Μετανάστευση από την Πολωνία στη Γερμανία μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Διωγμός Γερμανών από τα Σουδητικά Όρη

Ως αποτέλεσμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τα σύνορα της Πολωνίας μετατοπίστηκαν δυτικά. Εντός των νέων ορίων της Πολωνίας παρέμεινε ένας σημαντικός αριθμός Γερμανών, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από την Πολωνία μέχρι το 1951.[1] Οι υπόλοιποι πρώην Γερμανοί πολίτες ήταν κυρίως αυτόχθονες, στους οποίους επετράπη να μείνουν στη μεταπολεμική Πολωνία αφού δήλωσαν την πολωνική υπηκοότητα σε μια διαδικασία επαλήθευσης.[2] Σύμφωνα με το άρθρο 116 του γερμανικού συντάγματος, σε όλους τους πρώην Γερμανούς πολίτες (ανεξαρτήτως ιθαγένειας) μπορεί να «χορηγηθεί εκ νέου η γερμανική υπηκοότητα κατόπιν αίτησης» και «θεωρούνται ότι δεν έχουν στερηθεί τη γερμανική ιθαγένεια εάν έχουν εδραιώσει τη διαμονή τους στη Γερμανία μετά τις 8 Μαΐου 1945 και δεν έχουν εκφράσει αντίθετη πρόθεση».[3] Αυτός ο κανονισμός επέτρεψε στους αυτόχθονες και στους εθνικούς Γερμανούς να παραμείνουν στην Πολωνία, να ανακτήσουν τη γερμανική υπηκοότητα και να εγκατασταθούν στη Δυτική Γερμανία. Εκτός από αυτές τις ομάδες, σημαντικός αριθμός Πολωνών που δεν είχαν ποτέ γερμανική υπηκοότητα μετανάστευαν στη Δυτική Γερμανία κατά την περίοδο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους.

Φυγή και διωγμός Γερμανών από την Πολωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το 1945, η εθνοτική απέλαση χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία ενός ομοιογενούς έθνους εντός των νέων συνόρων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας (η οποία περιείχε σημαντική έκταση που κάποτε ήταν μέρος της Γερμανίας). Οι ομάδες που αναγκάστηκαν να μετακινηθούν περιελάμβαναν εθνικούς Γερμανούς από τις Ανακτημένες Περιοχές στις μεταπολεμικές Συμμαχικές Ζώνες Κατοχής στη Γερμανία και Ουκρανούς από την ανατολική Πολωνία στην ΕΣΣΔ ή στις Ανακτημένες Περιοχές.

Η απόφαση να μετακινηθούν τα πολωνικά σύνορα προς τα δυτικά ελήφθη από τους Συμμάχους στις Διασκέψεις της Τεχεράνης και της Γιάλτας και οριστικοποιήθηκε στη Συμφωνία του Πότσνταμ, η οποία προέβλεπε επίσης την απέλαση των Γερμανών πολιτών στις συμμαχικές ζώνες κατοχής.[4][5] Αν και η Συμφωνία του Πότσνταμ άφησε την τελική απόφαση για τη μετατόπιση των συνόρων σε μια μελλοντική συνθήκη ειρήνης, η πολωνική κυβέρνηση (η οποία είχε εφαρμόσει προ του Πότσνταμ απελάσεις από την περιοχή της Γραμμής Όντερ-Νάισσε)[6] την ερμήνευσε ως τελική απόφαση που θα επιβεβαιωνόταν από η συνθήκη ειρήνης.[7] Στην πραγματικότητα, η Συμφωνία του Πότσνταμ πήρε τη θέση της. Το καθεστώς των απελαθέντων στη μεταπολεμική Δυτική Γερμανία, που παρείχε το δικαίωμα επιστροφής στη γερμανική διασπορά, ορίστηκε νομικά στον Ομοσπονδιακό Νόμο για τους Εκδιωμένους του 1953.

