Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κυνήγι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κυνήγι αγριόχοιρου, εικόνα από ένα μεσαιωνικό εγχειρίδιο υγείας και καλοζωίας του 14ου αιώνα.
Μέλη Μογγολοϊνδικής αριστοκρατίας κυνηγώντας μια αντιλόπη μαζί με έναν Ασιατικό γατόπαρδο.

Το κυνήγι ή θήρα είναι (γενικά) η πρακτική της καταδίωξης, θανάτωσης ή παγίδευσης οποιουδήποτε έμβιου οργανισμού από άλλα έμβια όντα, συνήθως όμως ο όρος περιορίζεται και εννοείται ότι άνθρωποι κυνηγούν διάφορα «άγρια» ζώα. Ο σκοπός του κυνηγιού μπορεί να είναι η λήψη τροφής, η αναψυχή ή και το εμπορικό κέρδος. Κάποια ζώα επίσης κυνηγούν κάποια άλλα ζωικά είδη. Στον παρόντα χρόνο, το νόμιμο κυνήγι διακρίνεται από τη λαθροθηρία, κατά την οποία το κυνήγι γίνεται ενάντια στο εφαρμοσμένο νομικό δίκαιο. Τα είδη που θηρεύονται αναφέρονται ως «θηράματα» και είναι συνήθως θηλαστικά ή πτηνά. Το κυνήγι είναι ένας σύγχρονος τρόπος επιστροφής στο παρελθόν και μια από τις παλαιότερες ανθρώπινες δραστηριότητες.

Το κυνήγι μπορεί ακόμη να περιλαμβάνει την εξολόθρευση ζώων, που είναι βλαβερά, ή και απλά ως ένα μέσο για τον έλεγχο του αριθμού τους, για να αποφευχθούν προβλήματα που δημιουργούνται από τον υπερπληθυσμό τους. Οι υποστηρικτές του κυνηγιού θεωρούν ότι το κυνήγι μπορεί να είναι ένα απαραίτητο μέτρο[1] για τη σύγχρονη διαχείριση άγριας ζωής, βοηθώντας, για παράδειγμα, τη διατήρηση ενός πληθυσμού υγιών ζώων μέσα σε μια οικολογική βιώσιμη χωρητικότητα, που επιτρέπει ένα περιβάλλον, όταν οι φυσικοί τρόποι ελέγχου αυτού του πληθυσμού, δηλαδή τα σαρκοφάγα, λείπουν[2]. Στις ΗΠΑ, οι διαχειριστές άγριας ζωής είναι λαμβάνουν συχνά μέρος στον ορισμό των κανονισμών και αδειών για κυνήγι (στην περιοχή διαχείρισής τους), όπου βοηθούν στο να οριστούν κανόνες για τον αριθμό, τον τρόπο και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τα θηράματα μπορούν (νόμιμα) να θηρευτούν.

Η καταδίωξη, η αιχμαλωσία, και μετά η απελευθέρωση ή κατανάλωση, ψαριών (ή και άλλων θαλασσινών) ονομάζεται αλιεία, και συνήθως δεν κατηγοριοποιείται ως ένα είδος κυνηγιού. Η παγίδευση ζώων, επίσης συνήθως θεωρείται μια ξεχωριστεί δραστηριότητα. Επίσης, δεν θεωρείται κυνήγι η καταδίωξη ζώων, χωρίς πρόθεση θανάτωσης τους, όπως η φωτογράφηση άγριας ζωής ή απλά η παρατήρησή τους. Η πρακτική της συλλογής υλικών ή τμημάτων φυτών και μανιταριών, επίσης θεωρείται ξεχωριστή δραστηριότητα από το κυνήγι.

Η επιδέξια ιχνηλάτηση και η απόκτηση ενός (συχνά) απατηλού στόχου, όπως απαιτεί το πραγματικό κυνήγι ζώων, προκάλεσε τη χρήση της λέξης «κυνήγι» και σε μια σειρά μεταφορών, όπως για παράδειγμα «κυνήγι θησαυρού», «κυνήγι διαπραγματεύσεων», ή ακόμη και «κυνήγι διαφθοράς, φοροδιαφυγής και σπατάλης».

