Γιόχαν Βάλτερ
Γιόχαν Βάλτερ | |
---|---|
Γέννηση | 1496[1][2][3] Κάλα[4] |
Θάνατος | 10 Απριλίου 1570[5] Τόργκαου[6] |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανία |
Ιδιότητα | συνθέτης[7] |
Κίνημα | Αναγεννησιακή τέχνη στη Γερμανία |
Καλλιτεχνικά ρεύματα | Αναγεννησιακή τέχνη στη Γερμανία |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γιόχαν ή Γιοχάνες [8] Βάλτερ (Johann ή Johannes Walter ή Walther, πραγματικό ονοματεπώνυμο Γιόχαν Μπλάνκενμύλερ, Johann Blankenmüller, Κάλα 1496 – Τόργκαου 25 Μαρτίου [i] 1570) ήταν Γερμανός συνθέτης και κάντορας του 16ου αιώνα (περίοδος της Μεταρρύθμισης), ο πρώτος Γερμανός Διαμαρτυρόμενος μουσικός που κατείχε επίσημη θέση κάντορα. Αναφέρεται συχνά ως πατέρας της Λουθηρανικής Εκκλησιαστικής μουσικής. Ήταν αυτός που έθεσε τα θεμέλια, πάνω στα οποία οι κατοπινοί, μεγάλοι Λουθηρανοί συνθέτες (μεταξύ των οποίων ο Μπαχ) «έχτισαν» τα μουσικά μνημεία τους.[9]
Βιογραφικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Βάλτερ γεννήθηκε στο Κάλα ή Κάλερ της Θουριγγίας, το 1496. Σύμφωνα με ένα έγγραφο που αρχειοθετήθηκε μαζί με τη διαθήκη του, γεννήθηκε με το επώνυμο Μπλάνκενμύλερ (Blanckenmüller) αλλά, ως πένητας, υιοθετήθηκε από έναν πολίτη της γενέτειράς του με το επώνυμο Βάλτερ. Ο θετός του γονέας φρόντισε και για την εκπαίδευσή του στο Ρόχλιτς (Rochlitz). Ξεκίνησε την καριέρα του -ως συνθέτης και τραγουδιστής (μπάσος)- στο Παρεκκλήσιο του Φρειδερίκου του Σοφού, σε ηλικία 21 ετών.[8] Έγινε Διευθυντής του Παρεκκλησίου και ο κύριος εκπρόσωπος της μουσικής των εκεί Λουθηρανών, θέση που θα διατηρούσε μέχρι τον θάνατο του Φρειδερίκου, το 1525.
Ο Βάλτερ είχε φιλικές σχέσεις με τις κορυφαίες προσωπικότητες της Μεταρρύθμισης, δηλαδή τον Λούθηρο και τον Μελάγχθονα. Μάλιστα, εξέδωσε τον πρώτο προτεσταντικό χορωδιακό ύμνο (κοράλ), Eyn geystlich Gesangk Buchleyn (Βίτενμπεργκ, 1524), με πρόλογο του ιδίου τού Λούθηρου.[9][10] Επίσης, συμμετείχε στη Γερμανική Λειτουργία (Deutche Messe, 1527). Μετά την ολοκλήρωση του διορισμού του στο Παρεκκλήσιο του Φρειδερίκου, ο Βάλτερ άρχισε να εργάζεται ως κάντορας της χορωδίας στη Λατινική Σχολή της πόλης Τόργκαου (Torgau), από το 1525 ή 1526 μέχρι το 1548. Έκτοτε, ονομάστηκε συνθέτης της Αυλής του Μόρις, Δούκα της Σαξονίας -κατόπιν στη Δρέσδη όταν μεταφέρθηκε η Αυλή- [8], θέση που θα κρατούσε μέχρι το 1554. Τότε, συνταξιοδοτήθηκε από τον Δούκα και επέστρεψε στο Τόργκαου, όπου παρέμεινε για το υπόλοιπο της ζωής του. Πέθανε το 1570.
