Ατλαντίς (καταδρομικό)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ατλαντίς (καταδρομικό)
Το Atlantis, Ιούλιος 1941
Πληροφορίες
Έξοδα κατασκευής-
Ένταξη σε υπηρεσία1937 ως Goldenfels 30 Νοεμβρίου 1939 ως Atlantis
Δίδυμα σκάφη-
Χρήσηεπιβατικό αρχικά και επιδρομικό στη συνέχεια
ΠλοίαρχοςΜπέρναρντ Ρόγκε
Κατάληξηβύθιση
Αριθμός διασωθέντων-
Αριθμός νεκρών και αγνοουμένων-
Γενικά χαρακτηριστικά
Εκτόπισμα7.862 t
Μήκος155 m
Πλάτος18,7 m
Βύθισμα8,7 m
Πρόωση2 εξακύλινδροι πετρελαιοκινητήρες των 7.600 hp σε μια έλικα.
Ταχύτητα17,5 kn
Αυτονομία60.000 nmi
Πλήρωμα349 Mann
Οπλισμός6 x 15 cm
1 x 7,5 cm
2 x 2 x 3,7 cm
4 x 2 cm
4 τορπιλλοβλητικοί σωλήνες
2 υδροπλάνα
92 νάρκες-
Θωράκιση-
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το Ατλαντίς (Atlantis) ήταν γερμανικό «επιδρομικό» πολεμικό πλοίο (Hilfskreuzer) του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο όρος «επιδρομικό» αναφέρεται σε εμπορικό πλοίο που έφερε κρυφό πολεμικό εξοπλισμό. Στην πραγματικότητα όμως τέτοια πλοία ήταν ειδικά ελαφρά καταδρομικά που κινούνταν κατά εχθρικών εμπορικών πλοίων.

Τα «επιδρομικά»: Το μυστικό όπλο του Γερμανικού Ναυτικού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι επιχειρήσεις πολεμικών σκαφών εναντίον της εχθρικής εμπορικής ναυτιλίας χρονολογείται τόσο παλιά, όσο και η εμφάνιση των πολεμικών σκαφών, έστω και αυτών που απλώς μετέφεραν πεζοναύτες για ρεσάλτο.

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το Γερμανικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό (Kaiserliche Marine) χρησιμοποίησε ελαφρά εξοπλισμένα εμπορικά πλοία για να πλήξει αφύλακτα συμμαχικά εμπορικά πλοία παντός τύπου στους ωκεανούς. Πριν ακόμη αρχίσει ο πόλεμος εκείνος είναι σήμερα γνωστό πως η «Etappendiest» (μυστική υπηρεσία του γερμανικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού) συγκέντρωνε πληροφορίες για τα συστήματα θαλάσσιου ανεφοδιασμού της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας. Η υπηρεσία χρησιμοποιούσε τα στοιχεία αυτά για να προετοιμάζει και να οργανώνει τις επιχειρήσεις κατά της εμπορικής ναυτιλίας του εχθρού. Ήταν τόσο καλά κρυμμένο μυστικό, ώστε δεν αποκαλύφθηκε ούτε μετά το τέλος του Πολέμου από τους συμμάχους.

Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου ο ναύαρχος φον Κανάρις την επανενεργοποίησε, προβλέποντας ανάλογες επιχειρήσεις σε ένα μελλοντικό πόλεμο: Επιστράτευσε ναυτιλιακές επιχειρήσεις γερμανικών συμφερόντων σε ολόκληρο τον κόσμο. Δημιούργησε μέσω αυτών σταθμούς ανεφοδιασμού με αποθέματα καυσίμων, πυρομαχικών, ανταλλακτικών και άλλων εφοδίων σε μεγάλα λιμάνια της Νότιας Αμερικής, της Ισπανίας, της Άπω Ανατολής, ακόμη και στις ΗΠΑ. Σ΄ εκείνες τις δραστηριότητες των γερμανικών ανεφοδιασμών Ατλαντικού είχε εμπλακεί και ο Έλληνας πλοιοκτήτης Αριστοτέλης Ωνάσης.

