Οικογένεια Τόκκο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Οικογένεια των Τόκκων)
Οικόσημο της οικογένειας των Τόκων.

Η οικογένεια των Τόκκων ή Τόκκο ήταν ευγενής ιπποτική οικογένεια καταγόμενη από από τη φυλή των Ταύκων που ακολούθησε τον βασιλιά των Γότθων Τοτίλα όταν αυτός κατέβηκε στην Ιταλία και κυρίεψε τη Ρώμη το 547[1]. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν στο Μπενεβέντο κι έγιναν κύριοι του Τόκκο όπου οφείλουν και το όνομα τους. Με λομβαρδική πλέον καταγωγή, διακρίθηκε κατά τα τέλη του 14ου αιώνα και τις αρχές του 15ου αιώνα στα δυτικά της Ελλάδας, όπου εξουσίαζε τις Ιόνιες Νήσους, καθώς και το Δεσποτάτο της Ηπείρου σαν Παλατινοί Κόμητες Κεφαλληνίας και Ζακύνθου, Δούκες Λαυκάδας, Αφέντες Βόνιτσας και αργότερα Δεσπότες Ηπείρου[2].

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εδαφική επέκταση του Καρόλου στην ηπειρωτική Ελλάδα

Το πρώτο μέλος της οικογένειας το οποίο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο ήταν ο Ουγκολίνο Τόκκο, ο οποίος διετέλεσε Μέγας Ταξίαρχος του Ερρίκου ΣΤ΄, αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 1195[3][4]. Ο πρώτος Τόκκο που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα ήταν ο Γκουλιέλμο Τόκκο, ο οποίος ορίστηκε κυβερνήτης της Κέρκυρας στη διάρκεια της δεκαετίας του 1330, κατά την περίοδο βασιλείας του Ανδεγαυού Φιλίππου Α΄ του Τάραντα[5][4]. Ο γιος του, Λεονάρντο Τόκκο, έλαβε τον τίτλο του Παλατινού Κόμη των νήσων της Κεφαληνίας και της Ζακύνθου από τον Ροβέρτο του Τάραντα το 1357, για τις ενέργειές του που συνέβαλαν στην απελευθέρωση των αδελφών Ροβέρτου και Φιλίππου από την αιχμαλωσία τους στην Ουγγαρία[6]. Στη συνέχεια πέτυχε να επεκτείνει τις κτήσεις του, φτάνοντας έως την Ιθάκη και τη Λευκάδα, καθώς και το λιμάνι της Βόνιτσας στην ηπειρωτική Ελλάδα, πριν τον θάνατό του το 1376[3][5][7].

Οι δύο γιοι του, Κάρλο Α΄ Τόκκο και Λεονάρντο Β΄ Τόκκο, αποτελούν τα κύρια πρόσωπα του Χρονικού των Τόκκων έργου γραμμένου στα ελληνικά, το οποίο διηγείται τα κατορθώματά τους[8]. Ο Λεονάρντο έλαβε τη Ζάκυνθο ως παραχώρηση. Η κόρη του, Μανταλένα Τόκκο, αποτέλεσε την πρώτη σύζυγο του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου, τελευταίου Βυζαντινού Αυτοκράτορα. Μέσω του γάμου του με την κόρη του Νέριο Α΄ Ατσαγιόλι, δούκα των Αθηνών, ο Κάρλο έλαβε στην κατοχή του την Κόρινθο το 1395, ενώ κατέλαβε την Ήλιδα κατά την περίοδο μετά το 1402. Η Κόρινθος κατελήφθη με τη σειρά της από τον Δεσπότη του Μωριά, Θεόδωρο Παλαιολόγο, ενώ η Ήλιδα περιήλθε στην κατοχή των Βυζαντινών του Μωριά το 1427[3][9]. Ο Κάρλο εκμεταλλεύτηκε, επίσης, ενός εμφυλίου πολέμου μεταξύ Αλβανών αρχόντων της περιοχής της Αιτωλίας και της Ακαρνανίας, καταλαμβάνοντας την Ακαρνανία το 1408, ενώ διαδέχθηκε τον θείο του, Ησαύ Μπουοντελμόντι, ως ηγεμόνας των Ιωαννίνων. Το 1415, κατέλαβε, επίσης, την Άρτα, συγκεντρώνοντας, με αυτόν τον τρόπο, υπό τον έλεγχό του, για ύστατη φορά, τον πυρήνα των εδαφών που αποτελούσαν το Δεσποτάτο της Ηπείρου[3][10].

