.[12] Του έχει δοθεί ο χαρακτηρισμός του «πατέρα της κυτταρικής ανοσίας».[13] Επίσης, του αποδίδεται από κάποιες φορές ότι δημιούργησε τον όρο γεροντολογία το 1903, για την μελέτη του γήρατος και της μακροζωίας.[14][15]

Ο Μέτσνικοφ γεννήθηκε στο χωριό Ιβάνοβκα, κοντά στο Χάρκοβο, στη σημερινή επαρχία (ραγιόν Ντβοριτσάνσκ στην Ουκρανία. Ήταν το νεότερο από τα πέντε παιδιά του Ιλία Ιβάνοβιτς Μέτσικοφ, ενός Ρώσου αξιωματικού της Αυτοκρατορικής Φρουράς.[9] Η μητέρα του, Εμίλια Λβόβνα (Νεβάκχοβιστ), κόρη του Εβραίου συγγραφέα Λέο Νεβάκχοβιτς, επηρέασε σημαντικά την εκπαίδευσή του, ιδίως στην επιστήμη.[16][17] Το οικογενειακό όνομά είναι μετάφραση του ρουμανικού τίτλου spadă (σπαθί - εκλατινισμένη μορφή της ελληνικής λέξης σπάθη) στα ρωσικά. Ο πατέρας του ήταν απόγονος του καγκελάριου Γιούι Στεφάνοβιτς, εγγονού του Νικολάε Μιλέσκου.

Φοίτησε στο Λύκειο του Χάρκοβου το 1856, όπου ανέπτυξε το ενδιαφέρον του στη βιολογία. Έπεισε τη μητέρα του να σπουδάσει φυσικές επιστήμες αντί της ιατρικής και το 1862 προσπάθησε να σπουδάσει βιολογία στο Πανεπιστήμιο του Βίρτσμπουργκ, αλλά το γερμανικό ακαδημαϊκό έτος άρχιζε στο τέλος του χρόνου. Έτσι, εγγράφηκε στο πανεπιστήμιο του Χάρκοβο για φυσικές επιστήμες, ολοκληρώνοντας το τετραετές πρόγραμμα σπουδών σε δύο χρόνια. Το 1864 μετέβη στη Γερμανία για να μελετήσει τη θαλάσσια πανίδα στο μικρό νησί Χέλγκολαντ στη Βόρεια Θάλασσα. Συμβουλεύθηκε τον βοτανολόγο Φέρντιναντ Κον για να εργαστεί μαζί με τον Ρούντολφ Λόικαρτ στο Πανεπιστήμιο του Γκίσεν. Στο εργαστήριο του Λόικαρτ πραγματοποίησε την πρώτη του επιστημονική ανακάλυψε, βρίσκοντας την εναλλαγή (σεξουαλική και ασεξουαλική) στα νηματώδη. Το 1865, στο Γκίσεν, ανακάλυψε την ενδοκυττάρια πέψη ενός πλατυέλμινθα, μελέτη η οποία επηρέασε την μετέπειτα έρευνά του. Στη Νάπολη τον επόμενο χρόνο εργάστηκε στη διδακτορική διατριβή του πάνω στην εμβρυϊκή ανάπτυξη του ψαριού σεπιόλα και το καρκινοειδούς Νελάλια. Μετά από μια επιδημία χολέρας το φθινόπωρο του 1865 μετέβη στο πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, όπου δούλεψε με τους Β.μ. Κεφερστάιν και Γιάκομπ Χένλε. Το 1867 επέστρεψε στη Ρωσία για να λάβει το διδακτορικό του με τον Αλεξάντρ Κοβαλέφσκι από το Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης. Μαζί κέρδισαν το βραβείο Καρλ Ερνστ φον Μπάερ για τη διατριβή τους στην ανάπτυξη μικροβίων σε ασπόνδυλα έμβρυα. Ο Μέτσνικοφ ανακηρύχθηκε διδάκτορας στο νεότευκτο αυτοκρατορικό πανεπιστήμιο Νοβοροσίγια, σήμερα Πανεπιστήμιο της Οδησσού. Όντας 22 ετών, ήταν νεαρότερος από τους φοιτητές του. Μετά από μια διαφωνία του με ένα συνάδελφό του σχετικά μια επιστημονική συνάντηση, μεταφέρθηκε το 1868 στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, όπου το εργασιακό περιβάλλον ήταν χειρότερο. Το 1870 επέστρεψε στην Οδησσό για να αναλάβει τη θέση του καθηγητή Ζωολογίας και Συγκριτικής Ανατομίας.[9][16]

