Παραίτηση του Γουλιέλμου Β΄

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
πράξη παραίτησης
Η πράξη παραίτησης του Γουλιέλμου Β΄, που υπογράφηκε στις 28 Νοεμβρίου του 1918

Ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β΄ παραιτήθηκε από Γερμανός Αυτοκράτορας και Βασιλιάς της Πρωσίας τον Νοέμβριο του 1918. Η παραίτηση ανακοινώθηκε στις 9 Νοεμβρίου από τον Πρίγκιπα Μαξιμιλιανό της Βάδης και τέθηκε επίσημα σε ισχύ με τη γραπτή πράξη παραίτησης, που εξέδωσε ο Γουλιέλμος στις 28 Νοεμβρίου, όταν είχε ήδη αυτοεξοριστεί στο Αμερόνχεν της Ολλανδίας. Έτσι, τερματίστηκε η ύπαρξη της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς και η 500χρονη κυριαρχία του Οίκου των Χοεντσόλερν επί της Πρωσίας και του Βρανδεμβούργου. Ο Γουλιέλμος βασίλευσε στη Γερμανία και την Πρωσία από τις 15 Ιουνίου του 1888 έως τις 9 Νοεμβρίου του 1918, όταν αυτοεξορίστηκε. Μετά την πράξη της παραίτησής του και την Γερμανική Εξέγερση του 1918-19, η γερμανική αριστοκρατία, ως νομικά υφιστάμενη τάξη, έπαψε να υπάρχει. Στο Σύνταγμα της Βαϊμάρης, που επικυρώθηκε στις 11 Αυγούστου 1919, όλοι οι Γερμανοί χαρακτηρίζονταν ίσοι ενώπιον του νόμου.[1] Οι 22 κυρίαρχοι ηγεμόνες των κρατών της Γερμανίας έπρεπε, επίσης, να εγκαταλείψουν τους μοναρχικούς τους τίτλους και τις περιουσίες τους. Από αυτούς τους ηγεμόνες, τέσσερις είχαν τον τίτλο του βασιλιά (οι βασιλείς Πρωσίας, Βαυαρίας, Σαξονίας και Βυρτεμβέργης), έξι είχαν τον τίτλο του μεγάλου δούκα, πέντε είχαν τον τίτλο του δούκα και επτά τον τίτλο του κυρίαρχου πρίγκιπα.

Διαπραγματεύσεις παραίτησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γερμανικό Γενικό Στρατηγείο, 8 Ιανουαρίου 1917. Διακρίνονται ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατάρχης Πάουλ φον Χίντενμπουργκ, ο Αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β΄ και ο Στρατηγός Έριχ Λούντεντορφ.

Όταν η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση αποφάνθηκε ότι το γερμανικό μέτωπο επρόκειτο να καταρρεύσει και ζήτησε άμεση διαπραγμάτευση για την υπογραφή ανακωχής, η κυβέρνηση του Καγκελαρίου Γκέοργκ φον Χέρτλινγκ παραιτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 1918. Ο Χέρτλινγκ, με την υποστήριξη του Κόνραντ Χάουσμαn, του Χανς Μπερντ φον Χέφτεν και του Έριχ Λούντεντορφ, πρότειναν τον Πρίγκιπα Μαξιμιλιανό της Βάδης ως διάδοχό του στην καγκελαρία της Γερμανίας και την πρωθυπουργία της Πρωσίας.[2][3]