Κατά την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ελάχιστοι αξιωματικοί του Kriegsmarine (Πολεμικό Ναυτικό του Ράιχ, δηλαδή της Γερμανίας) γνώριζαν αυτές τις μυστικές προετοιμασίες, αλλά κι αυτοί δυσπιστούσαν στο σχέδιο χρησιμοποίησης επιδρομικών κατά της εχθρικής εμπορικής ναυτιλίας. Σε σύγκριση με τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι ωκεάνιες ναυτιλιακές γραμμές ήταν χρονικά μικρότερες (τα εμπορικά σκάφη ήταν ταχύτερα), είχαν πιο σύγχρονες επικοινωνίες και χρησιμοποιούνταν πολύ πιο μαζικά και αποτελεσματικά αεροσκάφη και για το θαλάσσιο έλεγχο. Τέλος δεν υπήρχαν πλέον διαθέσιμες για τη Γερμανία οι υπερπόντιες αποικίες που είχε πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο και παραχωρήθηκαν στους συμμάχους με τη συνθηκολόγηση. Η απόπλευση έστω και ενός φαινομενικά εμπορικού πλοίου από γερμανικό λιμάνι απαρατήρητο ήταν εξαιρετικά δύσκολο, δεδομένου ναυτικού αποκλεισμού και της στενής παρουσίας του Βασιλικού Ναυτικού με όλα του τα επιφανειακά, εναέρια και υποβρύχια μέσα.

Οι παραπάνω λόγοι δυσπιστίας ως προς την αποτελεσματικότητα του μέσου οδήγησαν στην τελική απόφαση να διατεθούν για μετασκευή σε επιδρομικά μόνο εννέα γερμανικά εμπορικά πλοία, με πληρώματα από εθελοντές και υπό τη διοίκηση εφέδρων αξιωματικών. Ο κύριος οπλισμός των επιδρομικών ήταν ένας αριθμός πυροβόλων των 150 mm και τορπιλλοβλητικοί σωλήνες. Συνήθως έφεραν και δευτερεύοντα οπλισμό από πυροβόλα των 75, 37 και 20 mm (κυρίως ως αντιαεροπορικά), καθώς και 1-2 αναγνωριστικά υδροπλάνα Arado Ar 196 ή Heinkel He 114. Τα σκάφη ήταν πετρελαιοκίνητα και μετέφεραν καύσιμα και άλλα εφόδια όχι μόνο για τον εαυτό τους και τα υδροπλάνα τους, αλλά και για ανεφοδιασμό των γερμανικών υποβρυχίων.

Ο συνηθισμένος αριθμός για το πλήρωμα ενός επιδρομικού ήταν 350 άνδρες, που επιλέγονταν κυρίως από πρώην ναυτικούς ανάλογων σκαφών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι συνθήκες διαβίωσης πάνω στα επιδρομικά θεωρούνταν πληκτικές, εκτός από τις ώρες που εντοπιζόταν θύματα ή διώκτες τους, οπότε άρχιζε πολεμική δράση. Τα ταξίδια διαρκούσαν ως δυο χρόνια με μειωμένες ανέσεις και περιορισμένες μερίδες φαγητού που μίκραιναν περισσότερο όταν τα πλοία φιλοξενούσαν αιχμαλώτους από τα πλοία - θύματα. Τέλος, σε περίπτωση δικής τους σύλληψης και αιχμαλωσίας κινδύνευαν σοβαρά να απαγχονιστούν ως πειρατές, αφού τα επιδρομικά δρούσαν χωρίς την επίσημη σημαία τους, χωρίς δηλαδή να θεωρούνται εχθρικά πολεμικά, αλλά πειρατικά. Φυσικά είχαν και την πιθανότητα να βυθιστούν από τα εχθρικά πολεμικά, αλλά αυτός ο κίνδυνος υπήρχε για όλα τα σκάφη σε εμπόλεμη κατάσταση.

Για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής του πληρώματός τους διέθεταν βιβλιοθήκες, κινηματογραφικές μηχανές και ταινίες, ακόμη και πισίνες από καραβόπανο.

Εκτός των συνηθισμένων ειδικοτήτων και καθηκόντων στα επιδρομικά υπήρχαν δυο ειδικά αποσπάσματα ανδρών:

  1. Απόσπασμα λαφυραγώγησης: Πραγματοποιούσαν έρευνα και λαφυραγώγηση σημαντικών υλικών και εγγράφων από τα πλοία - στόχους που αιχμαλωτίζονταν. Αν άξιζαν αρκετά και τα ίδια τα πλοία ή και το κύριο φορτίο τους, τότε τα αποσπάσματα αυτά, μαζί με όσα μέλη των πληρωμάτων των αιχμαλωτισμένων πλοίων δέχονταν (υπό την απειλή όπλων) να συνεργαστούν, οδηγούσαν τα αιχμαλωτισμένα πλοία σε κατεχόμενα από τους Γερμανούς λιμάνια, συνήθως στο Μπορντώ της Γαλλίας. Αν δεν άξιζε αρκετά το αιχμαλωτισμένο πλοίο ή και το φορτίο του, τότε αφού αφαιρούσαν ότι χρήσιμο είχε το βύθιζαν με κατάλληλα τοποθετημένα εκρηκτικά. Μόνο αν ήταν ανάγκη το βύθιζαν με τα όπλα (πυροβόλα και τορπίλες) του επιδρομικού, για να αποφύγουν την προσέλκυση διωκτικών πλοίων του εχθρού.
  2. Απόσπασμα παραπλάνησης: Μεταμφιεζόταν σε γυναίκες, νέγρους, ακόμη και παιδιά (μερικοί ιδιαίτερα μικρόσωμοι) κ.τ.λ., ή και κατασκεύαζαν και τοποθετούσαν ψεύτικα στοιχεία στο σκάφος ώστε να παραπλανηθεί ο εχθρός.

