Γιάννης Σβορώνος
Γιάννης Σβορώνος | |
---|---|
Γέννηση | 1919 |
Θάνατος | 1987 |
Ιδιότητα | ζωγράφος |
Ο Γιάννης Σβορώνος (1919-1987) ήταν Έλληνας ζωγράφος, γραφίστας και σκηνογράφος.
Βίος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γιάννης Σβορώνος γεννήθηκε στη Δράμα το 1919. Έζησε στη Θεσσαλονίκη από το 1923 έως το 1962. Παρακολούθησε μαθήματα στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών από το 1937 έως το 1939. Το 1944 ξεκίνησε τη συνεργασία του με τα λιθογραφία Χάγουελ και Κώττα. Η βασική επαγγελματική ενασχόλησή του ήταν οι γραφικές τέχνες. Το 1945 εκδίδει με το λογοτέχνη Γ. Κιτσόπουλο το περιοδικό τέχνης Κοχλίας (1945-1948). Η πρώτη του εμφάνιση ως σκηνογράφου-ενδυματολόγου πραγματοποιείται με την παράσταση Νεφέλες (θίασος Καλλιτεχνικής Εταιρείας).Από το 1954 μέχρι το 1964 εργάζεται στην Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης στο σχεδιασμό αφισών, καταλόγων και εντύπων. Το 1963 εγκαθίσταται στην Αθήνα και από το 1964 εργάζεται στο τμήμα γραφικών τεχνών της διαφημιστικής εταιρείας ΈΡΓΟΝ.[1] Πέθανε στην Αθήνα το 1987.
Επιδράσεις-θεματολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο ζωγραφικό έργο του, θα μπορούσε να διακριθεί σε τρεις περιόδους α) 1940-1950: αν και περιορισμένο αριθμητικώς, έχει δεχθεί επιδράσεις από τους Ανρί Ματίς, Χένρυ Μουρ, Ραούλ Ντυφύ. Η θεματολογία του κινείται μεταξύ νεκρής φύσης εσωτερικών χώρων, γυναικείων μορφών,αστικών και ελεύθερων τοπίων από περιοχές της Χαλκιδικής και της Θεσσαλονίκης.Υλικά του του μολύβι, η σινική, οι κηρομπογιές, οι τέμπερες, τολάδι σε χαρτόνι ή ξυλοτέξ. β)1951-1958: εδώ κυριαρχεί η γεωμετρικότητα και η αφαίρεση. γ)1959-1967: γεωμετρική αφαίρεση κυριαρχεί πάλι δ) 1968-1987: κυριαρχεί η μεταζωγραφική αφαίρεση με σκληρές γωνίες, χρωματικές ζώνες[2]
Αποτίμηση του έργου του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με το έργο του έχει αναδειχθεί ως ένας από του πιο σημαντικούς εισηγητές της γραφιστικής στην Ελλάδα.[2]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Κάτια Κιλεσοπούλου, «Σβορώνος Γιάννης», στο:Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών 16ος-20ος αι.,, τομ.4, εκδ. Μέλισσα, 2000, σελ.150-151