Μονή Αγίου Γεωργίου Κουδουνά
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Μονή Αγίου Γεωργίου Κουδουνά | |
---|---|
Είδος | εκκλησία |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 40°50′55″N 29°7′8″E |
Διοικητική υπαγωγή | Κωνσταντινούπολη |
Χώρα | Τουρκία |
Έναρξη κατασκευής | 963 |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Η μονή Αγίου Γεωργίου Κουδουνά (τουρκικά: Aya Yorgi Manastırı), Πριγκήπου είναι από τις αρχαιότερες των Πριγκηπονήσων, αφού ήταν κτισμένη το 10ο αιώνα στα χρόνια του Νικηφόρου Φωκά.
Το 1204 ερειπώθηκε από τους Λατίνους επιδρομείς της Δ΄ Σταυροφορίας. Επίσης, το 1302 σε πειρατική επιδρομή τα κτίριά της καταστράφηκαν από φωτιά. Αναγκαστικά οι μοναχοί της την εγκατέλειψαν, αφού πρώτα έκρυψαν την εικόνα του Αγίου Γεωργίου σε απόκρημνη, δυσπρόσιτη περιοχή. Την εικόνα ανακάλυψε πολλούς αιώνες αργότερα ένας τσοπάνος από την Πελοπόννησο, στον ύπνο του οποίου είχε εμφανιστεί ο άγιος, σύμφωνα με τοπική παράδοση. Έτσι ξαναχτίστηκε η μονή, στα 1751-1752 σύμφωνα με πατριαρχικά σιγίλια, από τον μοναχό Ησαΐα.
Το 1781 η μονή προσαρτήθηκε στην Αγία Λαύρα των Καλαβρύτων. Το 1806 κτίστηκε στο βουνό το συγκρότημα των «παλιών» κελιών, όπως αποκλήθηκαν μεταγενέστερα, από τον ηγούμενο Αρσένιο. Το 1821, με το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης, οι Τούρκοι γνωρίζοντας τη σχέση της μονής με τη Λαύρα της Πελοποννήσου επιτέθηκαν στο μοναστήρι και σκότωσαν τους καλογήρους. Σώθηκαν μόνο δύο, οι οποίοι διέφυγαν, ξυρισμένοι και μεταμφιεσμένοι. Τα επόμενα χρόνια η μονή κατάφερε να ξαναλειτουργήσει, έστω και με δυσκολία. Μάλιστα, το 1884 ανεγέρθηκε διώροφο πέτρινο κτίριο, από τον ηγούμενο Αρσένιο, ενώ το 1908 κτίστηκε νέο ευρύχωρο καθολικό από τον αρχιμανδρίτη Διονύσιο, ο οποίος μόνασε ως το 1936 που απεβίωσε σχεδόν αιωνόβιος. Στο μεταξύ μετά το 1922 η μονή έχασε την κτηματική περιουσία της, η οποία απαλλοτριώθηκε από το τουρκικό κράτος.
Μετά το θάνατο του Διονυσίου, στη μονή απέμεινε ως μοναδικός μοναχός, ο υποτακτικός του Κλεόνικος, που την υπηρέτησε ως το θάνατό του, το 1969. Τον διαδέχθηκε ο Κωνσταντίνος Παϊκόπουλος. Μια πυρκαγιά που ξέσπασε το 1986 στις πλαγιές του βουνού, έφτασε ως τα ιστορικά κελιά της μονής καταστρέφοντάς τα. Έτσι έχασε την επιβλητικότητά της και την παραδοσιακή μορφή της. Οι μεταγενέστερες ατυχείς παρεμβάσεις αλλοίωσαν τη φυσιογνωμία της.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ακύλα Μήλλα, Πριγκηπόνησα, εκδ. ΤΑ ΝΕΑ, 2008, ISBN 978-960-6731-91-4