Η γενική τακτική χρήση των επιδρομικών ήταν να στήνουν ενέδρες στους θαλάσσιους δρόμους του εχθρού ή και να τους ναρκοθετεί. Όταν εντόπιζαν ένα υποψήφιο θύμα, δηλαδή ένα ασυνόδευτο εμπορικό, το πλησίαζαν αθώα δήθεν ως τα 4 χιλιόμετρα περίπου, οπότε εμφάνιζαν τον κρυφό οπλισμό τους και έστελναν οπτικό σήμα: «Σταματήστε τις μηχανές σας! Μην χρησιμοποιήσετε τον ασύρματό σας.» Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, μια βολή στο θάλαμο ασυρμάτου του εμπορικού και ίσως μερικές έξτρα (συνήθως τέσσερις έφταναν) το ανάγκαζαν να υπακούσει. Τότε έστελναν ένοπλο άγημα λαφυραγώγησης που προέβαινε στις παραπάνω αναφερόμενες ενέργειες. Στην αρχή του πολέμου ήταν αρκετά ιπποτικοί ώστε να φιλοξενούν σχετικά καλά τα αιχμάλωτα πληρώματα μέχρι να τα ξεφορτώσουν σε άλλα γερμανικά σκάφη ή σε φίλια ακτή, αλλά αργότερα αυτό άλλαξε.

Ένα από τα αντίμετρα που εφάρμοσαν οι Βρετανοί ήταν επίσης κρυφά οπλισμένα εμπορικά σκάφη, τα AMC (Armed Merchant Commercial)

Μετά τον απόπλου κάθε επιδρομικού οι αξιωματικοί που το είχαν στείλει στοιχημάτιζαν για το αν θα επιζούσαν μια εβδομάδα!

Η δράση του Ατλαντίς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το επιδρομικό Ατλαντίς (με κωδικό Schiff 16 στο Γερμανικό Ναυτικό) ήταν το πρώην εμπορικό πλοίο «Goldenfels» της ναυτιλιακής εταιρίας Hansa Lines μήκους 155 μέτρων και εκτοπίσματος 7.862 τόνων. Το Δεκέμβριο του 1939 δεσμεύτηκε από το Γερμανικό Ναυτικό και έγινε το πρώτο και μεγαλύτερο από τα εννέα επιδρομικά του πλοία. Το πλοίο είχε πλήρωμα 349 ανδρών (21 αξιωματικών και 328 ναυτών). Κανονικά είχε μονή καπνοδόχο, αλλά είχε υλικά και τεχνίτες που μπορούσαν να του δώσουν ως 26 διαφορετικές μορφές.

Ο οπλισμός του ήταν: 6x150, 1x75, 4x37, 4x20 mm πυροβόλα, τέσσερα τορπιλοβλητικοί σωλήνες, δύο υδροπλάνα και 92 νάρκες, όλα σε απόκρυψη. Είχε δύο εξακύλινδρους πετρελαιοκινητήρες που κινούσαν μια έλικα και που έδιναν στο σκάφος μέγιστη ταχύτητα 17,5 κόμβων. Από τις αρχές Μαρτίου 1940 τοποθετήθηκε κυβερνήτης του ο Μπέρναρντ Ρόγκε, ένας ικανός αξιωματικός, χωρίς όμως προοπτικές γιατί δεν ασπαζόταν την κυρίαρχη τότε εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία. Ήταν ευγενικός και αγαπητός τόσο από το πλήρωμά του, όσο και από όλους τους αιχμαλώτους του. Σύμφωνα με ένα παλιό έθιμο των πειρατών, του δόθηκε το δικαίωμα να βαπτίσει σκάφος του, και αυτός το ονόμασε «Ατλαντίς».
Η πρώτη αποστολή που ανατέθηκε στο Ατλαντίς από το Γερμανικό Ναυτικό ήταν η αναζήτηση και καταστροφή εχθρικών εμπορικών σκαφών στην περιοχή του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας. Απέπλευσε στις 31 Μαρτίου 1940 κρυφά από άγνωστο λιμάνι της Βόρειας Γερμανίας, μαζί με τα επιδρομικά «Ωρίων» (Orion) και «Βίντερ» (Widder), καθώς και το παλαιό θωρηκτό «Χέσεν» (Hessen), σε ρόλο παγοθραυστικού.

