Ουρακοτάγκος του Ταπανούλι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ουρακοτάγκος του Ταπανούλι

Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Οικογένεια: Ανθρωπίδες


Ο ουρακοτάγκος του Ταπανούλι (Pongo tapanuliensis) είναι υποείδος του ουρακοτάγκου που ζει στο νότιο Ταπανούλι, στην Ινδονησία. Είναι ένα από τα τρία γνωστά υποείδη, μαζί με τον ουρακοτάγκο της Σουμάτρα (Pongo abelii), και τον ουρακοτάγκο του Βόρνεο (Pongo pygmaeus).

Ένας απομονωμένος πληθυσμός ουρακοτάγκων στην περιοχή Batang Toru του νότιου Ταπανούλι αναφέρθηκε το 1939. Ο πληθυσμός ανακαλύφθηκε εκ νέου από μια αποστολή στην περιοχή το 1997,αλλά δεν αναγνωρίστηκε ως ξεχωριστό είδος τότε.Το Pongo tapanuliensis αναγνωρίστηκε ως ξεχωριστό είδος μετά από λεπτομερή φυλογενετική μελέτη το 2017. Η μελέτη ανέλυσε τα γενετικά δείγματα των 37 άγριων ουρακοτάγκων από τους πληθυσμούς της Σουμάτρα και του Βόρνεο και διεξήγαγε μια μορφολογική ανάλυση των σκελετών 34 ενήλικων αρρένων. Ο ολότυπος του είδους είναι ο πλήρης σκελετός ενός ενήλικου αρσενικού από το Batang Toru ο οποίος πέθανε αφού τραυματίστηκε από ντόπιους τον Νοέμβριο του 2013. Ο ολότυπος αποθηκεύεται στο Ζωολογικό Μουσείο του Μπογκόρ. Το κρανίο και τα δόντια του αρσενικού Bataru Toru διαφέρουν σημαντικά από αυτά των άλλων δύο ουρακοτάγκων. Οι συγκρίσεις των γονιδιωμάτων και των 37 ουρακοτάγκων με ανάλυση βασικών συστατικών και πληθυσμιακά γενετικά μοντέλα έδειξαν επίσης ότι ο πληθυσμός του Batang Toru είναι ξεχωριστό είδος.

Το συγκεκριμένο όνομα, tapanuliensis, καθώς και η κοινή ονομασία, Tapanuli orangutan, αναφέρονται στην Tapanuli, την λοφώδη περιοχή στη Βόρεια Σουμάτρα όπου ζει το είδος.

Η έντονη κραυγή ή «μακρά κλήση» των αρσενικών ουρακοτάγκων του Ταπανούλι έχει υψηλότερη μέγιστη συχνότητα από εκείνη των ουρακοτάγκων της Σουμάτρας και διαρκεί πολύ περισσότερο και έχει περισσότερους παλμούς από εκείνους των βορείων ουρακοτάγκων. Η διατροφή τους είναι επίσης μοναδική. Οι ουρακοτάγκοι του Ταπανούλι θεωρούνται αποκλειστικά δενδρόβιο, καθώς οι επιστήμονες δεν τους έχουν δει να κατεβαίνουν στο έδαφος σε πάνω από 3.000 ώρες παρατήρησης. Αυτό πιθανότατα οφείλεται στην παρουσία τίγρεων της Σουμάτρας στην περιοχή.