Ομπλόμοφ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ομπλόμοφ
Εικονογράφηση του 1885
ΣυγγραφέαςΙβάν Γκοντσαρόφ
ΤίτλοςОбломов
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1847
Ημερομηνία δημοσίευσης1859
Μορφήμυθιστόρημα
ΧαρακτήρεςIlya Ilyich Oblomov, Agafia Marveevna Pshenitsina, Andrey Ivanovich Stoltz και Olga Sergeevna Ilyinskaya
ΤόποςΡωσική Αυτοκρατορία
ΠροηγούμενοThe Same Old Story
ΕπόμενοThe Precipice
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ομπλόμοφ (ρωσικός τίτλος: Обломов ) είναι μυθιστόρημα του Ρώσου συγγραφέα Ιβάν Γκοντσαρόφ, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1859. Το έργο ασκεί μια ισχυρή κριτική στη Ρωσία του 19ου αιώνα, αντιπαραβάλλοντας τους γαιοκτήμονες με την τάξη των εμπόρων και καταδικάζοντας το φεουδαρχικό σύστημα. Από τον ήρωα προέρχεται ο ρωσικός όρος ομπλομοφισμός, που αποτελεί την επιτομή της οπισθοδρόμησης, της αδράνειας και της ματαιότητας της ρωσικής κοινωνίας του 19ου αιώνα. [1]

Ο Ομπλόμοφ, ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ένας μορφωμένος νεαρός γαιοκτήμονας που αδυνατεί να πάρει σημαντικές αποφάσεις ή να αναλάβει πρωτοβουλίες και δεν έχει καμία φιλοδοξία. Στο πρόσωπό του παρουσιάζεται η απόλυτη εικόνα του αυτοκαταστροφικού νωθρού και απαθούς ανθρώπου, ενός συμβολικού χαρακτήρα στη ρωσική λογοτεχνία του 19ου αιώνα.[2]

Πρόκειται για κλασικό έργο της ρωσικής λογοτεχνίας. Περιλαμβάνεται στον κατάλογο των εκατό καλύτερων βιβλίων της γερμανικής εφημερίδας Die Zeit και επηρέασε συγχρόνους συγγραφείς.[3]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μυθιστόρημα αναφέρεται στη ζωή του Ίλια Ίλιτς Ομπλόμοφ, ο οποίος, μαζί με τον πιστό του υπηρέτη Ζαχάρ, ζει στην Αγία Πετρούπολη. Ο Ομπλόμοφ είναι γαιοκτήμονας και μέλος της ανώτερης μεσαίας τάξης της Ρωσίας του 19ου αιώνα. Ήρθε στην Αγία Πετρούπολη πριν 12 χρόνια και έγινε υπάλληλος σε κυβερνητικό γραφείο, μια από τις λίγες θέσεις που θεωρούνται τιμητική θέση για έναν κύριο στη Ρωσία. Όμως, πριν περάσουν λίγα χρόνια, παραιτήθηκε από τη θέση του, φαινομενικά λόγω κακής υγείας, αλλά στην πραγματικότητα επειδή δεν μπορούσε να εκπληρώσει τα καθήκοντά του. [4]

Το χαρακτηριστικό του γνώρισμα πλέον είναι η νωθρή στάση του απέναντι στη ζωή. Σπάνια σηκώνεται από το κρεβάτι, δεν ασχολείται με καμία δραστηριότητα, δεν βγαίνει έξω. Επιδίδεται μόνο σε σκέψεις και ονειρεύεται μια άνετη, γαλήνια ζωή όπως ζούσε στο πατρικό του κτήμα, παραμένοντας προσκολλημένος στις αξίες ενός  παλιού κόσμου. Κανένα πρόβλημα, όπως η κατάσταση των οικονομικών του ή απειλές έξωσης από το διαμέρισμα, δεν μπορεί να τον αγγίξει.[5]