Κατόρθωσε να περάσει σώο και απαρατήρητο από τους Βρετανούς μέσα από τα ναρκοπέδια της Βόρειας Θάλασσας και έπειτα κατά μήκος του Αρκτικού Κύκλου έστριψε νότια μεταξύ Ισλανδίας και Γροιλανδίας, φέροντας σοβιετική σημαία και παριστάνοντας το σοβιετικό φορτηγό «Krim», το οποίο επιγράφονταν στα αγγλικά και στα ρωσικά, όπως και διάφορες προειδοποιήσεις της μορφής «Μακριά από τους έλικες». Το βράδυ όμως της 24ης Απριλίου άλλαξε μορφή και «ταυτότητα»: Έγινε το ιαπωνικό φορτηγό «Kashii Maru» της εταιρίας «Kokusai Lines». Οι χαρακτήρες στις επιγραφές τώρα ήταν στα αγγλικά και στα ιαπωνικά.

Στις 2 Μαΐου το Ατλαντίς επισήμανε το βρετανικό επιβατικό «City of Exeter». Σύμφωνα με τις διαταγές που είχε έπρεπε να το βυθίσει. Όμως ο Κυβερνήτης Ρόγκε διέκρινε με τα κιάλια του μεταξύ των επιβατών πολλά γυναικόπαιδα και έτσι αποφάσισε, να αγνοήσει τις διαταγές του και να μην επιτεθεί. Παρά την μεταμφίεση ο Κυβερνήτης του «City of Exeter» ανέφερε με τον ασύρματό του στο Βρετανικό Ναυαρχείο: «Περίεργο ιαπωνικό φορτηγό». Το Ατλαντίς έπλεε με αντίθετη πορεία από το βρετανικό επιβατικό και αναγνωρίστηκε ως το ιαπωνικό φορτηγό 8.400 τόννων «Kashii Maru». Η Ιαπωνία ήταν ακόμη τότε ουδέτερη χώρα. Τα άλλα 340 μέλη του πληρώματος του Ατλαντίς ήταν κρυμμένοι στο εσωτερικό. Το σκάφος έφερε εικονική καπνοδόχο, ξύλινες πλαϊνές υπερκατασκευές (παραπέτα), έτσι ώστε να μην είναι ορατό το κυρίως κατάστρωμα, και πρόσθετους αεραγωγούς που άλλαζαν πλήρως την εξωτερική μορφή του πλοίου.

Την επόμενη, στις 3 Μαΐου, το Ατλαντίς απάντησε ένα άλλο εμπορικό: το βρετανικό φορτηγό «Scientist» 6.200 τόνων, που μετέφερε μετάλλευμα. Αυτήν τη φορά ο Ρόγκε διέταξε επίθεση: Το Ατλαντίς ύψωσε την πολεμική του σημαία και μετέδωσαν στο φορτηγό οπτικό σήμα: «Σταματήστε ή πυροβολούμε. Μην χρησιμοποιείτε τον ασύρματό σας». Έριξαν και μια προειδοποιητική βολή με το πυροβόλο των 75 mm κοντά στο εμπορικό. Όμως το εμπορικό έστειλε με τον ασύρματο σήμα στο Ναυαρχείο του: «QQQ - Εμπορικό άγνωστης ταυτότητας μας διατάζει να σταματήσουμε... ». Το Ατλαντίς απάντησε με παράσιτα και με μια βολή ακριβείας ανατίναξαν την καμπίνα του ασυρματιστή. Μετά από αυτό το «Scientist» ακινητοποιήθηκε και παραδόθηκε: Τα 77 μέλη του πληρώματός του αιχμαλωτίστηκαν, αλλά τα εκρηκτικά του αποσπάσματος λαφυραγώγησης απέτυχαν να το βυθίσουν, οπότε το Ατλαντίς αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει τα πυροβόλα του και μια τορπίλη για να το αποτελειώσει.

Όταν το Ατλαντίς έφτασε στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας ναρκοθέτησε την περιοχή με τις 92 νάρκες του. Έπειτα κατευθύνθηκε προς τον Ινδικό Ωκεανό. Λίγες ημέρες αργότερα ο ασύρματος του Ατλαντίς έλαβε σήμα προερχόμενο από τις βρετανικές αρχές προς όλα τα βρετανικά σκάφη της περιοχής ότι υπάρχει γερμανικό επιδρομικό μεταμφιεσμένο σε ιαπωνικό φορτηγό (συνδυάζοντας τις αναφορές του «City of Exeter» και του «Scientist»). Μόλις έλαβε αυτό το σήμα το Ατλαντίς μεταμφιέστηκε στο ολλανδικό φορτηγό «Abbekerk».