Το βραχύβιο Δεσποτάτο του Αγγελοκάστρου (1358-1374), το οποίο ενώθηκε με το Δεσποτάτο της Άρτας το 1374.
Λεονάρδος Γ' Τόκκος

Με τον θάνατο του Κάρλο Α΄ το 1429, η διαδοχή του διεκδικήθηκε ταυτόχρονα από τους πέντε νόθους γιους του και τον ορισμένο διάδοχό του, Κάρλο Β΄ Τόκκο (γιο του Λεονάρντο Β΄). Κατόπιν αιτήματος του τελευταίου, οι Οθωμανοί επενέβησαν, καταλαμβάνοντας τα Ιωάννινα το 1430 και σχεδόν το σύνολο των εδαφών της Ηπείρου το επόμενο έτος. Ο Κάρλο Β΄ συνέχισε να κυβερνά την Άρτα ως βασσάλος των Οθωμανών μέχρι τον θάνατό του το 1448[3][11]. Το επόμενος έτος, η Άρτα έπεσε στα χέρια των Οθωμανών. Ο γιος του Κάρλο, Λεονάρντο Γ΄ Τόκκο κατέφυγε στο Αγγελόκαστρο. Όταν το τελευταίο αυτό φρούριο κατελήφθη, με τη σειρά του, το 1460, μετέβη στις κτήσεις της οικογένειάς του στις Ιόνιες Νήσους τις οποίες και κυβέρνησες έως το 1479, όταν και έπεσαν, με τη σειρά τους, στα χέρια των Οθωμανών[3][11]. Στα Επτάνησα οι Τόκκοι παραχώρησαν προνόμια στους πιστούς τους, όπως η οικογένεια Γαλάτη στην Ιθάκη. Ο Λεονάρντο και η οικογένειά του διέφυγαν, τότε, στο Βασίλειο της Νάπολης με τον γιο του, Κάρλο Γ΄, και τους αδελφούς του Ιωάννη και Αντώνιο. Οι απόγονοί του εξακολούθησαν να διεκδικούν για λογαριασμό τους τον τίτλο του «Δεσπότη της Άρτας» έως τον 17ο αιώνα.

Το Χρονικό των Τόκκων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αντίθεση με το Χρονικό των Ιωαννίνων, πεζό έργο το οποίο παρουσιάζει το τυραννικό καθεστώς διακυβέρνησης του Σέρβου Δεσπότη, Τόμα Πρελιούμποβιτς, το Χρονικό των Τόκκων, γραμμένο σε στίχους και με τη συγγραφή του να έχει ολοκληρωθεί προς το 1429, αποτελεί ένα έπος το οποίο αναφέρεται στα υψηλά κατορθώματα των δύο πρωταγωνιστών του: του Κάρλο Τόκκο και του νεαρότερου αδερφού του, Λεονάρντο. Γραμμένο από τοπικό πατριώτη του οποίου η ταυτότητα παραμένει άγνωστη, επικεντρώνεται στο νησί της Λευκάδας και την Ακαρνανία, ηπειρωτική περιοχή στα νοτιοδυτικά του παλαιού Δεσποτάτου της Ηπείρου. Παρά το γεγονός πως ο συγγραφέας είναι ιδιαίτερα δεμένος με τον τόπο καταγωγής του, ενώ η Κωνσταντινούπολη, καθώς και ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας είναι ιδιαιτέρως απομακρυσμένοι από τις τοπικές συγκρούσεις που αποτελούν την πλοκή της αφήγησής του, ωστόσο αναγνωρίζει τις ικανότητες των Ιταλών ηρώων του και χρησιμοποιεί κολακευτικά λόγια για ορισμένους Αλβανούς άρχοντες.