Όταν ο Μαξιμιλιανός έφτασε στο Βερολίνο την 1η Οκτωβρίου, ο Αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β΄ τον έπεισε να αναλάβει το αξίωμα του Καγκελαρίου και να τερματίσει τον πόλεμο. Ο διορισμός του έγινε στις 3 Οκτωβρίου 1918, ενώ την επόμενη μέρα εστάλη επίσημο αίτημα ανακωχής προς τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Γούντροου Ουίλσον.[4]:44 Στα τέλη Οκτωβρίου μία επιστολή του Ουίλσον υπονοούσε ότι οι διαπραγματεύσεις για μια ανακωχή θα εξαρτιώνταν από την παραίτηση του Γουλιέλμου Β΄. Την 1η Νοεμβρίου ο Μαξιμιλιανός έγραψε σε όλους τους κυρίαρχους ηγεμόνες της Γερμανίας, ρωτώντας τους αν θα ενέκριναν πιθανή παραίτηση του Αυτοκράτορα.[3] Στις 6 Νοεμβρίου ο Μαξιμιλιανός ζήτησε επίσημα από τον Γουλιέλμο Β΄ να παραιτηθεί από τον θρόνο. Ο Κάιζερ, που είχε καταφύγει από το Βερολίνο στα κεντρικά γραφεία της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης Σπα του Βελγίου, ήταν πρόθυμος να εξετάσει την παραίτηση μόνο ως Γερμανός Αυτοκράτορας, αλλά όχι ως Βασιλιάς της Πρωσίας.[εκκρεμεί παραπομπή][5]

Γύρω στις 4 Νοεμβρίου ξέσπασε ανταρσία από ναύτες του Γερμανικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού σε μεγάλες πόλεις της. Μέχρι τις 7 Νοεμβρίου η εξέγερση είχε απλωθεί σε όλες τις μεγάλες παράκτιες πόλεις, αλλά και στο Ανόβερο, το Μπράουνσβαϊγκ, την Φρανκφούρτη και το Μόναχο. Στις 7 Νοεμβρίου, ο Μαξιμιλιανός συναντήθηκε με τον Φρίντριχ Έμπερτ, ηγέτη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας, και συζήτησε το σχέδιό του να πάει στο Σπα και να πείσει τον Γουλιέλμο Β΄ να παραιτηθεί. Επιθυμούσε μάλιστα να αναλάβει τα βασιλικά καθήκοντα ως Αντιβασιλέας ο δεύτερος γιος του Γουλιέλμου, ο Σκεφτόταν τον Πρίγκιπα Άιτελ Φρειδερίκο της Πρωσίας.[4]:76 Ωστόσο, η επέκταση της εξέγερσης στο Βερολίνο εμπόδισε τον Μαξιμιλιανό να εφαρμόσει το σχέδιό του. Ο Έμπερτ αποφάσισε ότι μόνος τρόπος για να διατηρηθεί ο έλεγχος της σοσιαλιστικής ανταρσίας, ήταν η άμεση παραίτηση του Αυτοκράτορα και ο σχηματισμός μίας νέας κυβέρνησης.[4]:77

Παραίτηση και εξορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρόλο που η εξέγερση στο Βερολίνο είχε διογκωθεί, ο Γουλιέλμος δεν μπορούσε να αποφασίσει αν έπρεπε να παραιτηθεί. Αναγνώριζε ότι πιθανότατα είχε χάσει τον αυτοκρατορικό του θρόνο, αλλά ήλπιζε ότι μποορούσε να διατηρήσει τον πρωσικό, θεωρώντας ότι ως μονάρχης της Πρωσίας θα μπορούσε να διαδραματίσει ρόλο στη μελλοντική Γερμανία. Κάτι τέτοιο τελικά αποδείχθηκε αδύνατο, καθώς το αυτοκρατορικό στέμμα ήταν συνδεδεμένο με το πρωσικό και το ένα στέμμα δεν μπορούσε να υπάρξει χωρίς την ύπαρξη του άλλου.

Η ελπίδα της διατήρησης της μοναρχίας ερχόταν αντιμέτωπη με την αυξανόμενη πολιτική αναταραχή. Εξαιτίας των μαζικών συγκεντρώσεων στο Βερολίνο, ο Πρίγκιπας Μαξιμιλιανός ανακοίνωσε μονομερώς, το μεσημέρι της 9ης Νοεμβρίου 1918, την παραίτηση του Γουλιέλμου Β΄ και από τα δύο στέμματα, καθώς και την παραίτηση του Διαδόχου Γουλιέλμου.[4]:86 Το κείμενο της διακήρυξης, γραμμένο από τον υφυπουργό Εσωτερικών Τέοντορ Λέβαλντ, ανέφερε τα εξής:

Η Αυτού Μεγαλειότητα ο Αυτοκράτορας και Βασιλιάς πήρε την απόφαση να παραιτηθεί από το θρόνο.