Στις 10 Ιουνίου εντόπισε το δεύτερο θύμα του: Το νορβηγικό φορτηγό «Tirrana.» 7.230 τόννων. Χρειάστηκαν 30 βολές πυροβόλων, από τις οποίες σκοτώθηκαν πέντε μέλη του πληρώματός του για να ακινητοποιηθεί και να αιχμαλωτιστεί. Μετέφερε οπλισμό και εφόδια για τα αυστραλιανά τμήματα που μάχονταν στη Μέση Ανατολή. Στάλθηκε στο Μπορντώ.

Στις 11 Ιουλίου το Ατλαντίς άνοιξε πυρ κατά του βρετανικού φορτηγού «City of Baghdad». Αυτή τη φορά το άγημα λαφυραγώγησης βρήκε ένα πολύτιμο «δώρο» για τους Γερμανούς: Στο καλάθι αχρήστων του ασυρματιστή ήταν ένα σήμα του Βρετανικού Ναυαρχείου και οδηγίες αποκωδικοποίησης που βοήθησε πολύ τους γερμανούς αποκωδικοποιητές να «σπάσουν» το Βρετανικό Ναυτικό Κώδικα.

Δυο μέρες μετά ήταν σειρά του «Kemmndine», που μετέφερε ουίσκι και μερικά γυναικόπαιδα, εκτός από το πλήρωμά του. Το έμψυχο φορτίο και τμήμα από το άψυχο μεταφέρθηκε στο Ατλαντίς πριν αυτό βυθίσει το εμπορικό με δυο τορπίλες.

Εξαιτίας αυτής της δράσης και της απώλειας πλοίων, φορτίων και πληρωμάτων το Βρετανικό Ναυαρχείο αντέδρασε διατάσσοντας την άμεση αναφορά για κάθε πλοίο που συναντά οποιοδήποτε εμπορικό συμφερόντων του, πάση θυσία. Το μήνυμα το πήρε και το Ατλαντίς και άλλαξε τακτική: Πρώτα άνοιγε πυρ με στόχο την καμπίνα του ασυρματιστή και ύστερα ζητούσε την παράδοση των εμπορικών. Ωστόσο περίπου τα μισά από αυτά πρόλαβαν να εκπέμψουν σήμα ότι δέχονται επίθεση. Τα περισσότερα από αυτά βομβαρδίστηκαν από ο Ατλαντίς ως αντίποινα για το σήμα τους με αρκετές απώλειες στα πληρώματά τους, αλλά σε γενικές γραμμές ο πλοίαρχος Ρόγκε κράτησε το σχετικά «πολιτισμένο» ύφος του, αφού πρόσφερε, κατά ομολογία των αιχμαλώτων του, αξιοπρεπείς συνθήκες αιχμαλωσίας και φρόντιζε να διασώσει όσους ναυαγούς μπορούσε από τα βυθισμένα σκάφη.

Τα συμμαχικά εμπορικά είχαν τη διαταγή να στέλνουν σήμα «RRR», που σήμαινε «Raider = επιδρομικό». Τα σκάφη «Talleyrand», «King City», «Athelking», «Benarty» και «Commisaire Ramel» βυθίστηκαν χωρίς να προλάβουν να εκπέμψουν σήμα και μετά την έρευνα, τη λαφυραγώγηση ότι χρήσιμου και την αιχμαλωσία των πληρωμάτων τους βυθίστηκαν. Το γιουγκοσλαβικό «Durnitor» παραδόθηκε πρόθυμα γιατί αντιμετώπιζε ελλείψεις σε τρόφιμα και καύσιμα. Αντίθετα το «Automedon», που έπλεε βορειοδυτικά της Σουμάτρας, πρόλαβε και έστειλε το σήμα «RRR», με αποτέλεσμα να λάβει ως αντίποινα 28 οβίδες από απόσταση 1,5 χλμ. από το Ατλαντίς, που σκότωσαν τον πλοίαρχο και αρκετά μέλη του πληρώματός του. Όταν τελικά ακινητοποιήθηκε και ερευνήθηκε βρέθηκαν σάκοι απόρρητης βρετανικής αλληλογραφίας, που μεταξύ άλλων περιείχαν πίνακες κωδίκων και αναλυτική αναφορά του ανώτερου Βρετανού Διοικητή Άπω Ανατολής προς το Υπουργείο Πολέμου για τις Βρετανικές δυνάμεις στη Σιγκαπούρη.