- Ο αστεροειδής 120481 Johannwalter ονομάστηκε προς τιμήν του. Επίσης, τιμάται στο Ημερολόγιο των Αγίων της Λουθηρανικής Εκκλησίας -στη Σύνοδο του Μισσούρι- ως μουσικός, στις 24 Απριλίου.
Μουσική και μουσικολογικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Βάλτερ δημοσίευσε έναν τόμο με Μεγαλυνάρια (Magnificat) για 4 έως 6 φωνές, ενώ τα Πάθη του (Κατά Ιωάννην και Κατά Ματθαίον) σώζονται σε χειρόγραφα. Συνέθεσε, επίσης, 26 έργα σε μορφή «φούγκας» (όχι τυπικές φούγκες) για 3 όργανα (1542).[8]
Ο Βάλτερ έγραψε τα μοτέτα και τα λίντ (lieder) του, συχνά υψηλής ποιότητας, σε δύο ξεχωριστά στυλ. Για το πρώτο στυλ χρησιμοποίησε έναν πολυφωνικό τρόπο που προέρχεται από τη γαλλο-φλαμανδική σχολή, δείχνοντας ιδιαίτερα την επιρροή των Ζοσκέν ντε Πρε και Χάινριχ Ίζαακ (Heinrich Isaac). Στη φωνή των τενόρων αυτών των συνθέσεων χρησιμοποιείται ένα cantus firmus που ηχεί ως μια αδιάσπαστη διαδοχή κρατημένων φθόγγων ή ως μελωδία κατακερματισμένη σε μικρά τμήματα, χωρισμένα από παύσεις. Πάνω και κάτω από το cantus firmus υπάρχουν αντιστίξεις -που μερικές φορές μιμούνται τον τενόρο- αλλά, πιο συχνά, κινούνται ανεξάρτητα από αυτόν. Και στις δύο περιπτώσεις, η μελωδική γραμμή από 4 ή περισσότερες φωνές, αποφεύγει τις ταυτόχρονες παύσεις.
Στο δεύτερο στυλ γραφής, ο Βάλτερ απορρίπτει τις μιμητικές ή ανεξάρτητες φωνές και οδηγείται στη σύνθεση κοράλ, όπου κάθε τμήμα του cantus firmus έχει παύσεις ταυτόχρονες με τα άλλα μέρη. Σε μερικές, τέτοιες περιπτώσεις δανείζεται και τοποθετεί τη μελωδία στην πάνω φωνή, «εγκαινιάζοντας» έτσι τον αγαπημένο τρόπο σύνθεσης του χορικού (κοράλ) των επόμενων δύο αιώνων.[9] Στην επεξεργασία των χορικών του, ο Βάλτερ χρησιμοποιεί τις καλύτερες τεχνικές τού, ήδη υπάρχοντος, κοσμικού πολυφωνικού τραγουδιού των Λ. Ζενφλ (Ludwig Senfl) και άλλων, εκσυγχρονίζοντας ελαφρώς το αντιστικτικό τους ιδίωμα. Επίσης, μπορεί να ακολουθεί μια αρκετά ομοφωνική γραφή, η οποία κάνει το κέιμενο να ακούγεται με ευκρίνεια.[8]
Ενόσω βρισκόταν στη Δρέσδη, ο Βάλτερ συνέθεσε ένα Πάθος στη γερμανική γλώσσα. Σε προηγούμενες μουσικές εκδόσεις της ιστορίας της συγκεκριμένης θρησκευτικής φόρμας, ολόκληρη η αφήγηση (ρετσιτατίβο) ήταν μια διαδοχή πολυφωνικών μοτέτων, αλλά ο Βάλτερ χρησιμοποίησε έναν μονοφωνικό τόνο απαγγελίας για τον Ευαγγελιστή και τα πρόσωπα του δράματος (dramatis personae), διατηρώντας για τους ρόλους του όχλου και των μαθητών απλή (αρμονική) πολυφωνία (falsobordone). Ο Βάλτερ ήταν ο πρώτος προτεστάντης και ο πρώτος γερμανός που συνέθεσε Πάθος. Η σημασία αυτού του βήματος μπορεί εύκολα να γίνει κατανοητή, εάν σκεφθεί κάποιος ότι, μουσικοί της εμβέλειας των Σιτς και Μπαχ συνέθεσαν μερικά από τα ωραιότερα έργα τους, πάνω στη συγκεκριμένη μουσική φόρμα. Παρόλο που, ο Βάλτερ, θεωρείται ως συνθέτης θρησκευτικών ύμνων, είναι πολύ αμφίβολο