Ο Αυτοκρατορικός Καγκελάριος θα παραμείνει στη θέση του μόνο μέχρι να διευθετηθούν τα θέματα που σχετίζονται με την παραίτηση του Αυτοκράτορα, την παραίτηση της Αυτοκρατορικής και Βασιλικής Υψηλότητας του Διαδόχου των θρόνων της Γερμανικής Αυτοκρατορίας και της Πρωσίας και την εγκαθίδρυση της Αντιβασιλείας. Σκοπεύει να προτείνει στον Αντιβασιλέα το διορισμό του Έμπερτ ως Αυτοκρατορικού Καγκελάριου και την εισαγωγή ενός νομοσχεδίου για την εκλογή με καθολική ψηφοφορία μιας συντακτικής γερμανικής εθνοσυνέλευσης, στην οποία θα εναπόκειται να καθορίσει τη μελλοντική οριστική μορφή διακυβέρνησης του γερμανικού λαού, συμπεριλαμβανομένων των πληθυσμών που θα ήθελαν να ζητήσουν την συμμετοχή τους στο Ράιχ.

Βερολίνο, 9 Νοεμβρίου 1918.

Ο Αυτοκρατορικός Καγκελάριος, Πρίγκιπας Μαξιμιλιανός της Βάδης.

Η τελευταία πρόταση της ανακοίνωσης αναφερόταν στην ενδεχόμενη ενσωμάτωση της Γερμανικής Αυστρίας με την υπόλοιπη Γερμανία, εξαιτίας της κατάλυσης της πολυεθνοτικής Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας.

Ο Μαξιμιλιανός αναγκάστηκε να παραιτηθεί την ίδια μέρα, όταν έγινε σαφές ότι μόνο ο Έμπερτ μπορούσε να ασκήσει αποτελεσματικά έλεγχο της κατάστασης. Αργότερα, την ίδια ημέρα, ένας από τους υπουργούς του Έμπερτ, ο Σοσιαλδημοκράτης Φίλιπ Σάιντεμαν, ανακήρυξε τη Γερμανία σε Δημοκρατία. Ο στρατηγός Βίλχελμ Γκρένερ, αντικαταστάτης του Λούντεντορφ, ενημέρωσε τον Γουλιέλμο ότι ο στρατός δεν θα πολεμούσε για να τον διατηρήσει στον θρόνο. Ο διοικητής του στρατού και φιλομοναρχικός Πάουλ φον Χίντενμπουργκ αισθάνθηκε υποχρεωμένος να συμβουλεύσει τον Γουλιέλμο να εγκαταλείψει το στέμμα. Μόνο τότε ο Γουλιέλμος αποδέχθηκε το τετελεσμένο γεγονός και συμφώνησε να εγκαταλείψει το θρόνο.[6] Στις 10 Νοεμβρίου ο Γουλιέλμος επιβιβάστηκε σε ένα τραίνο και αυτοεξορίστηκε στην Ολλανδία, η οποία παρέμενε ουδέτερη σε όλη τη διάρκεια του πολέμου.[7]