Τα έγγραφα αυτά τα έστειλε μαζί με το αιχμάλωτο δεξαμενόπλοιο «Ole Jakob» που περιείχε περίπου 10.000 t αεροπορικής βενζίνης στο Τόκιο, με αποτέλεσμα να τιμηθεί ο Ρόγκε από τους Ιάπωνες με ένα ξίφος σαμουράι. Τα απόρρητα έγγραφα στάλθηκαν από τη Γερμανική Πρεσβεία του Τόκιο στο Βερολίνο με χρήση του υπερσιβηρικού σιδεροδρόμου (ίσχυε ακόμη το σύμφωνο Μολότωφ).

Τα (τελευταία του) Χριστούγεννα τα γιόρτασε το Ατλαντίς στο νησί Κεργκελέν της Ανταρκτικής. Σε αυτήν την ήσυχη γωνιά της Γης κατέφυγε για επισκευές και ανεφοδιασμό σε πόσιμο νερό. Εκεί υπέστη και την πρώτη του απώλεια: Ένας ναύτης του έπεσε από τη σκαλωσιά, ενώ έβαφε την καπνοδόχο και σκοτώθηκε. Τάφηκε στο νησί, αποτελώντας «το νοτιότερο τάφο Γερμανού στρατιώτη».

Το νέο έτος συνέχισε κανονικά τις επιχειρήσεις του (βλέπε πίνακα). Σημαντικότατη επιτυχία ήταν η κατάληψη του δεξαμενόπλοιου «Ketty Brovig», το πετρέλαιο του οποίου χρησιμοποιήθηκαν για τον ανεφοδιασμό του καταδρομικού «Admiral Scheer» και ενός ιταλικού υποβρυχίου στον Ατλαντικό.

Σημαντική αποδείχτηκε εκ των υστέρων και η αιχμαλωσία των 217 επιβατών του αιγυπτιακού «Zam Zam», στους οποίου συμπεριλαμβάνονταν αρκετοί ιεραπόστολοι και ο Αμερικανός δημοσιογράφος του περιοδικού «Life» David Serman. Οι Γερμανοί του επέτρεψαν να χρησιμοποιήσει τη φωτογραφική του μηχανή, αλλά πριν τον παραδώσουν, μαζί με τους υπόλοιπους, στο γερμανικό «Dresden» που θα τους μετέφερε στο Μπορντώ, απαίτησαν όλα τα φιλμ. Ο Serman όμως κατόρθωσε να κρύψει 4 από αυτά στις αποσκευές του και να παραδώσει αντίγραφά τους στις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, όταν επέστρεψε στη Ν. Υόρκη. Αυτοί παρέδωσαν αντίγραφα στους Βρετανούς, οι οποίοι έτσι έμαθαν για το Ατλαντίς που ως τότε το αποκαλούσαν «Raider C».

Ως τότε το Ατλαντίς είχε σκορπίσει τον τρόμο μεταξύ των εμπορικών σκαφών των νότιων θαλασσών, αλλάζοντας συχνά την πορεία τους, χάνοντας έτσι χρόνο και καύσιμα, ενώ ταυτόχρονα το Βρετανικό Ναυαρχείο αναγκάζονταν να δεσμεύει πολύτιμες μεγάλες ναυτικές μονάδες (βαριά καταδρομικά) στην καταδίωξη του πλοίου - φαντάσματος γι' αυτούς.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΠΙΤΥΧΙΩΝ ΤΟΥ ATLANTIS
α/α Όνομα πλοίου Τύπος Εθνικότητα Ημερομηνία Εκτόπισμα Κατάληξη
1 Scientist Φορτηγό Βρετανική 3/5/1940 6.200 t Βύθιση
2 Tirrana Φορτηγό Νορβηγική 10/6/1940 7.230 t Αιχμαλωσία
3 City of Baghdad Φορτηγό Βρετανική 11/7/1940 7.505 t Βύθιση
4 Kemmndine Φορτηγό Βρετανική 13/7/1940 7.770 t Βύθιση
5 Talleyrand Φορτηγό Νορβηγική 2/8/1940 6.730 t Βύθιση
6 King City Φορτηγό Βρετανική 24/8/1940 4.745 t Βύθιση
7 Athelking Δεξαμενόπλοιο Βρετανική 9/9/1940 9.550 t Βύθιση
8 Benarty Φορτηγό Βρετανική 10/9/1940 5.800 t Βύθιση
9 Commisaire Ramel Επιβατικό Γαλλική 20/9/1940 10.060 t Βύθιση
10 Durnitor Φορτηγό Γιουγκοσλαβική 22/10/1940 5.620 t Αιχμαλωσία
11 Teddy Δεξαμενόπλοιο Νορβηγική 9/11/1940 6.750 t Βύθιση
12 Ole Jakob Δεξαμενόπλοιο Νορβηγική 10/11/1940 8.305 t Αιχμαλωσία
13 Automedon Φορτηγό Βρετανική 11/11/1940 7.530 t Βύθιση
14 Mandasor Φορτηγό Βρετανική 24/1/1941 5.145 t Βύθιση
15 Speybank Φορτηγό Βρετανική 31/1/1941 5.150 t Αιχμαλωσία
16 Ketty Brovig Φορτηγό Νορβηγική 2/2/1941 7.300 t Αιχμαλωσία
17 Zam Zam Επιβατικό Αιγυπτιακή 17/4/1941 8.300 t Βύθιση
18 Rebaul Φορτηγό Βρετανική 14/5/1941 6.810 t Βύθιση
19 Trafalgar Φορτηγό Βρετανική 24/5/1941 4.530 t Βύθιση
20 Tottenam Φορτηγό Βρετανική 17/6/1941 4.760 t Βύθιση
21 Balzac Φορτηγό Βρετανική 23/6/1941 5.375 t Βύθιση
22 Silvaplanal Φορτηγό Νορβηγική 10/9/1941 4.790 t Αιχμαλωσία
Σύνολο: 145.960 t

