Κιόγκεν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Κιόγκεν (Ιαπ.:狂言, Kyōgen) είναι ονομασία που χρησιμοποιείται στην ιαπωνική λογοτεχνία, για τα κωμικά μονόπρακτα θεατρικά έργα που παίζονται στα διαλείμματα των δραματικών ή άλλων θεατρικών έργων και είναι σύντομης διάρκειας.[1]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Κιόγκεν είναι ένα είδος λαϊκής κωμωδίας που προήλθε, όπως και το Νο, από τις αστικές κοινωνίες και τα χωριά, κατά τη διάρκεια των εξεγέρσεων της μεσαιωνικής Ιαπωνίας το 14ο αιώνα. Από τον 17ο έως και τον 19ο αιώνα πέρασε υπό την προστασία των σαμουράι και θεωρήθηκαν μαζί με το Νο, τέχνες που τελούν υπό την «Θεία Προστασία». Η άσκηση στις δύο αυτές τέχνες και την τεχνική τους έθεσε τις βάσεις για τη σύγχρονη ιαπωνική δραματική τέχνη. Η αποδέσμευση του από τους σαμουράι του επέτρεψε να γίνει και πάλι λαϊκό θέαμα και σήμερα να γνωρίζει μια πρωτοφανή δημοτικότητα.[2]

Η παράδοση ήθελε να σμίγουν σε μια παράσταση, το Νο ως το δραματικό της σκέλος και το Κιόγκεν ως το κωμικό. Μετά την παράσταση ενός δράματος Νο ακολουθούσε το κιόγκεν, ώστε να χαλαρώσουν οι θεατές.[1] Με την πάροδο των αιώνων τα δύο αυτά είδη, απαιτούσαν υψηλή μουσική, κινησιολογική και υποκριτική παιδεία των μελών της «συντεχνίας». Από τα τέλη του 19ου αιώνα το Κιόγκεν επέστρεψε στις λαϊκές ρίζες του και παρουσιάζεται χωρίς σκηνικά.[3]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γενική Ελληνική και Παγκόσμια ΥΔΡΟΓΕΙΟΣ, τόμος 8, Εκδόσεις Δομική, σελ. 253

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]