Σάτυρος Α΄ του Βοσπόρου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σάτυρος Α΄
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση431 π.Χ.
Παντικάπαιον
Θάνατος389 π.Χ.
Θεοδοσία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΤέκναΛεύκων Α΄ του Βοσπόρου
Γόργιππος του Βοσπόρου
Μητρόδωρος του Βοσπόρου
ΓονείςΣπάρτοκος Α΄ του Βοσπόρου
ΟικογένειαΣπαρτοκίδαι
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαάρχων

Ο Σάτυρος Α΄ (απεβ. το 389 π.Χ.) από τη δυναστεία των Σπαρτοκιδών ήταν ηγεμόνας του βασιλείου τοθ Βοσπόρου από το 432 π.Χ. έως το 389 π.Χ.[1] Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του συνέχισε την επεκτατική εξωτερική πολιτική τού πατέρα του, Σπάρτοκου Α΄. Κατέκτησε το Νυμφαίο, αναμείχθηκε στις πολιτικές εξελίξεις του γειτονικού βασιλείου των Σινδών και πολιόρκησε την πόλη Θεοδοσία,[2] που ήταν σοβαρός εμπορικός αντίπαλος, λόγω τού χωρίς πάγο λιμανιού της και της γειτνίασης με τα σιτηρά της ανατολικής Κριμαίας.

Προήδρευσε σε μία σύσφιξη των δεσμών με την Αθήνα και κάποια στιγμή πιθανότατα ύψωσε ένα άγαλμα προς τιμήν του στην πόλη αυτή.[3][4] Ήταν επίσης ο πατέρας του Λεύκωνα Α΄ και του Γοργίππου, που επέκτειναν το βασίλειό τους σε ένα ισχυρό βασίλειο.

Βασιλεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σάτυρος Α΄ ήταν ηγετική φυσιογνωμία στην επέκταση τού βασιλείου τού πατέρα του, κέρδισε αρχικά κάποια επιτυχία παίρνοντας το Νυμφαίον από τον Γύλωνα και ίσως και το Κιμμερικόν, αλλά αργότερα είχε εκτεταμένα προβλήματα με το γειτονικό βασίλειο των Σινδών, με το οποίο είχε ξεκινήσει έναν ανεπιτυχή πόλεμο, και τις ελληνικές πόλεις-κράτη της Θεοδοσίας και της Ηράκλειας Ποντικής.

Επέτρεψε στον γιο του ισχυρού υπουργού του Σωπαίο να ταξιδέψει στην Αθήνα με δύο πλοία γεμάτα σιτάρι.[5] Τα πλοία του γιου του Σωπαίου κατάφεραν να αποφύγουν τους πειρατές και έφτασαν στην Αθήνα. Όταν έφτασαν στην Αθήνα, ο γιος συναντήθηκε με τον Αθηναίο τραπεζίτη Πασίωνα και κατάφερε να τακτοποιήσει τις υποθέσεις του. Ο Σάτυρος Α΄, ωστόσο, κατέληξε στην άποψη ότι ο Σωπαίος συμμετείχε σε συνωμοσία για να αφαιρέσει τη ζωή του, έτσι συνέλαβε τον Σωπαίο. Καθώς ο γιος του Σωπαίου βρισκόταν ακόμη στην Αθήνα, ο Σάτυρος Α΄ διέταξε τους Βοσπόριους στην Αθήνα να κατάσχουν την περιουσία τού γιου και να τον αναγκάσουν να επιστρέψει στο βασίλειο του Βοσπόρου.[6]

Στη συνέχεια ο Σάτυρος Α΄ αθώωσε τον Σωπαίο από τα εγκλήματά του και συμφώνησε με την κόρη του Σωπαίου, τη Θεοδοσία, να παντρευτεί τον γιο του Λεύκωνα Α΄.[7]

Προβλήματα με τους Σίντι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σάτυρος Α΄ αντιμετώπισε εκτεταμένα προβλήματα με τους Σινδούς. Σύμφωνα με τον Πολύαινο, τα προβλήματα προέκυψαν, επειδή ο Σάτυρος Α΄ είχε προσφέρει την κόρη του στον Εκακταίο,[8] τον βασιλιά των Σινδών, αλλά είχε δώσει εντολή στον Εκαταίο να σκοτώσει την υπάρχουσα σύζυγό του Τιργαταώ. Αντί να τη σκοτώσει,[9] ο Εκακταίος την έβαλε φυλακή σε έναν πύργο, από τον οποίο αυτή μπόρεσε να δραπετεύσει και να φτάσει στη φυλή της, τους Iξομάτες. Η Tιργαταώ παντρεύτηκε τον διάδοχο τού πατέρα της, ο πατέρας της πιθανότατα ήταν βασιλιάς των Iξοματών, και ξεσήκωσε πολλές φυλές για να κάνουν πόλεμο εναντίον του Σατύρου Α΄.[10] Ο Σάτυρος Α΄, συνειδητοποιώντας ότι δεν μπορούσε να κερδίσει, πρόσφερε ως όμηρο τον γιο του Μητρόδωρο και μήνυσε για ειρήνη.[11]

