Πολιτισμός Νοκ
Συντεταγμένες: 9°30′N 8°0′E / 9.500°N 8.000°E
Ο πολιτισμός Νοκ υπήρξε οργανωμένη κοινωνία της πρώιμης εποχής του Σιδήρου στην περιοχή της κεντροδυτικής Αφρικής,[1] στο τμήμα της σημερινής -κυρίως κεντρικής- Νιγηρίας. Ονομάστηκε έτσι από τους αρχαιολόγους βάσει του χωριού Νοκ στην πολιτεία Καντούνα στην ευρύτερη περιοχή του οποίου βρέθηκαν αρκετά από τα αγαλματίδια τερακότας το πρώτο από τα οποία ανακαλύφθηκε το 1928. Ο πολιτισμός εμφανίστηκε περίπου το 1000 π.Χ. και εξαφανίστηκε κατά το 500 μ.Χ., έχοντας συνολική διάρκεια 1.500 ετών.[2]Κατά τις εκτιμήσεις των αρχαιολόγων, από τουλάχιστον το 500 π.Χ. στον πολιτισμό αυτόν γινόταν χρήση του σιδήρου με τήξη και σφυρηλάτηση για την παραγωγή εργαλείων. Η ανάλυση των δεδομένων της ιστορικής γλωσσολογίας αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο πως η τεχνική της τήξης του σιδήρου είχε ανακαλυφθεί ανεξάρτητα στην περιοχή πριν το 1000 π.Χ.[3][4].
Περιγραφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το πρώτο από τα γλυπτά ανακαλύφτηκε το 1928, ανασκάφηκε τυχαία σε ορυχείο κασσίτερου σε βάθος περίπου 7 μέτρων (24 πόδια),[5][6] και κατόπιν το εύρημα μεταφέρθηκε στο μουσείο ορυκτών της κοντινής πόλης Τζος. Δεκαπέντε έτη αργότερα, το 1943, ανακαλύφθηκαν επιπλέον αγαλματίδια και πάλι κατά τις εργασίες εξόρυξης κασσίτερου, τα οποία πάρθηκαν από τους εργάτες και χρησιμοποιούνταν ως αντικείμενα διακόσμησης για ιδιωτικούς σκοπούς, ώσπου έγινε ευρύτερα αντιληπτό ότι τα ευρήματα αυτά αποτελούσαν πολύτιμες αρχαιολογικές ανακαλύψεις.[6]
Ο προσδιορισμός της ηλικίας τους χρονολογικά στην εποχή του Σιδήρου έγινε ήδη από το 1969 βάσει των ανασκαφικών δεδομένων.[2] Έκτοτε έγιναν νέες ανασκαφές το 1989 από Γερμανούς αρχαιολόγους, με τις περισσότερες τοποθεσίες ωστόσο να είναι λεηλατημένες.[7]Σύμφωνα με μεταγενέστερες αναλύσεις, και τις τεχνικές της ραδιοχρονολόγησης και της Θερμοφωτεινότητας των γλυπτών, η ηλικία τους έχει προσδιοριστεί στα 2 με 2,5 χιλιάδες έτη, κάτι που τα κάνει τα παλαιότερα στην υποσαχάρια Αφρική,[8] ενώ από το 2005 ξεκίνησαν εκτεταμένες έρευνες στις αρχαιολογικές τοποθεσίες ώστε να υπάρξει καλύτερη κατανόηση των αγαλματιδίων εντός του αρχαιολογικού πλαισίου της εποχής του Σιδήρου.[9][10]
Άλλα αντικείμενα που έχουν επίσης ανακαλυφθεί συμπεριλαμβάνουν εργαλεία άλεσης, με κάποια από αυτά να έχουν επαναχρησιμοποιηθεί μετά τη φθορά χρήσης τους ως γουδοχέρια,[7] καθώς και βρέθηκαν επίσης και πέτρινα δαχτυλίδια, και χάντρες πολύτιμων λίθων όπως χαλαζία, χαλκηδόνιο λίθο, ίασπι, και σάρδιο λίθο. Τα σχήματα των χαντρών διακρίνονται σε κυλινδρικά τα οποία είναι τα πιο κοινά, καθώς και ραβδοειδή και δακτυλοειδή.[7]