Το 1882 παραιτήθηκε από το Πανεπιστήμιο της Οδησσού εξαιτίας της πολιτικής αναταραχής μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Β΄. Πήγε στη Μεσσίνα ώστε να στήσει ιδιωτικό εργαστήριο. Επέστρεψε στην Οδησσό ως διευθυντής ενός ινστιτούτο για τον εμβολιασμό ενάντια στη λύσσα με το εμβόλιο του Λουί Παστέρ, αλλά μετά από κάποιες δυσκολίες αποχώρησε το 1888 και πήγε στο Παρίσι για να ζητήσει από τον Παστέρ. Ο Παστέρ το έδωσε μια θέση στο Ινστιτούτο Παστέρ, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του.[9]

Ο Μέτσνικοφ τη δεκαετία του 1910.

Ο Μέτσνικοφ ενδιαφέρθηκε για τη μελέτη των μικροβίων, και ιδιαίτερα το ανοσοποιητικό σύστημα. Στη Μεσσίνα ανακάλυψε την φαγοκυττάρωση, ενώ πειραματιζόταν με λάρβες αστερία. Το 1882, έδειξε την διαδικασία, καρφώνοντας μικρά αγκάθια σε λάρβες αστερία και βρήκε ασυνήθιστα κύτταρα γύρω από τα αγκάθια. Τα αγκάθια προέρχονταν από μανταρινιά. Συνειδητοποίησε όταν στα ζώα με αίμα, τα λευκά αιμοσφαίρια μαζεύονταν στο σημείο της φλεγμονής και υπέθεσε ότι με αυτή τη διαδικασία ο οργανισμός επιτεθόταν στα βακτήρια, τα οποία σκότωνε με τα λευκά αιμοσφαίρια. Συζήτησε αυτήν την υπόθεση με τον Καρλ Φρίντριχ Βίλχεμ Κλάους, καθηγητή Ζωολογίας στο πανεπιστήμιο της Βιέννης, ο οποίος πρότεινε τον όρο «φαγοκύτταρο» για τα κύτταρα τα οποία περιβάλλουν και σκοτώνουν παθογόνα. Ανακοίνωσε τα ευρήματά του στο Πανεπιστήμιο της Οδησσού το 1883.[9]

Η θεωρία του, ότι συγκεκριμένα λευκά αιμοσφαίρια μπορούσαν να περιβάλλον και να καταστρέψουν βλαπτικά σώματα, όπως βακτήρια, αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από τους κορυφαίους του χώρου, όπως ο Λουί Παστέρ, ο Έμιλ Άντολφ φον Μπέρινγκ και άλλους. Εκείνη την εποχή, οι βακτηριολόγοι πίστευαν ότι τα λευκά αιμοσφαίρια κατάπιναν τα παθογόνα και τα διέσπειραν σε όλο το σώμα. Ο κύριος υποστηρικτής του ήταν ο Ρούντολφ Βίρχοβ, ο οποίος δημοσίευσε την έρευνά του στο Archiv für pathologische Anatomie und Physiologie und für klinische Medizin. Εν τέλει, αυτή η ανακάλυψή του τιμήθηκε με το Νόμπελ το 1908. Εργάστηκε με τον Εμίλ Ρου για τη χρήση του καλομέλατος για την πρόληψη της σύφιλης.[10]

