Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πρόεδρος του Κράτους του Ισραήλ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το έμβλημα της Προεδρίας του Ισραήλ

Ο Πρόεδρος του Κράτους του Ισραήλ (εβρ.:נְשִׂיא הַמְּדִינָה, = «Νεσί χα-Μεντινά») είναι ο αρχηγός κράτους στο Ισραήλ. Το αξίωμα αυτό είναι αιρετό και δεν έχει ουσιαστικές πολιτικές αρμοδιότητες[1], αφού αρμόδιος για τη διοίκηση του κράτους είναι ο Πρωθυπουργός. Τωρινός Πρόεδρος του Ισραήλ είναι ο Ισαάκ Χέρτζογκ. Οι Πρόεδροι εκλέγονται για μία θητεία διάρκειας επτά ετών, αλλά δεν επιτρέπεται το ίδιο πρόσωπο να εκλεγεί και για δεύτερη θητεία.

Το προεδρικό γραφείο, όπως ήταν το 2007.

Ο Πρόεδρος εκλέγεται από μυστική ψηφοφορία μεταξύ των μελών της Κνέσετ, δηλαδή του ισραηλινού κοινοβουλίου. Στην αρχική ψηφοφορία απαιτείται απόλυτη πλειοψηφία. Αν κανένας υποψήφιος δεν λάβει απόλυτη πλειοψηφία σε τρεις συνεχόμενες ψηφοφορίες, τότε αρκεί μία απλή πλειοψηφία για την εκλογή. Αφού λήξει η επταετής θητεία ενός προέδρου, το ίδιο πρόσωπο δεν μπορεί να εκλεγεί για δεύτερη θητεία, ούτε συνεχόμενη, ούτε σε κάποια άλλη στιγμή στο μέλλον Μέχρι και πρόσφατα, η θητεία ήταν πενταετής και το ίδιο πρόσωπο μπορoύσε να υπηρετήσει μέχρι και δύο θητείες.

Ο οποιοσδήποτε Ισραηλινός πολίτης που είναι και μόνιμος κάτοικος του κράτους του Ισραήλ μπορεί να είναι υποψήφιος για την προεδρία της χώρας. Η θέση του προέδρου μένει κενή μετά την ολοκλήρωση μιας θητείας, μετά από παραίτηση ή θάνατο του Προέδρου, αλλά και μετά από την απόφαση των 3/4 των μελών της Κνέσετ να τον κηρύξουν έκπτωτο εξαιτίας κακής διαγωγής ή αδυναμίας ασκήσεως των καθηκόντων του. Δεν υπάρχει αντιπρόεδρος, οπότε, όπως συμβαίνει και στο ελλαδικό σύστημα, αν ο Πρόεδρος εγκαταλείψει το αξίωμα πρόωρα ή κηρυχθεί προσωρινά ανίκανος, ο πρόεδρος της βουλής (Κνέσετ) κηρύσσεται προσωρινός Πρόεδρος του Κράτους του Ισραήλ.

Η πρώτη προεδρική εκλογή στην ιστορία του Κράτους του Ισραήλ έλαβε χώρα στις 16 Φεβρουαρίου 1949 και νικητής ήταν ο Χαΐμ Βάιτσμαν. Η δεύτερη έγινε το 1951, επειδή τότε η προεδρική θητεία ήταν συνδεδεμένη με τη διάρκεια του κοινοβουλίου και η πρώτη Κνέσετ διήρκεσε μόλις δύο έτη. Η τρίτη εκλογή έλαβε χώρα το 1952, εξαιτίας του θανάτου του Βάιτσμαν στις 9 Νοεμβρίου 1952.

Από τότε, εκλογές για Πρόεδρο έγιναν στο Ισραήλ τα έτη 1957, 1962, 1963 (μετά τον θάνατο του Γιτζάκ Μπεν-Τσβι), 1968, 1973, 1978, 1983, 1988, 1993, 1998, 2000, 2007, 2014 και 2021. Οι έξι από τις εκλογές (αυτές των ετών 1951, 1957, 1962, 1968, 1978 και 1988) έγιναν με έναν μοναδικό υποψήφιο.

Οι εξουσίες του Προέδρου του Ισραήλ είναι γενικώς ισοδύναμες με αυτές των αρχηγών του κράτους σε άλλες προεδρευόμενες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες και ορίζονται σε γενικές γραμμές από τον Βασικό Νόμο για την Προεδρία[2], που ψηφίσθηκε το 1964.[3] Ο Βασικός Νόμος για την Κυβέρνηση περιέχει επίσης εδάφια για τις εξουσίες σε αναφορά με την κυβέρνηση[2]. Ο Πρόεδρος υπογράφει κάθε νόμο (με εξαίρεση αυτούς που αφορούν τις εξουσίες του), καθώς και διεθνείς ή διμερείς συνθήκες που εγκρίνονται από το κοινοβούλιο[2]. Σε αυτόν επίσης δίνουν τα διαπιστευτήριά τους οι νέοι πρέσβεις ή διπλωματικοί αντιπρόσωποι ξένων χωρών. Ο Πρόεδρος διορίζει τον Διοικητή της Τράπεζας του Ισραήλ, τον Γενικό Ελεγκτή (State Comptroller of Israel) μετά από σύσταση επιτροπής της Κνέσετ, μέλη του Συμβουλίου Ανώτερης Εκπαιδεύσεως, το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, την Αρχή Επανεντάξεως Κρατουμένων, το Ανώτατο Ραββινικό Συμβούλιο, τη διοίκηση του Ιδρύματος Wolf, τον πρόεδρο του Μαγκέν Νταβίντ Αντόμ (αντίστοιχου του Ερυθρού Σταυρού των χριστιανικών κρατών), τον πρόεδρο της Ακαδημίας Επιστημών και Ανθρωπιστικών Σπουδών και, τελετουργικά, τον Πρωθυπουργό. Ο Πρόεδρος έχει επίσης την εξουσία να απονείμει χάρη ή να μετατρέψει τις ποινές τόσο πολιτών, όσο και στρατιωτικών. Διορίζει επίσης τους δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Ισραήλ και άλλων δικαστηρίων, μετά την επιλογή τους από την Επιτροπή Δικαστικών Επιλογών.