Το άρθρο 227 της Συνθήκης των Βερσαλλιών, η οποία συνήφθη στις αρχές του 1919, προέβλεπε τη δίωξη του Γουλιέλμου για το αδίκημα της παραβίασης της διεθνούς ηθικής και της ιερότητας των συνθηκών. Ωστόσο, η Βασίλισσα Βιλελμίνη της Ολλανδίας και η ολλανδική κυβέρνηση αρνήθηκαν τα αιτήματα των Συμμάχων για την έκδοσή του. Ο Βασιλιάς Γεώργιος Ε΄ του Ηνωμένου Βασιλείου σε επιστολή του ανέφερε ότι ο ξάδελφός του ήταν «ο μεγαλύτερος εγκληματίας στην ιστορία», αλλά τάχθηκε εναντίον στην πρόταση του Πρωθυπουργού Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ να απαγχονιστεί ο Κάιζερ. Ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Γούντροου Ουίλσον αντιτάχθηκε επίσης στην ποινική δίωξη, υποστηρίζοντας ότι η τιμωρία του Γουλιέλμου θα αποσταθεροποιούσε τη διεθνή τάξη και θα ακύρωνε την ειρήνη.[8]

Πράξη της Παραίτησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γουλιέλμος εγκαταστάθηκε αρχικά στο Αμερόνχεν, όπου στις 28 Νοεμβρίου εξέδωσε την πράξη παραίτησής του από τον πρωσικό και τον αυτοκρατορικό θρόνο. Παράλληλα, απελευθέρωσε τους στρατιώτες και τους αξιωματούχους του, τόσο στην Πρωσία όσο και στην Γερμανική Αυτοκρατορία, από τους όρκους πίστης που έδωσαν σε αυτόν. Η Πράξη της Παραίτησης ανέφερε τα εξής:[9]

  • Με το παρόν παραιτούμαι για πάντα από τις αξιώσεις επί του θρόνου της Πρωσίας και του γερμανικού αυτοκρατορικού θρόνου, που συνδέεται με τον πρώτο. Ταυτόχρονα, απελευθερώνω όλους τους αξιωματούχους της Γερμανικής Αυτοκρατορίας και της Πρωσίας, καθώς και όλους τους αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και άνδρες του Αυτοκρατορικού Γερμανικού Ναυτικού και του Πρωσικού Στρατού Ξηράς, καθώς και τα στρατεύματα των ομόσπονδων κρατών της Γερμανίας, από τον όρκο πίστης που έδωσαν σε εμένα ως Αυτοκράτορα, Βασιλιά και Αρχιστράτηγο. Περιμένω από αυτούς ότι μέχρι την αποκατάσταση της τάξης στην Γερμανική Αυτοκρατορία θα παράσχουν βοήθεια σε εκείνους που βρίσκονται στην πραγματική εξουσία στη Γερμανία, προστατεύοντας τον γερμανικό λαό από τους απειλητικούς κινδύνους της αναρχίας, της πείνας και της ξένης κυριαρχίας. Γραμμένο από το δικό μου χέρι και επισυναπτόμενο με την αυτοκρατορική σφραγίδα. Αμερόνχεν, 28 Νοεμβρίου 1918. Γουλιέλμος.[10]

Προσπάθειες παλινόρθωσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«Η μοναρχική μορφή διακυβέρνησης ανταποκρίνεται με τη μοναδικότητα και την ιστορική εξέλιξη της Γερμανίας.... [Είμαστε] δεσμευμένοι στην ανανέωση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας όπως ιδρύθηκε υπό τους Χοεντσόλερν».
DNVP - Γερμανικό Εθνικό Λαϊκό Κόμμα [11]
Γερμανική αυτοκρατορική σημαία κατά την απόπειρα πραξικοπήματος του Καπ (Μάρτιος 1920).[12]
Ο ηγέτης του Γερμανικού Εθνικού Λαϊκού Κόμματος Κούνο φον Βέσταρπ με τον Πρίγκιπα Όσκαρ της Πρωσίας και τον Πρίγκιπα Άιτελ Φρειδερίκο (Δεκέμβριος 1924).
Ο Άλφρεντ Χούγκενμπεργκ με τον Πρίγκιπα Άιτελ Φρειδερίκο (Οκτώβριος 1931).