Το πρώτο μέρος του βιβλίου βρίσκει τον Ομπλόμοφ στο κρεβάτι στο βρώμικο και ακατάστατο σπίτι του ένα πρωί. Λαμβάνει ένα γράμμα από τον διαχειριστή του πατρικού του κτήματος Ομπλόμοβκα, που του εξηγεί ότι η οικονομική κατάσταση επιδεινώνεται και ότι πρέπει να επισκεφθεί για να πάρει κάποιες σημαντικές αποφάσεις. Αλλά αυτός μετά βίας μπορεί να φύγει από την κρεβατοκάμαρά του, πολύ περισσότερο να ταξιδέψει τόσο μακριά.

Καθώς κοιμάται, ένα όνειρο αποκαλύπτει την ανατροφή του. Ποτέ δεν χρειάστηκε να εργασθεί ή να συμμετέχει σε οικιακές υποχρεώσεις και οι γονείς του τον έπαιρναν συνεχώς από το σχολείο για διακοπές και ταξίδια ή για ασήμαντους λόγους. Αντίθετα, ο παιδικός φίλος του Αντρέι Στολτς, γεννημένος από πατέρα Γερμανό και Ρωσίδα μητέρα, μεγάλωσε σε ένα αυστηρό, πειθαρχημένο περιβάλλον και έγινε εργατικός, φιλόδοξος και δυναμικός επιχειρηματίας, χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του κόσμου που αλλάζει ραγδαία.[6]

Ο Στολτς επισκέπτεται τον Ομπλόμοφ, 1898

Ο Στολτς επισκέπτεται τον Ομπλόμοφ και μένει άναυδος με την κατάσταση στην οποία τον βρίσκει. Προσπαθεί να τον ξυπνήσει για λίγο για να αντιμετωπίσει τη ζωή, να εκσυγχρονίσει το κτήμα του. Καθώς η ιστορία εξελίσσεται, ο Στολτς του συστήνει μια νεαρή γυναίκα, την Όλγα, και οι δυο τους ερωτεύονται. Ωστόσο, η απάθεια και ο φόβος του να προχωρήσει είναι πολύ μεγάλοι και η κοπέλα ακυρώνει τον αρραβώνα τους όταν είναι σαφές ότι θα συνεχίσει να καθυστερεί τον γάμο και να αποφεύγει να βάλει σε τάξη τις υποθέσεις του.

Ο Ομπλόμοφ εξαπατάται επανειλημμένα από τους «φίλους» του Ταραντέγιεφ και Ιβάν Ματβέγιεβιτς και ο Στολτς χρειάζεται συχνά να επεμβαίνει για να αναιρεί τις απάτες τους. Την τελευταία φορά, ο Ομπλόμοφ καταλήγει να ζει σε εξαθλίωση επειδή οι δύο «φίλοι» του παρακράτησαν όλα τα εισοδήματά του από την πατρική περιουσία, κατάσταση που διαρκεί για πάνω από ένα χρόνο πριν ο Στολτς την ανακαλύψει και καταγγείλει τον Ιβάν Ματβέγιεβιτς. Εν τω μεταξύ, η Όλγα φεύγει από τη Ρωσία και επισκέπτεται τη θεία της στο Παρίσι, όπου συναντάει τυχαία τον Στολτς, ο οποίος βρίσκεται εκεί για δουλειές. Οι δυο τους ερωτεύονται και καταλήγουν να παντρευτούν.

Ωστόσο, για μια στιγμή ο Ομπλόμοφ δείχνει κάποιο σημάδι αποφασιστικότητας. Όταν η συμπεριφορά του Ταραντέγιεφ ξεπερνά τα όρια, αναγκάζεται να τον αντιμετωπίσει, τον χαστουκίζει και τελικά τον διώχνει από το σπίτι.

