Βάρβιτος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Γρήγορη προσθήκη κατηγορίας "Έγχορδα μουσικά όργανα" (HotCat)
επιμέλεια
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Η '''βάρβιτος''' ή το '''βάρβιτον''' ήταν αρχαίο έγχορδο μουσικό όργανο, μια παραλλαγή της [[λύρα|λύρας]]. Η βάρβιτος ήταν πιο στενή από τη λύρα και μακρύτερη, επομένως οι χορδές της ήταν μακρύτερες και η έκταση χαμηλότερη.
{{επιμέλεια}}
Από Musipedia
[http://www.musipedia.gr/wiki/Βάρβιτος]


(ο και η) και βάρβιτον (το)· μια παραλλαγή της λύρας. Η βάρβιτος ήταν πιο στενή από τη λύρα και μακρύτερη· επομένως, οι χορδές της ήταν μακρύτερες και η έκταση χαμηλότερη. Η βάρβιτος ήταν πολύ παλιό όργανο. Στον Αθήναιο υπάρχουν δύο διαφορετικές εκδοχές για την εφεύρεσή του. Κατά τον Πίνδαρο, ο Τέρπανδρος υπήρξε ο εφευρέτης του βαρβίτου ("Πινδάρου λέγοντος τον Τέρπανδρον... ευρείν... τον βάρβιτον"· Αθήν. ΙΔ', 635D, 37). Κατά τον Νεάνθη όμως τον ιστορικό από την Κύζικο, το βάρβιτον ήταν εφεύρεση του Ανακρέοντα ("και Ανακρέοντος [εύρημα] το βάρβιτον"· Αθήν. Δ', 175Ε, 77· επίσης FHG III, 2, απόσπ. 5). Βέβαιο είναι ότι ήταν όργανο που απολάμβανε μεγάλη τιμή στη σχολή της Λέσβου (Τέρπανδρος, Αλκαίος, Σαπφώ, Ανακρέων). Ο αριθμός των χορδών του βάρβιτου δεν είναι γνωστός. Ο Θεόκριτος (Ειδύλλια XVI, Χάριτες ή Ιέρων V, 45) λέει πως ήταν ένα πολύχορδο όργανο ("βάρβιτον ες πολύχορδον"), ενώ ο κωμικός ποιητής Αναξίλας στο Λυροποιό του (Αθήν. Δ', 183Β, 81) μιλά για τριχόρδους βαρβίτους ("εγώ δε βαρβίτους τριχόρδους"). Άλλα ονόματα, όπως βάρμος, βάρωμος και βαρύμιτον, συναντώνται αντί του βάρβιτον. Στον Αθήναιο (ΙΔ', 636G, 38) διαβάζουμε: "και γαρ βάρβιτος ή βάρμος". Η λ. βαρύμιτον προέρχεται από το βαρύς (χαμηλός) και μίτος (χορδή). Πολυδ. (IV, 59): "Των μεν κρουομένων είη αν λύρα, κιθάρα, βάρβιτον. Το δ' αυτό και βαρύμιτον" ([Τα ονόματα] των εγχόρδων οργάνων είναι λύρα, κιθάρα, βάρβιτον· το ίδιο και βαρύμιτον). Στον Αθήναιο, ωστόσο, (Δ', 182F, 80) ο βάρωμος αναφέρεται σαν ένα καθαρά διαφορετικό όργανο: "τον γαρ βάρωμον και βάρβιτον, ων Σαπφώ και Ανακρέων μνημονεύουσι". Για την έκφραση "παίζω το (τη) βάρβιτο" χρησιμοποιούσαν το ρ. βαρβιτίζω· βλ. Kock CAF Ι, 571, Αριστοφ. απόσπ. 752· και Πολυδ. IV, 63. Ο εκτελεστής του βαρβίτου λεγόταν βαρβιτιστής, και ο τραγουδιστής, που συνόδευε ο ίδιος το τραγούδι του στο βάρβιτο, βαρβιτωδός.
Στον [[Αθήναιος|Αθήναιο]] υπάρχουν δύο διαφορετικές εκδοχές για την εφεύρεσή του. Κατά τον [[Πίνδαρος|Πίνδαρο]], ο [[Τέρπανδρος]] υπήρξε ο εφευρέτης του μουσικού αυτού οργάνου <ref>[...]Πινδάρου λέγοντος τον Τέρπανδρον... ευρείν... τον βάρβιτον[...] Αθήναιος, ΙΔ' 635D, 37)</ref>. Κατά τον [[Νεάνθης|Νεάνθη]] όμως τον ιστορικό από την [[Κύζικος|Κύζικο]], το βάρβιτον ήταν εφεύρεση του [[Ανακρέων|Ανακρέοντα]] <ref>[...]και Ανακρέοντος [εύρημα] το βάρβιτον[...] Αθήναιος Δ', 175Ε, 77· επίσης FHG III, 2, απόσπ. 5</ref>. Βέβαιο είναι ότι ήταν όργανο που απολάμβανε μεγάλη τιμή στη σχολή της Λέσβου ([[Τέρπανδρος]], [[Αλκαίος]], [[Σαπφώ]], Ανακρέων).