Στις 15 Μαΐου 1920 ο Γουλιέλμος μετακόμισε στην κωμόπολη Ντορν και εγκαταστάθηκε στην Έπαυλη του Ντορν.[13] Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης επέτρεψε στον Γουλιέλμο να απομακρύνει είκοσι τρία σιδηροδρομικά βαγόνια με αντικείμενα από το Νέο Παλάτι του Πότσδαμ.[14] Το 1922 δημοσίευσε τον πρώτο τόμο των απομνημονευμάτων του, στα οποία υποστήριζε ότι δεν ήταν ένοχος για την έναρξη Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και υπερασπιζόταν τη συμπεριφορά του καθ΄ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του, ειδικά στα θέματα εξωτερικής πολιτικής.[15]. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ο Γουλιέλμος φαίνεται να ήλπιζε ότι οι επιτυχίες του γερμανικού Ναζιστικού Κόμματος θα διέγειραν το ενδιαφέρον για την αποκατάσταση της μοναρχίας, με τον μεγαλύτερο εγγονό του ως τέταρτο Κάιζερ.[16]

Μετά τον διορισμό του Αδόλφου Χίτλερ ως Καγκελάριο από τον Χίντενμπουργκ, το 1933, η ναζιστική κυβέρνηση αποκατέστησε την πρωσική αυτοκρατορική σημαία. Στις 21 Μαρτίου 1933 εγκαινιάστηκε το νέο Ράιχσταγκ με μία θρησκευτική τελετή στην Στρατιωτική Εκκλησία του Πότσδαμ, η οποία μέχρι το 1918 αποτελούσε τον ενοριακό ναό της πρωσικής βασιλικής οικογένειας. Αυτή ήταν η λεγόμενη «Ημέρα του Πότσδαμ», που πραγματοποιήθηκε για να καταδείξει την ενότητα μεταξύ του ναζιστικού κινήματος και της παλιάς πρωσικής ελίτ και του στρατού.[17][18]

Μετά την ένταξη του Διαδόχου Γουλιέλμου στην παραστρατιωτική οργάνωση Χαλύβδινο Κράνος, η οποία το 1931 συγχωνεύτηκε με το Μέτωπο του Χάρτσμπουργκ, ο Χίτλερ επισκέφθηκε τον Διάδοχο στο Σεσίλιενχοφ το 1926, το 1933 και το 1935.[19][Χρειάζεται σελίδα] Τον Σεπτέμβριο του 1939 ο υπασπιστής του Κάιζερ, Βίλχελμ φον Ντόμες, έγραψε εκ μέρους του στον Χίτλερ, δηλώνοντας ότι ο Οίκος των Χοεντσόλερν «παραμένει πιστός», δηλώνοντας ότι εννέα Πρώσοι Πρίγκιπες υπηρετούν στο μέτωπο. Καταλήγοντας ανέφερε ότι «λόγω των ειδικών συνθηκών που απαιτούν διαμονή σε ουδέτερη ξένη χώρα, η Αυτού Μεγαλειότητα δεν μπορεί προσωπικά να κάνει το προαναφερθέν σχόλιο».[20]

Όταν ο Χίτλερ εισέβαλε στην Ολλανδία, τον Μάιο του 1940, ο Γουλιέλμος αρνήθηκε την προσφορά του Βρετανού Ουίνστον Τσώρτσιλ να του χορηγήσει άσυλο στο Ηνωμένο Βασίλειο και προτίμησε να παραμείνει στην Έπαυλη του Ντορν. Μετά την κατάληψη της Ολλανδίας, ο Γουλιέλμος έστειλε ένα συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Χίτλερ, όπου ανέφερε: «Φύρερ μου, σας συγχαίρω και ελπίζω ότι υπό την υπέροχη ηγεσία σας η γερμανική μοναρχία θα αποκατασταθεί πλήρως». Πέθανε στην Έπαυλη του Ντορν στις 4 Ιουνίου του 1941.[21]