Το χρονικό εκτείνεται σε ένα διάστημα περίπου πενήντα ετών και φτάνει έως τον θάνατο του Λεονάρντο Τόκκο το 1422. Πέραν του γεγονότος πως αποτελεί μία πηγή πληροφοριών για την τοπική ιστορία της περιοχής, ενημερώνει, επίσης, τον αναγνώστη για τις φεουδαρχικές δομές της Ηπείρου την περίοδο εκείνη, καθώς και για τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που, τότε, υφίσταντο[12][13].

Γενεαλογία του Οίκου των Τόκκων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

 
 
 
 
 
 
 
 
Ιωάννης Α΄ Ορσίνι
παλατινός κόμης της Κεφαλληνίας & Ζακύνθου
 
Πιέτρο Τόκκο
συμβολαιογράφος
ΟΙΚΟΣ ΤΟΚΚΩΝ
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
2.Μαργαρίτα Ορσίνι
ΟΙΚΟΣ ΟΡΣΙΝΙ
 
Γουλιέλμος
κυβερνήτης της Κέρκυρας
σύζ.1.Τζιοβάννα Τορέλλι
 
Ατσαγιόλι
ΟΙΚΟΣ ΑΤΣΑΓΙΟΛΙ
σύζ. Μπουοντελμόντι
 
Νικολό Ατσαγιόλι
τραπεζίτης,
κόμης της Μάλτας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
(1) Πιέτρο Τόκκο
σενεσάλης,
κόμης της Μαρτίνα Φράνκα
 
(2) Λεονάρδος Α΄
παλατινός κόμης της Κεφαλληνίας & Ζακύνθου
(1357-1377)
 
Μαγδαληνή Μπουοντελμόντι
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Θωμάς Παλαιολόγος
δεσπότης του Μωρέως
 
Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος
δεσπότης του Μωρέως
ΟΙΚΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΩΝ
 
 
Κάρολος Α΄
παλατινός κόμης της Κεφαλληνίας & Ζακύνθου
(1377-1429)
δεσπότης της Ηπείρου
(1411/16-1429)
 
Λεονάρδος Β΄
κύριος της Ζακύνθου,
δεσπότης της Ηπείρου
 
Πετρονίλλα
σύζ.1.Νικολό
δούκας της Νάξου
ΟΙΚΟΣ ΚΑΡΤΣΕΡΙ
2.Νικόλα Βενιέρ
βάιλος του Νεγκροπόντε
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Ελένη Παλαιολογίνα
 
Λάζαρ Μπράνκοβιτς
δεσπότης της Σερβίας
ΟΙΚΟΣ ΜΠΡΑΝΚΟΒΙΤΣ
 
 
(Μαγδαληνή) Θεοδώρα Τόκκο
 
Κάρολος Β΄
παλατινός κόμης της Κεφαλληνίας, Ζακύνθου & Λευκάδας,
δεσπότης της Ηπείρου
(1429-1448)
σύζ.1.Ραμοντίνα της Βεντιμίλια
2,(κόρη Μουρίκη Σπάτα)
 
Κρέουσα
σύζ. Κεντυρίων Β΄ Ζαχαρίας
πρίγκιπας της Αχαΐας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
1.Μίλιτσα Μπράνκοβιτς
 
(1) Λεονάρδος Γ΄
παλατινός κόμης Κεφαλληνίας, Ζακύνθου & Λευκάδας,
δεσπότης της Άρτας
(1448-1479)
 
2.Φραντσέσκα Μαρτσάνο
(ανιψιά Φερδινάνδου Α΄ της Νάπολης)
 
