Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βάρβιτος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έρως με βάρβιτο.

Η βάρβιτος ή το βάρβιτον ήταν αρχαίο έγχορδο μουσικό όργανο, μια παραλλαγή της λύρας.

Η βάρβιτος ήταν πιο στενή από τη λύρα και μακρύτερη, επομένως οι χορδές της ήταν μακρύτερες και η έκταση χαμηλότερη.

Στον Αθήναιο υπάρχουν δύο διαφορετικές εκδοχές για την εφεύρεσή του. Κατά τον Πίνδαρο, ο Τέρπανδρος υπήρξε ο εφευρέτης του μουσικού αυτού οργάνου [1]. Κατά τον Νεάνθη όμως τον ιστορικό από την Κύζικο, το βάρβιτον ήταν εφεύρεση του Ανακρέοντα [2]. Βέβαιο είναι ότι ήταν όργανο που απολάμβανε μεγάλη τιμή στη σχολή της Λέσβου (Τέρπανδρος, Αλκαίος, Σαπφώ, Ανακρέων).

Ο αριθμός των χορδών του βάρβιτου δεν είναι γνωστός. Ο Θεόκριτος[3] αναφέρει πως ήταν ένα πολύχορδο όργανο ("βάρβιτον ες πολύχορδον"), ενώ ο κωμικός ποιητής Αναξίλας στο Λυροποιό του[4] μιλά για τριχόρδους βαρβίτους ("εγώ δε βαρβίτους τριχόρδους"). Στον Αθήναιο συναντώνται και άλλα ονόματα, όπως βάρμος, βάρωμος και βαρύμιτον, συναντώνται αντί του βάρβιτον, αν και ο βάρωμος αναφέρεται σαν καθαρά διαφορετικό όργανο[5]. Η λέξη βαρύμιτον προέρχεται από το βαρύς (χαμηλός) και μίτος (χορδή).

Για την έκφραση "παίζω το (τη) βάρβιτο" χρησιμοποιούσαν το ρήμα βαρβιτίζω[6][7][8]. Ο εκτελεστής του βαρβίτου λεγόταν βαρβιτιστής και ο τραγουδιστής, που συνόδευε ο ίδιος το τραγούδι του στο βάρβιτο, βαρβιτωδός.

  1. [...]Πινδάρου λέγοντος τον Τέρπανδρον... ευρείν... τον βάρβιτον[...] Αθήναιος, ΙΔ' 635D, 37)
  2. [...]και Ανακρέοντος [εύρημα] το βάρβιτον[...] Αθήναιος Δ', 175Ε, 77· επίσης FHG III, 2, απόσπ. 5
  3. Θεόκριτου Ειδύλλια ΙΣΤ', Χάριτες ή Ιέρων Ε, 45
  4. Αθήναιος, Δ' 183Β, 81
  5. [...]τον γαρ βάρωμον και βάρβιτον, ων Σαπφώ και Ανακρέων μνημονεύουσι.
  6. Kock CAF Ι, 571
  7. Αριστοφάνη απόσπ. 752
  8. Πολυδ. Δ', 63.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]