Λίγο μετά από αυτό, έγινε μία απόπειρα κατά της ζωής της Τιργατώς, πιθανότατα οργανωμένη από τον Σάτυρο Α΄.[12] Αφού έμαθε γι' αυτό το σχέδιο, ο Tιργαταώ σκότωσε τον Mητρόδωρο και για άλλη μία φορά ξεκίνησε πόλεμο κατά τού Σατύρου Α΄.[13] Αυτός ο πόλεμος τερματίστηκε από τους γιους του Λεύκωνα Α΄ και τον Γόργιππο λίγο μετά το τέλος τού πατέρα τους και την άνοδό τους στον θρόνο.[14]

Το τέλος και η υστεροφημία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σάτυρος Α΄ απεβίωσε στην ανεπιτυχή πολιορκία της Θεοδοσίας το 389 π.Χ. σε ηλικία 81 ετών. Το τέλος του οδήγησε στην ανάρρηση τού Λεύκωνα Α΄ και τού Γοργίππου, που επέκτειναν το βασίλειο του Βοσπόρου.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Gaudukevich, V. F. (1979). «Bosporskoe tsarstvo». The Great Soviet Encyclopedia (3rd Edition). http://encyclopedia2.thefreedictionary.com/Satyros+I. Ανακτήθηκε στις 5 December 2011. 
  2. Trofimova, Anna A. (2007). Greeks on the Black Sea: ancient art from the Hermitage. Los Angeles, USA: Getty Publications. σελίδες 11–12. ISBN 9780892368839. 
  3. Dinarchus. Against Demosthenes. Cambridge MA (USA): Harvard University Press. σελ. 1.43. 
  4. Gardiner-Garden, John R. (1986). «Fourth Century Conceptions of Maiotian Ethnography». Historia: Zeitschrift für Alte Geschichte 35 (2): 193. 
  5. Polyaenus. Strategems. σελίδες V.2. Τότε ο νέος αυτός πήρε τα δύο πλοία του φορτωμένα με σιτάρι και απέπλευσε. 
  6. Moreno (25 Οκτωβρίου 2007). Feeding the Democracy: The Athenian Grain Supply in the Fifth and Fourth Centuries BC. ISBN 9780191607783. 
  7. Glover (1917). From Pericles to Philip. Macmillan. σελ. 314. και ως απόδειξη της συμφιλίωσής του, αναβίβασε τον Σωπαίο σε υψηλότερα καθήκοντα και έλαβε την κόρη εκείνου ως σύζυγο για τον γιο του. 
  8. Polyaenus. Strategems. σελίδες V.2. Ο Σάτυρος έδωσε την κόρη του σε γάμο σ εαυτόν, και τον πίεσε να σκοτώσει την πρώην σύζυγό του. 
  9. Polyaenus. Strategems. σελίδες V.2. Ο Εκαταίος ήταν ερωτευμένος την Μαιώτιδα, και δεν μπορούσε να σκεφτεί να τη σκοτώσει, έτσι την περιόρισε σε ένα δυνατό κάστρο. 
  10. Polyaenus. Strategems. σελίδες V.2. Οι ομόσπονδοι πρώτα εισέβαλαν στη χώρα τού Εκαταίου, και μετά λεηλάτησαν τις περιοχές τού Σατύρου. 
  11. Polyaenus. Strategems. σελίδες V.2. συνοδευόμενος από τον Μητρόδωρο, τον γιο του Σάτυρου, που πρόσφερε ως όμηρο. 
  12. Polyaenus. Strategems. σελίδες V.2. Αλλά σύντομα μετά που ορκίστηκαν, έκαναν σχέδια να σπάσουν τον όρκο. Ο Σάτυρος έπεισε δύο φίλους του, να επαναστατήασουν μαζί της και να τεθούν υπό την προστασία της. 
  13. Polyaenus. Strategems. σελίδες V.2. Η Τιργαταώ διέταξε να εκτελεστεί ο όμηρος, και ερήμωσε τις περιοχές του Σάτυρου με φωτιά και σπαθί. 
  14. Polyaenus. Strategems. σελίδες V.2. αφήνοντας τον γιο του Γόργιππο να τον διαδεχθεί στον θρόνο. Αποκήρυξε τη διαδικασία τού πατέρα του και ζήτησε ειρήνη, που αυτή του χορήγησε αντί φόρου υποτέλειας. Έτσι έβαλε τέλος στον πόλεμο. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]