Η απέλαση των Γερμανών έληξε το 1950, καθώς από το 1945 έως το 1950, σχεδόν 3,2 εκατομμύρια απελάθηκαν. Μετά από αυτό, οι αρχές δήλωσαν ότι υπήρχαν (το πολύ) μερικές χιλιάδες εθνοτικοί Γερμανοί που ζούσαν στην Πολωνία. Αυτά τα στοιχεία περιελάμβαναν εθνοτικούς Γερμανούς που ζούσαν μεταξύ των Μαζούρων, Σιλέσιων και Κασούβιων.[8] Ο Πρωθυπουργός Ταντέους Μαζοβιέτσκι (στην εξουσία 1989–91) ήταν ο πρώτος Πολωνός πρωθυπουργός που αναγνώρισε επίσημα τη γερμανική μειονότητα.

Κατά τη μεταπολεμική περίοδο, τα νέα εδάφη επανεγκαταστάθηκαν από Πολωνούς. Περίπου 155.000 άνδρες από το Κρέσι (τα πολωνικά εδάφη ανατολικά της Γραμμής Κάρζον), που επιστρατεύτηκαν στον Πολωνικό Στρατό το 1944, εγκαταστάθηκαν στη Δύση μετά τον πόλεμο. Περίπου 2,9 εκατομμύρια έποικοι προέρχονταν από την κεντρική Πολωνία και περίπου 2 εκατομμύρια είχαν απελευθερωθεί από την καταναγκαστική εργασία στη ναζιστική Γερμανία. 1.126.000 εκδιώχθηκαν από πρώην πολωνικά εδάφη στα ανατολικά. Ωστόσο, περίπου 525.000 Πολωνοί παρέμειναν σε αυτά τα εδάφη μετά τον πόλεμο.[9]

Διαδικασία οικογενειακής επανένωσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αφού το Πολωνικό Γραφείο Επαναπατρισμού (ΠΓΕ) κήρυξε πως η εκδίωξη των Γερμανών ολοκληρώθηκε, και διαλύθηκε το 1951,[1] επίσημες εκτιμήσεις ανέφεραν τον αριθμό των εναπομεινάντων Γερμανών σε περίπου 130.000. Ο ιστορικός Βίτολντ Σιενκιέβιτς ανέλυσε τις εκτιμήσεις των ιστορικών και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σχεδόν 300.000 Γερμανοί ζούσαν στην Πολωνία εκείνη την εποχή. Οι περισσότεροι, αφού πρώτα ήθελαν να παραμείνουν στην πατρίδα τους, αργότερα αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την Πολωνία και να εγκατασταθούν στη Γερμανία. Στις 2 Ιανουαρίου 1950, οι κυβερνήσεις της Πολωνίας και της Ανατολικής Γερμανίας διαπραγματεύτηκαν μια συνθήκη που επέτρεπε σε 76.000 Γερμανούς να μεταναστεύσουν από την Πολωνία στην Ανατολική Γερμανία από τις αρχές του 1950 έως τα τέλη του 1951.[10]

Οι μεταγενέστερες μεταναστεύσεις από την Πολωνία στη Γερμανία, αν και τυπικά ήταν δυνατές, παρεμποδίστηκαν από τις πολωνικές τοπικές και εθνικές αρχές. Σε πολλούς πρώην Γερμανούς πολίτες που επιθυμούσαν να εγκατασταθούν στη Δυτική Γερμανία δεν επετράπη να εγκαταλείψουν την Πολωνία μέχρι τον Πολωνικό Οκτώβρη του 1956. Αυτό το γεγονός, που σηματοδότησε την παρακμή του σταλινισμού στην Πολωνία, επέτρεψε σε πολλούς να εγκαταλείψουν τη χώρα σε μια διαδικασία οικογενειακής επανένωσης.

Από το 1956 έως το 1959, μεταξύ 231.000[11] και 260.000[12] άνθρωποι εγκατέλειψαν την Πολωνία και εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία (περίπου το 80% στη Δυτική Γερμανία[13]). Σε περίπου 250.000 ανθρώπους επετράπη να μεταναστεύσουν στην Πολωνία από τη Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια επαναπατρισμών από το 1955 έως το 1959.