αν έγραψε καθόλου τέτοιους. Προσεκτική έρευνα από διακεκριμένους υμνολόγους και μουσικολόγους δεν έχει αποκαλύψει έστω και έναν (1) μελωδικό ύμνο που μπορεί με βεβαιότητα να αποδοθεί στον Βάλτερ. Πιθανώς, μερικοί έχουν εσφαλμένα συμπεράνει κάτι τέτοιο, επειδή εμφανίστηκε στις εκδόσεις του Geistliches Gesangbuechlein (Μικρό Θρησκευτικό Ασματολόγιο, 1524, 1551). Οι σύγχρονοι μελετητές τείνουν στο ότι δεν έγραψε νέους ύμνους αλλά, μάλλον, επεξεργάστηκε και διακανόνισε ύμνους της εποχής της Μεταρρύθμισης και της προ-Μεταρρύθμισης, έτσι ώστε να μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στη Λουθηρανική λειτουργία. Αυτές οι ρυθμίσεις προετοιμάστηκαν για τις εκκλησιαστικές χορωδίες, και όχι για το ίδιο το εκκλησίασμα.[9]
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]i. ^ Σε άλλες πηγές αναφέρεται ως ημέρα θανάτου η 25η Μαρτίου
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 135369976. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ Διεθνές Πρότυπο Aναγνωριστικό Ονόματος. 0000000083762473. Ανακτήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ (Αγγλικά) Discogs. 977445. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ www
.quellenlese .de /angebote /dokumente /dokumente-3-referenzen /JohannWalterEdition .pdf. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2024. - ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ (Γαλλικά, Ολλανδικά, Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Ισπανικά) Musicalics. 96917. Ανακτήθηκε στις 5 Απριλίου 2022.
- ↑ 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 Λεωτσάκος
- ↑ 9,0 9,1 9,2 9,3 Hoelty-Nickel
- ↑ http://daten.digitale-sammlungen.de/~db/ausgaben/uni_ausgabe.html?recherche=ja&projekt=1174066449&autor=Walter&titel=&sortjahr=1524
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- «Λεξικό Μουσικής και Μουσικών» (Dictionary of Music and Musicians) του George Grove, D.C.L (Oxford, 1880)
- Baker’s biographical dictionary of musicians, on line
- Rob. Eitner, Biographisch-bibliographisches Quellen-LexiKon, on line
- Kennedy, Michael Λεξικό Μουσικής της Οξφόρδης (Oxford University Press Αθήνα: Γιαλλέλης, 1989) ISBN 960-85226-1-7
- Γιώργος Λεωτσάκος, επιμέλεια λήμματος στην εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα», έκδοση 1991, τόμος 13, σ. 228
- Enciclopedia Bompiani-Musica, Milano (εκδ. ΑΛΚΥΩΝ, 1985)
- Eric Blom The New Everyman Dictionary of Music (Grove Weidenfeld, N. York, 1988)
- Philip H. Highfill, Jr.,Kalman A. Burnim,Edward A. Langhans: A biographical dictionary or actors, actresses, musicians, dancers, managers and other stage personnel in London, 1660-1800, Southern Illinois University 1973, vol. 1, p. 127-8 (BDM)
- Theodore Hoelty-Nickel: The Musical Heritage of the Church, Volume III (Valparaiso University, Indiana 1946)