Τον επισκέπτεται ο Στολτζ, ο οποίος είχε υποσχεθεί στη γυναίκα του μια τελευταία προσπάθεια να τον βοηθήσει να αποβάλει την αδράνειά του. Κατά τη διάρκεια αυτής της επίσκεψης, ο Στολτς ανακαλύπτει ότι ο Ομπλόμοφ έχει παντρευτεί τη χήρα σπιτονοικοκυρά του και έχει ένα παιδί - το ονόμασε Αντρέι, από τον Στολτς. Ο Ομπλόμοφ είναι άρρωστος λόγω της καθιστικής ζωής του και ζητά από τον φίλο του να φροντίσει τον γιο του όταν πεθάνει. Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους αναφέρει στον Στολτς ότι θα πεθάνει από ομπλοφισμό, αναγνωρίζοντας τη συμπεριφορά του ως την πραγματική αιτία του θανάτου του. Ο Στολτς συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί πλέον να ελπίζει σε οποιαδήποτε βελτίωση του φίλου του και φεύγει.

Ο Ομπλόμοφ περνά το υπόλοιπο της ζωής του σε μια δεύτερη Ομπλόμοβκα, η γυναίκα του τον φροντίζει στοργικά όπως τον φρόντιζαν ως παιδί. Δύο χρόνια αργότερα, πεθαίνει ήσυχα στον ύπνο του, εκπληρώνοντας τελικά την επιθυμία του να κοιμηθεί για πάντα. Μετά τον θάνατό του, ο Στολτς αναλαμβάνει και ανατρέφει τον γιο του.[7]

Ομπλομοφισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το διάσημο άρθρο του «Τι είναι ο Ομπλομοφισμός;» ο κριτικός Νικολάι Ντομπρολιούμποβ εισήγαγε τον όρο Ομπλομοφισμός από αυτό το πιο διάσημο μυθιστόρημα του Ιβάν Γκοντσαρόφ, χρησιμοποιώντας τον για να δηλώσει τη σωματική και ψυχική νωθρότητα των οπισθοδρομικών ευγενών της Ρωσικής επαρχίας. Έτσι, ο συγγραφέας πιστώνεται ότι σκιαγράφησε έναν επιβλαβή εθνικό τύπο: τον σπάταλο Ρώσο γαιοκτήμονα που δεν συνέβαλε τίποτε στην εθνική οικονομία και αντιστέκονταν στην πρόοδο φοβούμενος μήπως καταστρέψει την ανέμελη ύπαρξή του.[7]

Κοινωνικές αλλαγές στη Ρωσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο καναπές, οι παντόφλες και το βιβλίο του Ομπλόμοφ. Σιμπίρσκ (σήμερα Ουλιάνοφσκ)

Η θέση του Ομπλόμοφ στο πλαίσιο της ρωσικής ιστορίας έγινε το επίκεντρο πολλής λογοτεχνικής κριτικής όταν πρωτοδημοσιεύτηκε. Ο ίδιος ο Γκοντσαρόφ θεωρούσε το μυθιστόρημα ως μια πραγματεία για την ανθρώπινη φύση παρά ως σχόλιο για τη ρωσική κοινωνία, αλλά οι κριτικοί επικεντρώθηκαν στους ήρωες ως κοινωνικές και ηθικές αντιθέσεις που εκπροσωπούσαν τη σύγκρουση δύο διαφορετικών κόσμων:

  • Ο Ομπλόμοφ με την αδράνεια και τη νωθρότητα εκπροσωπεί τα παραδοσιακά κοινωνικοοικονομικά φεουδαρχικά ιδανικά που έχουν ξεπεραστεί σε μια εποχή που η δουλοπαροικία επρόκειτο σύντομα να καταργηθεί
  • Ο Στολτς, αντίθετα, αντιπροσωπεύει το επιχειρηματικό πνεύμα, την πρόοδο και τις επιστημονικές κατακτήσεις της Δύσης.[4]

Διασκευές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ομπλόμοφ, μετάφραση: Ανδρέας Σαραντόπουλος, εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, 1980 [9]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]