Η γερμανική μειονότητα στην Πολωνία, και άλλοι που μετανάστευσαν στη Γερμανία, ήταν μη Πολωνοί. Κατά τη διάρκεια των μεταπολεμικών απελάσεων ήταν δυνατό για πρώην Γερμανούς πολίτες που είχαν την πολωνική υπηκοότητα να «αποκατασταθούν»,[14] και για πρώην Γερμανούς πολίτες πολωνικής, κασουβικής, μαζουρικής ή σιλεσικής καταγωγής να επαληθευτούν ως αυτόχθονες,[15] ώστε μα αποκτήσουν πολωνική υπηκοότητα και να αποφύγουν την απέλαση. Ορισμένοι Γερμανοί ομιλητές της σιλεσικής και της μαζουρικής ταξινομήθηκαν επίσης ως αυτόχθονες από τις πολωνικές αρχές. Παρόλο που επαληθεύτηκαν 1.104.134 άτομα,[15] ο αριθμός των ατόμων που αποκαταστάθηκαν είναι άγνωστος.[14] Υπολογίζεται ότι 160.000 έως 200.000 Γερμανοί είχαν επίσης τη δυνατότητα να μείνουν στην Πολωνία όταν το διάταγμα απέλασης του 1946 αποκηρύχθηκε εν μέρει το 1950.[16] Οι περισσότεροι μετανάστες ήταν αυτόχθονες, που αποφάσισαν να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στη Γερμανία λόγω διασυνοριακών οικογενειακών δεσμών και για οικονομικούς και πολιτικούς λόγους. Οι μετανάστες έχασαν την πολωνική υπηκοότητα και τους χορηγήθηκε γερμανική υπηκοότητα κατά τη διέλευση των συνόρων (αν το άτομο δεν ήταν Γερμανός πολίτης).

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, η μετανάστευση στη Γερμανία παρεμποδίστηκε και πάλι από τις αρχές, οδηγώντας σε μείωση των μεταναστών κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και του 1970. Υπολογίζεται ότι 22.000 άνθρωποι ετησίως μετανάστευσαν μεταξύ 1960 και 1970, το 12 έως 28% των οποίων προέρχονταν από τις ανακτημένες περιοχές που κατοικούνταν από αυτόχθονες. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 περίπου 67.000 άνθρωποι εγκατέλειπαν την Πολωνία ετησίως, 10 έως 26% από τα εδάφη.[17]

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, η πολιτική Οστπολιτίκ του καγκελαρίου της Δυτικής Γερμανίας Βίλλυ Μπραντ οδήγησε σε προσέγγιση με την Πολωνία και οι σχέσεις ομαλοποιήθηκαν με τη Συνθήκη της Βαρσοβίας. Αυτό οδήγησε σε περαιτέρω συμφωνίες μεταξύ του Μπραντ και του Πολωνού ηγέτη Έντβαρντ Γκιέρεκ, οι οποίες συνήφθησαν στο Ελσίνκι κατά τη διάρκεια της τρίτης φάσης της Διάσκεψης για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τις συμφωνίες, 120.000 έως 125.000 άνθρωποι θα μπορούσαν να εγκαταλείψουν την Πολωνία στο πλαίσιο της διαδικασίας οικογενειακής επανένωσης σε αντάλλαγμα για οικονομική βοήθεια από τη Δυτική Γερμανία προς την Πολωνία. Περισσότεροι από 230.000 άνθρωποι έφυγαν από την Πολωνία, μεταξύ των οποίων ήταν σχεδόν όλοι οι εναπομείναντες αυτόχθονες δυσαρεστημένοι με τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες στην Πολωνία. Πολλοί, ειδικά αν είχαν γεννηθεί μετά το 1945, δεν μπορούσαν να μιλήσουν γερμανικά, καθώς στο σπίτι μιλούσαν την τοπική τους διάλεκτο και στο σχολείο διδάσκονταν πολωνικά και ρωσικά. Αυτοί οι μετανάστες ήταν συνήθως χειρώνακτες εργάτες, αγρότες και τεχνίτες, οι περισσότεροι χωρίς τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αφού έφτασαν στη Γερμανία, συνήθως καλλιέργησαν τις τοπικές παραδόσεις και τη γλώσσα τους. Μερικοί από αυτούς διατήρησαν την πολωνική υπηκοότητα και έπαιξαν ενεργό ρόλο στις πολωνικές οργανώσεις στη Γερμανία. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, οι περισσότεροι αφομοιώθηκαν στη γερμανική κοινωνία.[18]

