Μετάβαση στο περιεχόμενο

Χιτών

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πήλινο αγαλματίδιο έφηβου Μακεδόνα με με χιτώνα , μανδύα και καύκαλο (3ος αι. π.Χ.)

Ο χιτώνας ή χλαίνα ήταν αρχαίο ελληνικό ένδυμα. Διακρίνεται σε δωρικό και ιωνικό ρυθμό. Ο δωρικός χιτώνας, κοινώς "χλαίνη", ήταν κυρίως ανδρικό ένδυμα, υφασμένο από μαλλί. Τον φορούσαν στον αριστερό ώμο, ενώ κούμπωνε επάνω από το δεξί ώμο με παραμάνα, αφήνοντας το δεξί μέρος του σώματος γυμνό.

Ο ιωνικός χιτώνας ήταν μακρύτερος από τον δωρικό[1] και ήταν υφασμένος από λινάρι. Ήταν μακρόστενο πανί με άνοιγμα για το κεφάλι. Έπεφτε και στους δύο ώμους προς τα κάτω και κουμπωνόταν δεξιά και αριστερά.

Κούμπωμα χιτώνα δωρικού ρυθμού με ζώνη

Στους ομηρικούς χρόνους, ο χιτώνας ανήκε κυρίως στην ανδρική μόδα,[1] ενώ οι γυναίκες ντύνονταν με τον πέπλο. Ο δωρικός χιτώνας έγινε και πάλι δημοφιλής κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Οι ελεύθεροι άνδρες τον φορούσαν με τρόπο τέτοιο ώστε να καλύπτει όλο το σώμα, ενώ οι σκλάβοι και οι απλοί εργάτες τον φορούσαν "εξωμίς", αφήνοντας δηλαδή το δεξιό μπράτσο γυμνό, για να μην εμποδίζει την εργασία. Ο χιτώνας των εργατών, των αγροτών και των πολεμιστών ήταν πάντα κοντός ενώ αντιθέτως, οι ιερείς και οι ηνίοχοι φορούσαν μακρύ χιτώνα, ο οποίος ονομαζόταν "ποδήρης".[1]

Κατά την αρχαϊκή περίοδο, ξεκίνησε η χρήση του χιτώνα και από τις γυναίκες.[1] Εκτός από τον απλό χιτώνα υπήρχε και μακρύτερος, ο λεγόμενος "διπλός", ο οποίος είχε διπλάσιο μήκος. Την ημέρα φορούνταν διπλωμένος, ενώ τη νύχτα χρησίμευε ως σκέπασμα στον ύπνο. Ο μακρύς γυναικείος χιτώνας, που ήταν μακρύτερος από τον ανδρικό, έδενε με ζώνη και σχημάτιζε δίπλωμα, τον "κόλπο", κάτω από το στήθος ή στη μέση, ανάλογα με το ύψος που έδενε η ζώνη.

  • Ιμάτιο, ένδυμα που φορούνταν πάνω από το χιτώνα.
  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Παπαντωνίου, Ιωάννα (2000). Η Ελληνική ενδυμασία. Από την αρχαιότητα ως τις αρχές του 20ου αιώνα. Αθήνα: Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος. σελ. 54. ISBN 960-7059-10-7. 
  • "Chiton" Encyclopædia Britannica
  • Erika Thiel: Geschichte der Mode. Von den Anfängen bis zur Gegenwart. Augsburg 1990, 7. Auflage, S. 22

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]