Το 1887, παρατήρησε ότι τα λευκά αιμοσφαίρια που απομόνωσε από αίμα διαφόρων ζώων προσελκύονταν από συγκεκριμένα βακτήρια.[18] Αυτή η έλξη σύντομα προτάθηκε ότι οφείλεται σε διαλυτά στοιχεία που απελευθερώνουν τα βακτήρια.[19] Περίπου 85 χρόνια αργότερα από αυτήν την παρατήρηση, εργαστηριακές μελέτες έδειξαν ότι αυτά τα στοιχεία ήταν χαμηλού μοριακού βάρους ολιγοπεπτίδια, τα οποία παράγονται από τα αναπτυσσόμενα Gram- και Gram+ βακτήρια.[20][21][22][23]

Ο Μέτσνικοφ επίσης ανέπτυξε τη θεωρία ότι το γήρας οφείλεται σε τοξικά βακτήρια στη κοιλιά και ότι το γαλακτικό οξύ μπορεί να παρατείνει τη ζωή. Με βάση αυτή τη θεωρία, έπινε ξινόγαλο κάθε μέρα και έγραψε μια εργασία για την επιμήκυνση της ζωής, με τις ιδιότητες του λακτοβάκιλους.[24][25] Απέδωσε την μακροβιότητα των Βουλγάρων χωρικών στην κατανάλωση γιαουρτιού.[26]

Η Μέτσνικοφ παντρεύτηκε την πρώτη γυναίκα του, τη Λουντμίλα Φεοντόροβιτς το 1863. Πέθανε από φυματίωση τις 20 Απριλίου 1873. Ο θάνατός της, σε συνδυασμό με άλλα προβλήματα, οδήγησαν τον Μέτσνικοφ σε απόπειρα αυτοκτονίας, λαμβάνοντας μεγάλη δόση όπιου. Το 1875 παντρεύτηκε τη νεαρή φοιτήτριά του Όλγα Μπελοκοπίτοβα.[13] Το 1885 η Όλγα υπέφερε από τυφοειδή πυρετό και έτσι πραγματοποίησε δεύτερη απόπειρα αυτοκτονίας,[9] εγχύοντας στον εαυτό του το βακτήριο μπορέλια. Η Όλγα πέθανε το 1944 στο Παρίσι από τυφοειδή.[16] Ο Μέτσνικοφ απεβίωσε το 1916 στο Παρίσι από καρδιακή ανεπάρκεια.[27]

Ο Μέτσνικοφ ήταν άθεος.[28]

Ανάμεσα στα βιβλία που έγραψε ήταν τα:[11][13]