Σε ένα άλλο τηλεγράφημα προς τον Χίτλερ μετά την πτώση του Παρισιού, έναν μήνα αργότερα, ο Γουλιέλμος έγραψε: «Συγχαρητήρια, κερδίσατε χρησιμοποιώντας τα στρατεύματά μου». Σε επιστολή του προς την κόρη του Πριγκίπισσα Βικτώρια Λουίζα, έγραψε θριαμβολογώντας: «Έτσι μηδενίζεται η ολέθρια Εγκάρδια Συνεννόηση του θείου Εδουάρδου Ζ΄»...[22] Σε μια επιστολή του προς την αδελφή του Πριγκίπισσα Μαργαρίτα, το 1940, έγραψε: «Το χέρι του Θεού δημιουργεί έναν νέο κόσμο και πραγματοποιεί θαύματα... Γινόμαστε οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης υπό γερμανική ηγεσία, μια ενωμένη ευρωπαϊκή ήπειρος».[20]

Ωστόσο, η γνώμη του Γουλιέλμου για τον Χίτλερ φαίνεται να μην ήταν καθόλου ευνοϊκή. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό Κεν, στις 15 Δεκεμβρίου 1938, ανέφερε τα εξής:

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Article 109 of the Weimar Constitution constitutes: Adelsbezeichnungen gelten nur als Teil des Namens und dürfen nicht mehr verliehen werden ("Noble names are only recognised as part of the surname and may no longer be granted").
  2. «Biografie Prinz Max von Baden» (στα Γερμανικά). Deutsches Historisches Museum. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιουλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 22 Ιουλίου 2013. 
  3. 3,0 3,1 «Biografie Prinz Max von Baden» (στα Γερμανικά). Bayerische Staatsbibliothek. Ανακτήθηκε στις 22 Ιουλίου 2013. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Haffner, Sebastian (2002). Die deutsche Revolution 1918/19 (στα Γερμανικά). Kindler. ISBN 3-463-40423-0. 
  5. Willoweit, Dietmar· Schlinker, Steffen. Deutsche Verfassungsgeschichte (8η έκδοση). § 37, Rn. 4: C.H. Beck. σελ. 305. ISBN 978-3-406-72635-4. 
  6. Cecil 1996, vol. 2 p. 292.
  7. Cecil 1996, vol. 2 p. 294.
  8. Ashton & Hellema 2000, σελίδες 53–78.
  9. The American Year Book: A Record of Events and Progress. 1919. σελ. 153. 
  10. Statement of Abdication (1918). As translated and appearing in the 1923 Source Records of the Great War, Vol. VI, edited by Charles F. Horne.
  11. "German National People's Party Program", pages 348-352 from The Weimar Republic Sourcebook edited by Anton Kaes, Martin Jay and Edward Dimendberg, Los Angeles: University of California Press, 1994 page 349.
  12. Der Lüttwitz-Kapp-Putsch 1920. Lebendiges Museum Online (in German). Retrieved June 2, 2020.
  13. Macdonogh 2001, σελ. 426.
  14. Macdonogh 2001, σελ. 425.
  15. Hohenzollern 1922.
  16. Radowitz, Baron Clemens Von (3 July 1922). «MONARCHY WILL RETURN, BUT NOT I, SAYS EX-KAISER». The New York Times. https://www.nytimes.com/1922/07/03/archives/monarchy-will-return-but-not-i-says-exkaiser-ebert-capable-but.html. Ανακτήθηκε στις 8 October 2008. 
  17. City of Potsdam.
  18. Shirer 1960, σελίδες 196–197.
  19. Müller, Heike· Berndt, Harald (2006). Schloss Cecilienhof und die Konferenz von Potsdam 1945 (στα Γερμανικά). Stiftung Preussische Schlösser und Gärten. ISBN 3-910068-16-2. 
  20. 20,0 20,1 Petropoulos 2006, σελ. 170.
  21. Gilbert 1994, σελ. 523.
  22. Palmer 1978, σελ. 226.
  23. Ken Magazine, p. 17, December 1938

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]