Κυνήγι αλεπούς στην Αγγλία του 1850

Το κυνήγι είναι μαζί με τη συλλογή των πεσμένων καρπών, μια από τις αρχαιότερες ασχολίες του ανθρώπου. Με το κυνήγι, ο πρωτόγονος άνθρωπος προσπαθούσε να εξασφαλίσει την τροφή του. Για το λόγο αυτό, αντικείμενο κυνηγιού αποτελούσαν τα πολύ μικρά ζώα, που μπορούσε να πιάσει με τα χέρια. Αργότερα άρχισε να χρησιμοποιεί τα πρώτα όπλα, που ήταν πέτρες ή δίκτυα, για να σκοτώνει τα ζώα από κάποια απόσταση. Το κυνήγι γινόταν συνήθως ομαδικά. Γνωστές από την εποχή εκείνη ήταν οι ομάδες των κυνηγών των μαμούθ. Χάρη στην φωτιά ανακάλυψε καινούργια όπλα. Είδε πως τα όπλα που είχε, αν τρυπούσαν, θα ήταν πιο αποτελεσματικά. Έτσι, άρχισε να δένει στην άκρη ενός μακριού ξύλου μια μυτερή πέτρα ή ένα μυτερό κόκαλο. Τα όπλα αυτά ήταν πολύ πιο φονικά από τα προηγούμενα, αλλά και πάλι έπρεπε να πλησιάσει το ζώο από κοντά, πράγμα που ήταν πολύ επικίνδυνο. Άρχισε λοιπόν να ψάχνει για καινούρια όπλα. Πρώτα ανακάλυψε τη σφεντόνα, ύστερα από πολλά χρόνια ανακάλυψε και το τόξο, που για πολλές χιλιάδες χρόνια αποτέλεσαν τα πιο τέλεια όπλα που μπορούσε να διαθέσει. Όταν αργότερα εφηύρε τη μπαρούτη, το κυνήγι πήρε άλλη πια τροπή κι άλλο χαρακτήρα. Όταν ο άνθρωπος εγκαταστάθηκε σε οικισμούς, το κυνήγι ως πηγή διατροφής περιορίστηκε από την αγροτική καλλιέργεια και την εκτροφή ζώων. Τα όπλα πλέον ήταν αποκλειστικά για πολεμικούς σκοπούς.

Το κυνήγι ως ασχολία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ρουμελιώτης κυνηγός στη Φωκίδα

Το κυνήγι επιστρέφει ως ασχολία με τα πυροβόλα όπλα. Στην Αγγλία π.χ., διοργανώνονται ολόκληρες εκστρατείες για το κυνήγι της αλεπούς ή ελαφιών από έφιππους ευγενείς με τη βοήθεια κυνηγετικών σκυλιών. Σήμερα, σε πολλές χώρες έχουν γίνει ειδικοί νόμοι που ρυθμίζουν το πώς και σε ποιες περιοχές μπορεί και πρέπει να γίνεται το κυνήγι. Απαγορεύεται, έτσι, την άνοιξη ή την εποχή που ζευγαρώνουν τα ζώα και τα πουλιά. Ακόμη, σε πολλές περιπτώσεις απαγορεύεται το κυνήγι των θηλυκών ζώων. Μερικά είδη ζώων ή πουλιών απαγορεύεται να σκοτώνονται.

Το σύνολο των θηρεύσιμων ειδών στην Ελλάδα, αποτελείται από 5 θηλαστικά και 32 είδη πτηνών, όπως αυτά παρατίθενται παρακάτω:[3]

Αγριοκούνελο (Oryctolagus cuniculus) Λαγός (Lepus europaeus) Αλεπού (Vulpes vulpes) Αγριόχοιρος (Sus scrofa) Πετροκούναβο (Martes foina)

Δενδρόβια - Εδαφόβια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πετροπέρδικα (Alectoris graeca) Νησιώτικη πέρδικα (Alectoris chukar) Ορτύκι (Coturnix coturnix) Φασιανός (Phasianus colchicus) Μπεκάτσα (Scolopax rusticola) Σιταρήθρα (Alauda arvensis) Φάσσα (Columba palumpus) Αγριοπερίστερο (Columba livia) Τρυγόνι (Streptopelia turtur) Τσίχλα (Turdus filomelos) Δενδρότσιχλα (Turdus viscivorus) Κοκκινότσιχλα (Turdus iliacus) Γερακότσιχλα (Turdus pilaris) Κότσυφας (Turdus merula) Ψαρόνι (Sturnus vulgaris) Καρακάξα (Pica pica) Κάργια (Corvus monedula) Κουρούνα (Corvus corone) Ορτυκια (quails)

Κιρκίρι (Anas crecca) Πρασινοκέφαλη (Anas platyrhynchos) Φλυαρόπαπια (Anas strepera) Σφυριχτάρι (Anas penelope) Σαρσέλα (Anas querquedula) Σουβλόπαπια (Anas acuta) Χουλιαρόπαπια (Anas clypeata) Κυνηγόπαπια (Aythya ferina) Τσικνόπαπια (Aythia fuligula) Ασπρομετωπόχηνα (Anser albifrons) Νερόκοτα (Gallinula chloropus) Φαλαρίδα (Fulicula atra) Καλημάνα (Vanellus vanellus) Μπεκατσίνι (Gallinago gallinago)

Παρατηρήσεις, υποσημειώσεις και αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Williams, Ted. "Wanted: More Hunters," Audubon magazine, March 2002, copy retrieved 26 October 2007.
  2. Harper, Craig A. "Quality Deer Management Guidelines for Implementation" (PDF). Agricultural Extension Service, The University of Tennessee. Retrieved 20 December 2006.
  3. «θηρεύσιμα είδη». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Αυγούστου 2014. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2017.