  • Leçons sur la pathologie comparée de l’inflammation (1892; Διαλέξεις στη Συγκριτική Παθολογία της Φλεγμονής)
  • L’Immunité dans les maladies infectieuses (1901; Ανοσία στις Λοιμώδεις Νόσους)
  • Études sur la nature humaine (1903; Η φύση του Ανθρώπου)
  • Immunity in Infective Diseases (1905)
  • The New Hygiene: Three Lectures on the Prevention of Infectious Diseases (1906)
  • The Prolongation of Life: Optimistic Studies (1907)
  1. 1,0 1,1 12938930z. Ανακτήθηκε στις 11  Νοεμβρίου 2019.
  2. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 (Ρωσικά) Krugosvet. nauka_i_tehnika/biologiya/MECHNIKOV_ILYA_ILICH.html. Ανακτήθηκε στις 11  Μαρτίου 2024.
  4. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 26  Φεβρουαρίου 2017.
  5. 5,0 5,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 12938930z. Ανακτήθηκε στις 11  Μαρτίου 2024.
  6. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  7. Belkin, R.I. (1964). "Commentary," in I.I. Mechnikov, Academic Collection of Works, vol. 16. Moscow: Meditsina. σελ. 434. 
  8. Vikhanski, Luba (2016). Immunity: How Elie Metchnikoff Changed the Course of Modern Medicine. Chicago Review Press. σελ. 278. ISBN 978-1613731109. The author cites Metchnikoff's death certificate, according to which he died on July 15, 1916 (the original is in the Archive of the Russian Academy of Sciences, Metchnikoff Fund, 584-2-208). Olga Metchnikoff did not provide a precise date for her husband's death in her book, and many sources erroneously cite it as July 16. 
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 9,4 9,5 «Ilya Mechnikov - Biographical». Nobelprize.org. Nobel Media AB. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2015. 
  10. 10,0 10,1 «The Nobel Prize in Physiology or Medicine 1908». Nobelprize.org. Nobel Media AB. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2015. 
  11. 11,0 11,1 «Élie Metchnikoff». Encyclopædia Britannica. Encyclopædia Britannica, Inc. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2015. 
  12. Kaufmann, Stefan Η E (2008). «Immunology's foundation: the 100-year anniversary of the Nobel Prize to Paul Ehrlich and Elie Metchnikoff». Nature Immunology 9 (7): 705–712. doi:10.1038/ni0708-705. PMID 18563076. 
  13. 13,0 13,1 13,2 Gordon, Siamon (2008). «Elie Metchnikoff: Father of natural immunity». European Journal of Immunology 38 (12): 3257–3264. doi:10.1002/eji.200838855. PMID 19039772. 
  14. Vértes, L (1985). «The gerontologist Mechnikov». Orvosi hetilap 126 (30): 1859–1860. PMID 3895124. 
  15. Martin, D. J.; Gillen, L. L. (2013). «Revisiting Gerontology's Scrapbook: From Metchnikoff to the Spectrum Model of Aging». The Gerontologist 54 (1): 51–58. doi:10.1093/geront/gnt073. PMID 23893558. 
  16. 16,0 16,1 16,2 «Metchnikoff, Elie». Dictionary of Scientific Biography. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2015. 
  17. «Full text of "Life of Elie Metchnikoff, 1845-1916"». archive.org. 
  18. «Sur la lutte des cellules de l’organisme contre l’invasion des microbes». Ann. Inst. Pasteur 1: 321. 1887. 
  19. «unknown». Virchows Adz. IIO I. 1887. 
  20. «Bacterial factors chemotactic for polymorphonuclear leukocytes». The American Journal of Pathology 52 (4): 725–36. Apr 1968. PMID 4384494. https://archive.org/details/sim_american-journal-of-pathology_1968-04_52_4/page/725. 
  21. J Exp Med. 1976 May 1;143(5):1154-69
  22. J Immunol. 1974 Jun;112(6):2055-62
  23. «The isolation and partial characterization of neutrophil chemotactic factors from Escherichia coli». Journal of Immunology 114 (6): 1831–7. Jun 1975. PMID 165239. 
  24. Mackowiak, Philip A. (2013). «Recycling Metchnikoff: Probiotics, the Intestinal Microbiome and the Quest for Long Life». Frontiers in Public Health 1: 52. doi:10.3389/fpubh.2013.00052. PMID 24350221. 
  25. Podolsky, Scott H (2012). «Metchnikoff and the microbiome». The Lancet 380 (9856): 1810–1811. doi:10.1016/S0140-6736(12)62018-2. PMID 23189332. 
  26. Brown, AC; Valiere, A (2004). «Probiotics and medical nutrition therapy». Nutrition in Clinical Care 7 (2): 56–68. PMID 15481739. 
  27. B. I. Goldstein (21 July 1916). «Elie Metchnikoff». Canadian Jewish Chronicle. http://news.google.com/newspapers?id=BQodAAAAIBAJ&sjid=xGEEAAAAIBAJ&pg=6460,5413902&dq=%C3%A9lie+metchnikoff&hl=en. Ανακτήθηκε στις 17 November 2012. 
  28. Tauber, Alfred I.· Chernyak, Leon (1991). Metchnikoff and the Origins of Immunology : From Metaphor to Theory: From Metaphor to Theory. New York (US): Oxford University Press. σελ. 5. ISBN 978-0-1953451-00.