Τη δεκαετία του 1980, την τελευταία δεκαετία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας, σχεδόν 740.000 άνθρωποι εγκατέλειψαν την Πολωνία λόγω της εφαρμογής του στρατιωτικού νόμου και μιας στάσιμης οικονομίας που επηρεάστηκε από τις οικονομικές κυρώσεις που επέβαλαν οι ΗΠΑ υπό τον Ρόναλντ Ρήγκαν. Αυτοί οι μετανάστες ήταν κυρίως Πολωνοί, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν γνώριζαν γερμανικά και έπρεπε να τα μάθουν σε μαθήματα γλώσσας που οργανώνονταν από τις γερμανικές αρχές. Οι περισσότεροι διατήρησαν στενή επαφή με συγγενείς και φίλους στην Πολωνία. Ορισμένοι διατήρησαν την πολωνική υπηκοότητα και οι περισσότεροι δραστηριοποιούνται σε πολωνικούς οργανισμούς στη Γερμανία.[18]

Άλλοι μετανάστες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκτός από τους πρώην Γερμανούς πολίτες, οι απόγονοι και τα μέλη της οικογένειάς τους (συνήθως από το γάμο ενός αυτόχθονου και μη αυτόχθονου) και άλλοι Πολωνοί πολίτες μετανάστευσαν επίσης στη Γερμανία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε αριθμούς που είναι δύσκολο να υπολογιστούν. Κατά τη δεκαετία του 1980, περίπου 300.000 Πολωνοί έφυγαν από την Πολωνία (συνήθως παράνομα) και εγκαταστάθηκαν στη Δυτική Γερμανία. Αν και πολλοί ήταν πολιτικοί μετανάστες, άλλοι μετανάστευσαν για οικονομικούς λόγους. Αυτή η «μετανάστευση Αλληλεγγύης» αφορούσε μεγάλο αριθμό ατόμων με δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. Χαρακτηρίζονται από βαθιά εθνική υπερηφάνεια και συμμετέχουν ενεργά στην πολωνική πολιτιστική και πολιτική ζωή στη Γερμανία. Ωστόσο, λίγοι επέστρεψαν στην Πολωνία μετά την πτώση του κομμουνισμού το 1989.[19]

Σύνοψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πάνω από 2,5 εκατομμύρια Πολωνοί πολίτες μετανάστευσαν στη Δυτική Γερμανία, οι περισσότεροι ανταλλάσσοντας την πολωνική υπηκοότητα με γερμανική. Ωστόσο, περισσότερα από 300.000 άτομα έχουν διπλή πολωνική και γερμανική υπηκοότητα. Αν και σχεδόν όλοι όσοι μετανάστευσαν από την Πολωνία στην εφηβεία τους ή μεγαλύτεροι είναι ακόμη πολωνόφωνοι, τα παιδιά τους συνήθως μιλούν μόνο γερμανικά. Ο αριθμός των πρώην Πολωνών πολιτών και εκείνων με διπλή υπηκοότητα που ζουν στη Γερμανία υπολογίζεται σε 2 εκατομμύρια.[20]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Grzegorz Janusz in Manfred Kittel, Deutschsprachige Minderheiten 1945: ein europäischer Vergleich, Oldenbourg Wissenschaftsverlag, 2007, σελ. 143,144, (ISBN 3-486-58002-7)
  2. The Expulsion of 'German' Communities from Eastern Europe at the end of the Second World War Αρχειοθετήθηκε 2008-10-01 στο Wayback Machine., Στέφεν Πράουζερ και Άρφον Ρις, European University Institute, Φλωρεντία. HEC No. 2004/1. σελ. 28
  3. Βασικός Νόμος για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας
  4. Ρίσαρντ Β. Πιοτρόβιτς, Σαμ Μπλέι, Γκούναρ Σούστερ, Αντρέας Ζίμερμαν, The unification of Germany in international and domestic law, Rodopi, 1997, σελ. 46-49, (ISBN 90-5183-755-0)
  5. Συμφωνία του Πότσνταμ, πλήρες κείμενο στο pbs.org
  6. Φίλιπ Τερ, Deutsche Und Polnische Vertriebene: Gesellschaft und Vertriebenenpolitik in SBZ/DDR und in Polen 1945-1956, 1998, σελ. 57, (ISBN 3-525-35790-7)
  7. Ρίσαρντ Β. Πιοτρόβιτς, Σαμ Μπλέι, Γκούναρ Σούστερ, Αντρέας Ζίμερμαν, The unification of Germany in international and domestic law, Rodopi, 1997, σελ. 48-50, (ISBN 90-5183-755-0)
  8. K. Cordell in Stefan Wolff (2000). Berghahn Books, επιμ. German Minorities in Europe: Ethnic Identity and Cultural Belonging. σελίδες :80. ISBN 1-57181-504-X. 
  9. Βίτολντ Σιενκιέβιτς· Γκζέγκος, Χρίτσιουκ (2008). Demart, επιμ. Wysiedlenia, wypędzenia i ucieczki 1939-1959 Atlas ziem polski (στα Πολωνικά). Βαρσοβία. σελίδες :84–85. ISBN 978-83-7427-391-6. 
  10. Βίτολντ Σιενκιέβιτς· Γκζέγκος, Χρίτσιουκ (2008). Demart, επιμ. Wysiedlenia, wypędzenia i ucieczki 1939-1959 Atlas ziem polski (στα Πολωνικά). Βαρσοβία. σελίδες :200. ISBN 978-83-7427-391-6. 
  11. Γέζι Κοζουόφσκι (2001). Wydawnictwo Literackie, επιμ. Polska Diaspora (στα Πολωνικά). Κρακοβία. σελίδες :248. ISBN 83-08-03096-3. 
  12. Βίτολντ Σιενκιέβιτς· Γκζέγκος, Χρίτσιουκ (2008). Demart, επιμ. Wysiedlenia, wypędzenia i ucieczki 1939-1959 Atlas ziem polski (στα Πολωνικά). Βαρσοβία. σελίδες :201. ISBN 978-83-7427-391-6. 
  13. Βίτολντ Σιενκιέβιτς· Γκζέγκος, Χρίτσιουκ (2008). Demart, επιμ. Wysiedlenia, wypędzenia i ucieczki 1939-1959 Atlas ziem polski (στα Πολωνικά). Βαρσοβία. ISBN 978-83-7427-391-6. 
  14. 14,0 14,1 K. Cordell in Stefan Wolff, German Minorities in Europe: Ethnic Identity and Cultural Belonging, Berghahn Books, 2000, σελ. 79,80, (ISBN 1-57181-504-X)
  15. 15,0 15,1 Φίλιπ Τερ, Deutsche und polnische Vertriebene: Gesellschaft und Vertriebenenpolitik in SBZ/DDR und in Polen 1945-1956, Vandenhoeck & Ruprecht, 1998, σελ. 306, (ISBN 3-525-35790-7)
  16. Christian Raitz von Frentz (1999). LIT Verlag Berlin-Hamburg-Münster, επιμ. A lesson forgotten. σελίδες :257. ISBN 3-8258-4472-2.  Google Books
  17. Μιροσουάβα Τσέρνι (2006). Nova Publishers, επιμ. Poland in the geographical centre of Europe. σελίδες :76. ISBN 1-59454-603-7.  Google Books
  18. 18,0 18,1 Γέζι Κοζουόφσκι (2001). Wydawnictwo Literackie, επιμ. Polska Diaspora (στα Πολωνικά). Κρακοβία. ISBN 83-08-03096-3. 
  19. Γέζι Κοζουόφσκι (2001). Wydawnictwo Literackie, επιμ. Polska Diaspora (στα Πολωνικά). Κρακοβία. σελίδες :248–249. ISBN 83-08-03096-3. 
  20. Γέζι Κοζουόφσκι (2001). Wydawnictwo Literackie, επιμ. Polska Diaspora (στα Πολωνικά). Κρακοβία. σελίδες :249. ISBN 83-08-03096-3.