Ο αριθμός των χορδών του βάρβιτου δεν είναι γνωστός. Ο [[Θεόκριτος]]<ref>Θεόκριτου Ειδύλλια ΙΣΤ', Χάριτες ή Ιέρων Ε, 45</ref> αναφέρει πως ήταν ένα πολύχορδο όργανο ("βάρβιτον ες πολύχορδον"), ενώ ο κωμικός ποιητής [[Αναξίλας]] στο Λυροποιό του<ref>Αθήναιος, Δ' 183Β, 81</ref> μιλά για τριχόρδους βαρβίτους ("εγώ δε βαρβίτους τριχόρδους"). Στον Αθήναιο συναντώνται και άλλα ονόματα, όπως βάρμος, βάρωμος και βαρύμιτον, συναντώνται αντί του βάρβιτον, αν και ο βάρωμος αναφέρεται σαν καθαρά διαφορετικό όργανο<ref>[...]τον γαρ βάρωμον και βάρβιτον, ων Σαπφώ και Ανακρέων μνημονεύουσι.</ref>. Η λέξη βαρύμιτον προέρχεται από το βαρύς (χαμηλός) και μίτος (χορδή).


Για την έκφραση "παίζω το (τη) βάρβιτο" χρησιμοποιούσαν το ρ. βαρβιτίζω<ref>Kock CAF Ι, 571</ref><ref>Αριστοφάνη απόσπ. 752</ref><ref>Πολυδ. Δ', 63.</ref>. Ο εκτελεστής του βαρβίτου λεγόταν βαρβιτιστής και ο τραγουδιστής, που συνόδευε ο ίδιος το τραγούδι του στο βάρβιτο, βαρβιτωδός.
Για βιβλιογραφία βλ. τα λ. έγχορδα, λύρα και μουσική.


==Παραπομπές==
''' Πηγές'''
{{παραπομπές|2}}
==Πηγές==
* Σόλωνας Μιχαηλίδης, Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής, Εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, 1999, ISBN: 960-250-174-Χ
*{{cite journal|last=Ζαφειριάδου|first=Κατηφένια|title= Μουσικά όργανα, Ένα Ταξίδι στο Χώρο και στο Χρόνο|journal=Cineek Magazine|url=http://www.cineek.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2085}}


==Εξωτερικοί σύνδεσμοι==
* Σόλωνας Μιχαηλίδης, Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής, Εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, 1999, ISBN: 960-250-174-Χ
*[http://www.musipedia.gr/wiki/Βάρβιτος Musipedia - Βάρβιτος]
*[http://www.e-telescope.gr/gr/cat09/art09_020629.htm Μουσικά όργανα της αρχαίας Ελλάδας, Ελένη Πάλλη]
*[http://www.lakischalkias.gr/mouseio.html Μουσείο Χαλκιά - Αρχαία ελληνικά μουσικά όργανα]