(1) Αντώνιος
κύριος της Κεφαλληνίας
(1482-1483)
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
(1) Κάρολος Γ΄
τιτουλ. δεσπότης της Άρτας & Ζακύνθου
(1479-1518)
σύζ. Ανδρονίκη Αριανίτη
 
(2) Ραμοντίνα
σύζ. Αντόνιο-Μαρία Πίκο
κόμης ντελλα Μιράντολα
 
(2) Φερδινάνδος
πρεσβευτής
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Μπένετ
επίσκοπος της Ζιρόνα, Λέιδα

Σχετικά Λήμματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Κυριακός Ι. Μελίρρυτος, ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ, Οδησσός 1836 (ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ) σελ.192
  2. Ντίνος Κονόμος, Ζάκυνθος, Πεντακόσια χρόνια (1478-1978), τόμος τρίτος: Πολιτική Ιστορία (τεύχος Α', 1478 – 1800), σελ. 13.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 Miller (1908) p. 292.
  4. 4,0 4,1 Μίλλερ, μετάφρ. Λάμπρου, 1909-10, Tόμος A', βλ. πηγές σελ. 417
  5. 5,0 5,1 Kazhdan (1991), vol. III, « Philip I of Taranto », p. 1652.
  6. Λεωνίδας Χ. Ζώης. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ. Αθήνα 1955, σελ. 103
  7. Fine (1994) p. 354.
  8. Kazhdan (1991) pp. 446 et 2090
  9. Fine (1994) pp. 431, 434, 543.
  10. Fine (1994) pp. 356-357, 543.
  11. 11,0 11,1 Fine (1994) pp. 544,563.
  12. Kazhdan (1991) "Chronicle of the Tocco" vol. 1 p. 446.
  13. Nicol (1984) p. 165.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παλαιά πηγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • (Ελληνικά) Schirò, G. Το Χρονικό των Τόκκων. Τα Ιωάννινα κατά τας αρχάς του ΙΕ αιώνος [The Chronicle of the Tocco. Ioannina at the beginning of the 15th century], Etaireia Ipirotikon Meleton, Ioannina 1965.

Σύγχρονες πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Κυριακός Ι. Μελίρρυτος, ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ, Οδησσός 1836 (ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ)
  • Ντίνος Κονόμος, Ζάκυνθος, Πεντακόσια χρόνια (1478-1978), τόμος τρίτος: Πολιτική Ιστορία (τεύχος Α', 1478 – 1800)
  • Λεωνίδας Χ. Ζώης. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ. Αθήνα 1955
  • (Αγγλικά) Fine, John Van Antwerp, The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century to the Ottoman Conquest, University of Michigan Press, 1994. ISBN 978-0-472-08260-5.
  • (Αγγλικά) Kazhdan, Alexander, ed. Oxford Dictionary of Byzantium. Oxford University Press, 1991. ISBN 978-0-19-504652-6.
  • (Αγγλικά) Miller, W. (1908) "The Latins in the Levant. A History of Frankish Greece (1204-1566)" (Cambridge and New York). Αρχειοθετήθηκε 10/11/2017. Ανακτήθηκε 17/06/2017.
  • Μίλλερ, Ουΐλλιαμ μετάφρ. Σπυρ. Π. Λάμπρου, 1909-1910, «Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι (1204-1566)» μετά προσθηκών και βελτιώσεων, Tόμος A΄ Εν Αθήναις, Ελληνική Εκδοτική Εταιρεία.
  • (Αγγλικά) Nicol, Donald MacGillivray, The Despotate of Epiros 1267–1479: A Contribution to the History of Greece in the Middle Ages, Cambridge University Press, 2010. ISBN 978-0-521-13089-9.
  • (Γαλλικά) Nicol, Donald M. Les derniers siècles de Byzance, 1261-1453, Paris, Les Belles Lettres, 2005 (ISBN 2-251-38074-4).
  • (Ιταλικά) Schiro, G. «Manuelle II Paleologo incorona Carlo Tocco despota di Gianina», Byzantion, 29-30, 1959-1960, p. 209-230.