Σε σχεδόν όλες τις τοποθεσίες έχουν ανακαλυφθεί ίχνη φωτιάς, καθώς και ίχνη καλλιέργειας κεχριού και φασολιών. Η ύπαρξη των εργαλείων άλεσης υποδηλώνει πως οι καρποί από τις καλλιέργειες αλέθονταν και μετατρέπονταν σε αλεύρι ή κάποιου είδους συστατικό τροφίμου. Έχουν επίσης ανακαλυφθεί κουκούτσια φρούτων καθώς και διαφόρων τύπων όσπρια, με ελάχιστα μόνο απομεινάρια φυτών.[7]
Λόγω του όξινου εδάφους, δεν διασώζονται οστά ζώων και έτσι δεν υπάρχουν στοιχεία για το είδους των παραγωγικών ζώων που χρησιμοποιούσαν ή των αγρίων που θήρευαν, εκτός από κάποιες γενικές παραστάσεις στα αγαλματίδια οι οποίες ερμηνεύονται ως ζώα (π.χ. άλογα).[7]
Αρχαιοκαπηλία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Επιπλέον δυσκολία ως προς την εξέταση και κατανόηση του πολιτισμού, αποτελεί το γεγονός ότι υπάρχει έντονη αρχαιοκαπηλία και λεηλασία των αρχαιολογικών χώρων.[11][12]
Από τη δεκαετία του 1970 παρατηρήθηκε έξαρση του φαινομένου της αρχαιοκαπηλίας σε ότι αφορά τα αγαλματίδια τύπου Νοκ. Το 1979 δημιουργήθηκε ειδικός οργανισμός στη Νιγηρία για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας, και επιπλέον βάσει νομοθεσίας έγινε παράνομη η αγοραπωλησία αρχαιοτήτων εκτός από το εξουσιοδοτημένο προσωπικό ή όποιον διέθετε την κατάλληλη άδεια.[13] Το φαινόμενο ωστόσο εντατικοποιήθηκε ακόμα περισσότερο το 1994, και έως το 1995 τα αντικείμενα εμπορεύονταν πλέον ανοικτά μέσω ατόμων που διέθεταν άδεια, και ο κάθε ένας από τους εμπόρους διέθετε ως και 1000 σκαπανείς οι οποίοι εργάζονταν κάθε ημέρα για την ανακάλυψη νέων αντικειμένων. Αν και τα περισσότερα ευρήματα ήταν φθαρμένα, αυτά που ήταν άθικτα μπορούσαν εύκολα να πωληθούν.[7]
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 η κυβέρνηση πήρε νέα μέτρα ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, όπως παρακολούθηση των αρχαιολογικών χώρων και εφαρμογή της επιβολής ποινών σε όσους παραβίαζαν ή παρέκαμπταν τη νομοθεσία. Επιπλέον υπήρξε συνεργασία και με την Ιντερπόλ ώστε να εμποδιστεί το εμπόριο στο εξωτερικό και η διαφυγή των αρχαιοτήτων.[7]
Σύμφωνα με εκτιμήσεις βάσει συνεργατικής έρευνας του πανεπιστημίου Γκαίτε της Φρανκφούρτης και των νιγηριανών πολιτιστικών αρχών, από το 2005 πάνω από το 90% των αρχαιολογικών χώρων του πολιτισμού Νοκ είχε λεηλατηθεί, ενώ πάνω από 1.000 αγαλματίδια είχαν παράνομα εξαχθεί σε Ευρώπη, Αμερική, και Άπω Ανατολή. Τα φαινόμενα αυτά αντιμετωπίζονται κατά περίπτωση μέσω των διεθνών συνεργασιών και γίνεται επιστροφή των αντικειμένων όταν αυτό είναι δυνατό,[14] ωστόσο η κατάσταση περιπλέκεται περισσότερο καθώς υπάρχουν πολλά τοπικά εργαστήρια τα οποία κάνουν απλές κατασκευές των αγαλματιδίων και κατόπιν τα πωλούν στην αγορά ως αυθεντικά.[7]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Nok culture | Iron Age culture» (στα αγγλικά). Encyclopedia Britannica. https://www.britannica.com/topic/Nok-culture. Ανακτήθηκε στις 2017-10-04.
