Σουλτανικό φιρμάνι του 1453
Το σουλτανικό φιρμάνι του 1453 είναι μία σειρά συμφωνιών μεταξύ του Οθωμανού σουλτάνου Μωάμεθ Β’ του Πορθητή («Fatih») και της Γενουάτικης κοινότητας του Γαλατά που εκδόθηκε το καλοκαίρι του 1453 λίγες μόνο ημέρες έπειτα από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ένα αντίγραφο της συνθήκης γραμμένο στην ελληνική γλώσσα φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου.
Ιστορικό υπόβαθρο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από την αρχή του 15ου αιώνα, οι αποικίες της Δημοκρατίας της Γένοβας στον Εύξεινο Πόντο δέχονταν ισχυρές πιέσει λόγω της κλιμακούμενης Οθωμανικής επέκτασης στη Μικρά Ασία και κινδύνευαν, έτσι, με αφανισμό. Οι Τούρκοι, έχοντας κατασκευάσει στα Στενά του Βοσπόρου το 1451 ένα ισχυρότατο φρούριο (Ρούμελι Χισάρ ή, για τους Βυζαντινούς «Λαιμοκοπία») ήλεγχαν αυστηρά την πρόσβαση προς τη Μαύρη Θάλασσα, επιβάλλοντας περιορισμούς και δασμούς της αρεσκείας τους. Από την άλλη, οι Λατίνοι ηγέτες ήταν υποχρεωμένοι, με τον τρόπο αυτό, να καταβάλλουν φόρους στην Υψηλή Πύλη, προκειμένου να τους επιτραπεί η διατήρηση ορισμένων προνομίων, εμπορικών δραστηριοτήτων ή εγκαταστάσεων. Συχνά όμως, τον τουρκικό αποκλεισμό διέκοπταν μεμονωμένες προσπάθειες εμπόρων ή διοικητών στόλων των χριστιανικών δυνάμεων της Δύσης, επιτυγχάνοντας την τροφοδοσία των αποικιών.
Το φιρμάνι του σουλτάνου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο νέος σουλτάνος Μωάμεθ Β’, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον πατέρα του, Μουράτ Β΄, εξέδωσε, την 1 Ιουνίου 1453 (6961 για τους Μουσουλμάνους) προς την κοινότητα των Γενουατών του Πέραν, μία διαταγή («φιρμάνι») σύμφωνα με την οποία οι κάτοικοι της πόλης αυτής θα είχαν το δικαίωμα επιστροφής και ανάκτησης των περιουσιακών τους στοιχείων (που είχαν, προηγουμένως, δεσμευθεί προς κατάσχεση) αλλά και να επανέλθουν στις επαγγελματικές τους ασχολίες, ελεύθεροι να εκδηλώνουν και τις θρησκευτικές τους υποχρεώσεις. Ήταν, ωστόσο, υποχρεωμένοι στην καταβολή του κεφαλικού φόρου, μπορούσαν όμως να εξακολουθούν τις εμπορικές σχέσεις με τη Γένοβα, χωρίς η τελευταία, πάντως, να έχει οποιοδήποτε ιδιοκτησιακό δικαίωμα. Τις ανωτέρω συμφωνίες αναφέρει ο Γενουάτης, τελευταίος διοικητής («Ποτεστά») του Πέραν[1], Angelo Giovanni Lommelino[2] [3], σε επιστολή προς τον αδελφό του, με ημερομηνία 23 Ιουνίου 1453.
Κληρονομιά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το φιρμάνι του 1453 στο οποίο, εκτός από την υπογραφή του σουλτάνου υπάρχει και εκείνη του εκ των κορυφαίων συμβούλων του, Αλβανού Πασά Ζαγανό, αποτελεί, μαζί με τις τροποποιήσεις που υπήρξαν, μεταγενέστερα, στο περιεχόμενό του, κυρίως από το σουλτάνο Αχμέτ Α΄ (1613), πρωτόλειο κείμενο-ντοκουμέντο νομικών συμφωνιών και κατέστησαν το υπόβαθρο βάσει του οποίου καταρτίσθηκε μία ολόκληρη αλληλουχία μετέπειτα συμφωνιών μεταξύ των Οθωμανών και της Χριστιανικής Δύσης, τους αιώνες που ακολούθησαν, όσον αφορούσε στα δικαιώματα των Καθολικών (Λεβαντίνοι ή «Φραγγολεβαντίνοι») υπηκόων του σουλτάνου.
Πηγή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Κωνσταντίνος Τσοπάνης, «Άλωση 1453, δύο λατινικά ντοκουμέντα για την πτώση της Πόλης, Λεονάρδος o Χίος και Λομμελίνο», Omni Publishing, ειδική έκδοση για τις «Παραπολιτικές Εκδόσεις Α.Ε.», Isbn 978-618-80414-0-0
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ G. Pistarino, "Cinquantacinque giorni a Pera-Galata nel tempo del' accedio di Constantinopoli (1453)" Ανακτήθηκε στις 4/10/2020
- ↑ Giustina Olgiati, "The Genoese Colonies in front of Turkish Advance (1453 - 1475)" Ανακτήθηκε στις 4/102020
- ↑ "Αυτόπτες μάρτυρες της Αλώσεως του 1453" Ανακτήθηκε στις 4/10/2020