Το τέλος του Ατλαντίς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη βύθιση του Βίσμαρκ το Ατλαντίς βρισκόταν στο Νότιο Ατλαντικό πλέοντας νοτιοανατολικά προς τον Ειρηνικό. Στο μεταξύ βύθισε 4 ακόμη πλοία (βλέπε πίνακα). Τέλος, στις 10 Σεπτεμβρίου 1941, ανατολικά της Ν. Ζηλανδίας το Ατλαντίς αιχμαλώτισε το τελευταίο θύμα του, το νορβηγικό φορτηγό «Silvaplana», που μετέφερε πολύτιμο φορτίο καουτσούκ, που στάλθηκε με άγημα στην κατεχόμενη Γαλλία. Λίγες μέρες αργότερα συναντήθηκε με γερμανικό πλοίο ανεφοδιασμού, από το οποίο ανεφοδιάστηκε. Έπειτα επέστρεψε στον Ατλαντικό Ωκεανό.

Στις 18 Οκτωβρίου διατάχθηκε να συναντήσει και να ανεφοδιάσει το υποβρύχιο U-68, 800 χλμ. δυτικά της νήσου Αγία Ελένη. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στις 13 Νοεμβρίου. Έπειτα έλαβε κι άλλη διαταγή ανεφοδιασμού του υποβρυχίου U-126, στις 22 Νοεμβρίου. Την παραμονή έπαθε βλάβη το τελευταίο εν λειτουργία υδροπλάνο του Ατλαντίς, οπότε το πλοίο έμεινε «τυφλό» για 48 ώρες. Τα ξημερώματα της 22 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε η συνάντηση. Κατά τη διάρκεια του ανεφοδιασμού, στις 08:16 ακούστηκε η έντρομη κραυγή του οπτήρα του Ατλαντίς: «Feindlicher Krauzer in Sicht!» (= «Εχθρικό καταδρομικό εν όψει». Πράγματι ήταν το βρετανικό βαρύ καταδρομικό «Devonshire» με κυβερνήτη τον Ρ. Όλιβερ.