Επιπροσθέτως, η παράγραφος 29a του Βασικού Νόμου για την Κυβέρνηση αναφέρει ότι ο Πρόεδρος είναι υποχρεωμένος να συναινεί στη διάλυση της Κνέσετ μετά από αίτημα του Πρωθυπουργού όταν η κυβέρνηση έχει χάσει την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο.

Οι προεδρικές εξουσίες ασκούνται συνήθως με βάση συστάσεις των αρμόδιων υπουργών της κυβερνήσεως.

Στην πράξη, ο σημαντικότερος ρόλος ρόλος του Προέδρου του Ισραήλ είναι ότι βοηθά στη διαδικασία του σχηματισμού κυβερνήσεως. Καθώς ο ισραηλινός εκλογικός νόμος καθιστά σχεδόν αδύνατο για ένα κόμμα να κυβερνήσει μόνο του, ο Πρόεδρος διαβουλεύεται με τους αρχηγούς των κομμάτων, ώστε να βρεθεί ποια συνεργασία είναι πιθανότερο να αποσπάσει μία πλειοψηφία στην Κνέσετ.

Εθιμικά καθήκοντα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πρόεδρος του Κράτους του Ισραήλ απονέμει ετησίως το Βραβείο Ισραήλ και το Βραβείο Βολφ. Επίσης, είναι ο κύριος ομιλητής στις εναρκτήριες συνεδριάσεις των συνόδων της Κνέσετ, καθώς και στις ετήσιες επίσημες τελετές για τις Γιομ Χαζικαρόν και Γιομ χα-Σοά.

Η προέλευση των μέχρι σήμερα Προέδρων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι περισσότεροι Προέδροι του Ισραήλ υπήρξαν αναμεμιγμένοι στην ενεργό πολιτική ή (πριν την ίδρυση του κράτους) σε σιωνιστικές δραστηριότητες πριν εκλεγούν. Ορισμένοι είχαν διακριθεί σε άλλα πεδία, π.χ. ο Χαΐμ Βάιτσμαν ήταν χημικός με ερευνητικό έργο και ιδρυτής του Ινστιτούτου Επιστήμης Βάιτσμαν στο Ρεχοβότ, ενώ ο Ζαλμάν Σαζάρ ήταν συγγραφέας, ποιητής και δημοσιογράφος.

Και οι 4 πρώτοι Πρόεδροι είχαν γεννηθεί στην τότε Ρωσική Αυτοκρατορία, όπως και άλλοι πολιτικοί στις πρώτες δεκαετίες του Κράτους του Ισραήλ. Ο πρώτος που γεννήθηκε στην περιοχή (και ο πρώτος με σεφαρδιτικό υπόβαθρο) ήταν ο Γιτζάκ Ναβόν. Ο πρώτος Πρόεδρος με δυτικοευρωπαϊκή προέλευση ήταν ο Χαΐμ Χέρτσογκ, από το Μπέλφαστ. Ο πρώτος Πρόεδρος με μιζραχικό υπόβαθρο ήταν ο Μοσέ Κατσάβ, που γεννήθηκε στο Ιράν.

Πολιτικός προσανατολισμός

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σύνολο των Ισραηλινών Προέδρων από τον Γιτζάκ Μπεν-Τσβι μέχρι τον Εζέρ Βάιτσμαν ήταν μέλη ή προσκείμενοι στο Εργατικό Κόμμα και τα προκάτοχά του σχήματα, και θεωρούντο πολιτικώς μετριοπαθείς. Ο Κατσάβ υπήρξε ο πρώτος Πρόεδρος που προερχόταν από το Λικούντ.

  • Η προεδρία του Ισραήλ προσφέρθηκε το 1952 στον Άλμπερτ Αϊνστάιν, που ήταν εβραϊκής καταγωγής αλλά δεν έγινε ποτέ Ισραηλινός πολίτης. Αυτός απέρριψε ευγενικά την προσφορά, δηλώνοντας: «Είμαι βαθιά συγκινημένος από την προσφορά από το Κράτος μας του Ισραήλ, και ταυτόχρονα θλίβομαι και ντρέπομαι που δεν μπορώ να την αποδεχθώ, καθότι δεν έχω το κεφάλι για να λύνω προβλήματα.»[4] Αναφέρεται επίσης ότι ο Εχούντ Ολμέρτ είχε σκεφθεί να προτείνει για την Προεδρία σε έναν άλλο τιμημένο με Νόμπελ μη-Ισραηλινό Εβραίο, τον Ελί Βίζελ, αλλά λέγεται ότι «δεν ενδιαφερόταν και πολύ»[5].
  • Καμιά γυναίκα δεν έχει ακόμα εκλεγεί Πρόεδρος του Ισραήλ, παρά το ότι στο πολύ ισχυρότερο αξίωμα του πρωθυπουργού είχε εκλεγεί γυναίκα, η Γκόλντα Μέιρ, πολύ πρώιμα, το 1969 (η τρίτη στην ιστορία γυναίκα πρωθυπουργός στον κόσμο).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]