- ↑ 2,0 2,1 Fagg, Bernard. 1969. Recent work in west Africa: New light on the Nok culture. World Archaeology 1(1): 41–50.
- ↑ Duncan E. Miller and N.J. Van Der Merwe, 'Early Metal Working in Sub Saharan Africa' Journal of African History 35 (1994) 1-36
- ↑ Minze Stuiver and N.J. Van Der Merwe, 'Radiocarbon Chronology of the Iron Age in Sub-Saharan Africa' Current Anthropology 1968. Tylecote 1975 (see below)
- ↑ Chesi, G. & Merzeder, G. (2006). The Nok Culture: Art in Nigeria 2500 Years Ago
- ↑ 6,0 6,1 Shaw, Thurstan. 1981. The Nok sculptures of Nigeria. Scientific American 244(2): 154–166.
- ↑ 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 7,5 7,6 7,7 Breunig, Peter (editor). 2014. Nok: African sculpture in archaeological context. Africa Magna Verlag, Germany, October 15.
- ↑ Breunig, P. (2014). Nok. African Sculpture in Archaeological Context. Frankfurt: Africa Magna.
- ↑ Breunig, P. (2013). Nok - Ein Ursprung afrikanischer Skulptur. Frankfurt: Africa Magna Verlag.
- ↑ Breunig, Peter, Kahlheber, Stefanie, and Rupp, Nicole. Exploring the Nok enigma. In: Antiquity Vol 82 Issue 316 June 2008
- ↑ Department of the Arts of Africa, Oceania, and the Americas. 2000. Nok Terracotta (500 B.C.–200 A.D.). The Met’s Heilbrunn Timeline of Art History.
- ↑ Anon. 2015. Research continues into 3000 year-old Nok culture of sub-Saharan Africa. Adventures in Archaeology. Archaeology News from Past Horizons, February 8.
- ↑ Brodie, Neil, and Donna Yates. 2012. Nok Terracottas. Trafficking Culture: Researching the Global Traffic in Looted Cultural Objects.
- ↑ Mustapha Suleiman (February 3, 2013), France Hands Over Stolen Nigerian Artifacts Daily Trust.
Σχετική βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Atwood, R. (2011). The NOK of Nigeria. Archaeology July/August 2011, 34-38.
- Breunig, P. (ed.) (2014). Nok. African Sculpture in Archaeological Context. Frankfurt: Africa Magna Verlag.http://news.uwlax.edu/archeology-students-uncovering-passion/ (ISBN 978-3-937248-46-2)
- Boullier, C.; A. Person; J.-F. Saliège & J. Polet (2001). Bilan chronologique de la culture Nok et nouvelle datations sur des sculptures. Afrique: Archéologie & Arts 2, 9-28.
- Fagg, B., (1990): Nok terracottas. Lagos: National Commission for Museums and Monuments.
- Jemkur, J. (1992). Aspects of the Nok Culture. Zaria.
- Rupp, N.; Ameje, J.; Breunig, P. (2005). New studies on the Nok Culture of Central Nigeria. Journal of African Archaeology 3, 2: 283-290.
- Rupp, N.; Breunig, P.; Kahlheber, S. (2008). Exploring the Nok enigma. Antiquity, Project gallery. Online publication: http://www.antiquity.ac.uk/ProjGall/kahlheber/index.html
- Shaw, T., (1981). The Nok sculptures of Nigeria. Scientific American 244(2): 154-166.
- Tylecote, R. (1975a). The origin of iron smelting in Africa. Westafrican Journal of Archaeology. 5, 1-9.
- Tylecote, R. (1975b). Iron smelting at Taruga, Nigeria. Journal of Historical Metallurgy 9 (2), 49-56