Αμέσως μετά την προειδοποίηση το πλήρωμα του υποβρυχίου έκοψε τους κάβους που το έδεναν με το Ατλαντίς και καταδύθηκε βιαστικά, αφήνοντας τον κυβερνήτη του στο πλοίο, όπου φιλοξενούνταν από τον Ρόγκε. Από το σωλήνα ανεφοδιασμό συνέχιζε να χύνεται πετρέλαιο στη θάλασσα. Το Ατλαντίς φαίνονταν καταδικασμένο: Η μόνη του ελπίδα ήταν το υποβρύχιο να τορπιλίσει το βρετανικό βαρύ καταδρομικό: Το καταδρομικό δεν είχε εντοπίσει το υποβρύχιο στην επιφάνεια και δε διέθετε SONAR, ούτε συνοδεύονταν από αντιτορπιλικό. Πλησίαζε επιφυλακτικά το μυστηριώδες εμπορικό (αυτό έβλεπε) που συνέλεγε εσπευσμένα σωλήνες από τη θάλασσα και ταίριαζε αρκετά με τις περιγραφές επιδρομικού που διέθετε το Βρετανικό Ναυτικό από τις φωτογραφίες του Serman. Έριξε λοιπόν δυο προειδοποιητικές βολές με τα πυροβόλα των 8 ιντσών του, από απόσταση 15 χλμ., πέρα από το βεληνεκές των πυροβόλων και των τορπιλών του Ατλαντίς. Ο Ρόγκε προσπάθησε να πείσει τους Βρετανούς ότι ήταν το βρετανικό φορτηγό «Polyphemus» και κάλεσε το καταδρομικό να πλησιάσει (ώστε να μπορεί να το πλήξει και το Ατλαντίς και το υποβρύχιο). Ο Όλιβερ όμως διατήρισε την απόσταση ασφαλείας καθώς ρώτησε το Ναυαρχείο του αν είχε μπροστά το βρετανικό φορτηγό. Η απάντηση ήρθε σε μια ώρα: «Όχι.». Τότε, πάντα από απόσταση ασφαλείας, το καταδρομικό άνοιξε πυρ με όλα τα πυροβόλα του των 8 ιντσών πάνω στο Ατλαντίς. Ο Ρόγκε διέταξε τότε να πυροδοτηθούν οι ωρολογιακοί μηχανισμοί αυτοκαταστροφής και έπειτα την εγκατάλειψη του σκάφους του. Στις 10:00 το Ατλαντίς ανατινάχθηκε και άρχισε να βυθίζεται. Το καταδρομικό και πάλι δεν έπεσε στην παγίδα να έρθει να περισυλλέξει τους ναυαγούς, αλλά πολύ σωστά (από στρατηγικής άποψης) απομακρύνθηκε ολοταχώς.

Στην καταγραφή που έκανε ο Ρόγκε έλειπαν 7 άνδρες που σκοτώθηκαν από το βομβαρδισμό του καταδρομικού. Το υποβρύχιο αναδύθηκε και μάζεψε τους ναυαγούς που χωρούσε, ενώ οι υπόλοιποι στοιβάχτηκαν πάνω στο υποβρύχιο ή στις βάρκες που δέθηκαν και ρυμουλκήθηκαν από αυτό. Κατά τη διάρκεια της πορείας το πλήρωμα του υποβρυχίου εφοδίαζε τους συναδέλφους του με ζεστό φαγητό και νερό επί τρεις μέρες, οπότε συνάντησαν το γερμανικό πλοίο ανεφοδιασμού «Python», που τους παρέλαβε τους ναυαγούς του Ατλαντίς με προορισμό την κατεχόμενη Γαλλία. Ωστόσο η περιπέτειά τους δεν έληξε ακόμη: Μετά από μερικές μέρες το «Python» συνάντησε το βρετανικό καταδρομικό «Dorsetshire», το οποίο βύθισε το ανεφοδιαστικό. Έτσι, οι ναυαγοί του Ατλαντίς ξανάγιναν ναυαγοί, μαζί με όσους συναδέλφους τους από το «Python» επέζησαν το βομβαρδισμό από το καταδρομικό. Τελικά όμως διασώθηκαν από άγνωστο αριθμό γερμανικών και ιταλικών υποβρυχίων που έσπευσαν να βοηθήσουν. Στις αρχές του Ιανουαρίου 1942 έφτασαν στο Βερολίνο

Επίλογος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ατλαντίς ήταν τελικά το πιο πετυχημένο γερμανικό επιδρομικό του Β΄ΠΠ. Στη διάρκεια ενός μόνο ταξιδιού διένυσε απόσταση 161.000 χλμ. σε 602 ημέρες και εξουδετέρωσε 22 συμμαχικά εμπορικά συνολικού εκτοπίσματος 144.384 t. Ο πλοίαρχος Ρόγκε τιμήθηκε με προαγωγή σε υποναύαρχο και του ανατέθηκε η Διοίκηση των Ναυτικών Δοκίμων του Kriegsmarine. Εκεί όμως αποκαλύφθηκαν τα αντιναζιστικά του φρονήματα και γι' αυτό μετατέθηκε σε μια ασήμαντη θέση ως το τέλος του πολέμου. Το 1955 το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Ναυτικό (πλέον) τον επανέφερε στις τάξεις του με το βαθμό του υποναυάρχου.

Μεταπολεμικά, πολλά από τα πρώην αιχμάλωτα πληρώματα του Ατλαντίς εκδήλωσαν έμπρακτα φιλικά συναισθήματα προς τον Ρόγκε τους άλλους επιζώντες του Ατλαντίς με ανταλλαγές επιστολών και επισκέψεων, καθώς και αποστολής δεμάτων με τρόφιμα, που τόσο έλλειπαν από τις οικογένειες της μεταπολεμικής Δ. Γερμανίας.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • «Ναυτική Ιστορία», ομώνυμο άρθρο του Τερνιώτη Ιωάννη, τ1, Εκδόσεις Περισκόπιο.