[[Κατηγορία:Αρχαία μουσικά όργανα]]
[[Κατηγορία:Αρχαία μουσικά όργανα]]


[[Κατηγορία:Έγχορδα μουσικά όργανα]]
[[Κατηγορία:Έγχορδα μουσικά όργανα]]

[[de:Barbitos]]
[[en:Barbiton]]
[[hu:Barbitosz]]
[[sv:Barbitos]]
[[tr:Barbitos]]

Έκδοση από την 11:17, 26 Οκτωβρίου 2009

Η βάρβιτος ή το βάρβιτον ήταν αρχαίο έγχορδο μουσικό όργανο, μια παραλλαγή της λύρας. Η βάρβιτος ήταν πιο στενή από τη λύρα και μακρύτερη, επομένως οι χορδές της ήταν μακρύτερες και η έκταση χαμηλότερη.

Στον Αθήναιο υπάρχουν δύο διαφορετικές εκδοχές για την εφεύρεσή του. Κατά τον Πίνδαρο, ο Τέρπανδρος υπήρξε ο εφευρέτης του μουσικού αυτού οργάνου [1]. Κατά τον Νεάνθη όμως τον ιστορικό από την Κύζικο, το βάρβιτον ήταν εφεύρεση του Ανακρέοντα [2]. Βέβαιο είναι ότι ήταν όργανο που απολάμβανε μεγάλη τιμή στη σχολή της Λέσβου (Τέρπανδρος, Αλκαίος, Σαπφώ, Ανακρέων).

Ο αριθμός των χορδών του βάρβιτου δεν είναι γνωστός. Ο Θεόκριτος[3] αναφέρει πως ήταν ένα πολύχορδο όργανο ("βάρβιτον ες πολύχορδον"), ενώ ο κωμικός ποιητής Αναξίλας στο Λυροποιό του[4] μιλά για τριχόρδους βαρβίτους ("εγώ δε βαρβίτους τριχόρδους"). Στον Αθήναιο συναντώνται και άλλα ονόματα, όπως βάρμος, βάρωμος και βαρύμιτον, συναντώνται αντί του βάρβιτον, αν και ο βάρωμος αναφέρεται σαν καθαρά διαφορετικό όργανο[5]. Η λέξη βαρύμιτον προέρχεται από το βαρύς (χαμηλός) και μίτος (χορδή).

Για την έκφραση "παίζω το (τη) βάρβιτο" χρησιμοποιούσαν το ρ. βαρβιτίζω[6][7][8]. Ο εκτελεστής του βαρβίτου λεγόταν βαρβιτιστής και ο τραγουδιστής, που συνόδευε ο ίδιος το τραγούδι του στο βάρβιτο, βαρβιτωδός.

Παραπομπές

  1. [...]Πινδάρου λέγοντος τον Τέρπανδρον... ευρείν... τον βάρβιτον[...] Αθήναιος, ΙΔ' 635D, 37)
  2. [...]και Ανακρέοντος [εύρημα] το βάρβιτον[...] Αθήναιος Δ', 175Ε, 77· επίσης FHG III, 2, απόσπ. 5
  3. Θεόκριτου Ειδύλλια ΙΣΤ', Χάριτες ή Ιέρων Ε, 45
  4. Αθήναιος, Δ' 183Β, 81
  5. [...]τον γαρ βάρωμον και βάρβιτον, ων Σαπφώ και Ανακρέων μνημονεύουσι.
  6. Kock CAF Ι, 571
  7. Αριστοφάνη απόσπ. 752
  8. Πολυδ. Δ', 63.

Πηγές

Εξωτερικοί σύνδεσμοι