Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γεωπολιτική

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η γεωπολιτική (γη + πολιτική) είναι η μελέτη των επιδράσεων της γεωγραφίας (ανθρώπινης και φυσικής) στις διεθνείς σχέσεις και στη διεθνή πολιτική[1]. Η γεωπολιτική ως μια θεωρία χωρικών αλληλεξαρτήσεων και ιστορικής αιτιότητας, αναλύει και συσχετίζει σταθερούς και μεταβλητούς γεωγραφικούς παράγοντες καταλήγοντας σε συμπεράσματα κατανομής της ισχύος στο διεθνή χώρο[2]. Η γεωπολιτική αποτελεί μια μέθοδο μελέτης της εξωτερικής πολιτικής ώστε να γίνει κατανοητή, να εξηγηθεί και τελικά να μπορεί να προβλεφθεί η συμπεριφορά των διεθνών πολιτικών δρώντων μέσα από γεωγραφικές μεταβλητές. Αυτές οι μεταβλητές περιλαμβάνουν το κλίμα/περιβάλλον, τον πολιτισμό, την τοπογραφία, τη δημογραφία, τους φυσικούς πόρους και εφαρμοσμένες επιστήμες της περιοχής που εξετάζεται.[3]

Ο όρος "γεωπολιτική" σαν επιστημονικός όρος εισήχθη το 1899 από τον Σουηδό πολιτικό και πολιτικό επιστήμονα Rudolf Kjellén, μαθητή του γεωγράφου και θεωρούμενου ως πατέρα της γεωπολιτικής Friedrich Ratzel. Ως επιστήμη, η γεωπολιτική δημιουργήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα και στη συνέχεια διαδόθηκε στην κεντρική Ευρώπη κατά το διάστημα του μεσοπολέμου. Η γεωπολιτική αποτελεί εργαλείο της στρατηγικής με κεντρικό σημείο την εθνική ισχύ και τον έλεγχο μίας γεωγραφικής επικράτειας. Κράτη που είναι ισχυρότερα στην προβολή των ικανοτήτων τους σε μεγαλύτερες αποστάσεις, αποτελούν τα κυρίαρχα κράτη σε κάθε ιστορική περίοδο μέσα στο διεθνές σύστημα. Επομένως, η γεωπολιτική υπονοεί την ύπαρξη διεθνών ανταγωνισμών και υποστηρίζει τη στρατηγική σχεδίαση σε διάφορους τομείς, όπως της στρατιωτικής ισχύος (γεωστρατηγική), της οικονομίας (γεωοικονομία).

Θεωρητικές σχολές σκέψεις της Γεωπολιτικής

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γερμανική Σχολή (geopolitik)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γερμανική γεωπολιτική σχολή σκέψης συνοψίζεται στον όρο Geopolitik. Οι βασικότεροι εκπρόσωποι της geopolitik είναι οι Friedrich Ratzel, Rudolf Kjellen, Oswald Spengler, Alexander Humboldt, Karl Ritter και ο Karl Haushofer. Η γερμανική σχολή χαρακτηρίζεται από μια οραματιστική τάση: ο θεωρητικός φαντάζεται πώς θα ήθελε ο κόσμος να ήταν και χρησιμοποιεί την γεωπολιτική προς επίτευξη του οράματος αυτού. Ο Ratzel φαντάζεται τα κράτη ως ζωντανούς οργανισμούς και ο Haushofer οραματίζεται έναν κόσμο χωρισμένο σε σφαίρες επιρροής.

Κατάτμηση παγκόσμιων ζωνών επιρροής κατά Haushofer

Αναγνωρίζει την αξία της χωρικής διάστασης δίνοντας έμφαση στις μεταφορές (συγκοινωνίες και επικοινωνίες θα λέγαμε σήμερα) και στην προκύπτουσα έννοια της κυκλοφορίας (verkehr) που δίνει μια δυναμική στην ανάλυση. Η έννοια της κυκλοφορίας εμπεριέχει ως αναλυτικές έννοιες α) τον γεωγραφικό χώρο εκκίνησης, β) τον γεωγραφικό χώρο προορισμού και γ) τη μεταξύ τους απόσταση. Βασικά σημεία του έργου του είναι η παρομοίωση των κρατών με τους ζωντανούς οργανισμούς: τα κράτη ιδρύονται (γεννώνται), εξελίσσονται και ακμάζουν (ζουν), παρακμάζουν (γερνούν) και διαλύονται (πεθαίνουν)· καθώς και η έννοια του «ζωτικού χώρου» (lebensraum), και η άποψη ότι η αντίθεση μεταξύ χερσαίων και θαλάσσιων δυνάμεων έχει θεμελιώδη σημασία για τις σχέσεις μεταξύ των λαών.

Υποστηρίζει ότι τα σύνορα μεταξύ των κρατών δεν αποτελούν χαράξεις νομικής φύσεως, αλλά στρατηγικούς στόχους ύπαρξης σε έναν περιορισμένης έκτασης πλανήτη. Τα σύνορα μπορούν να διαστέλλονται και να συστέλλονται ανάλογα με τη δυναμική του κάθε κράτους-οργανισμού. Για τον Χαουσχόφερ, η γεωπολιτική πρέπει να συμβάλλει στην ανάδειξη στο διεθνές προσκήνιο ενός περιορισμένου αριθμού κρατών διεθνούς ακτινοβολίας, καθένα από τα οποία θα κυριαρχούσε σε μία συγκεκριμένη ζώνη επιρροής.

Τα έργα του Karl Haushofer βρήκαν μεγάλη ανταπόκριση στη Ναζιστική ηγεσία και οι ιδέες του χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογήσουν την γερμανική επεκτατικότητα κατά την εποχή κυριαρχίας του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Προτάθηκε από το Χίτλερ στο Στάλιν, αλλά απορρίφθηκε από τον τελευταίο. Βασίζεται σε πολιτισμική διαίρεση της υδρογείου. Σήμερα δεν είναι επίκαιρη (βρίσκεται σε λανθάνουσα κατάσταση). Εμπεριέχει την έννοια του ζωτικού χώρου και καταλήγει στη διαίρεση του κόσμου ανάλογα με τον πολιτισμό.

Αγγλοσαξωνική Σχολή (κλασική γεωπολιτική)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Heartland (Pivot Area) και Rimland

Η αγγλοσαξονική σκέψη αντιλαμβάνεται τα πράγματα αντίστροφα από τη γερμανική. Εδώ δίνεται βαρύτητα στον αυστηρό και υπολογιστικό επιστημονικό χαρακτήρα της γεωπολιτικής ανάλυσης (εμπειρισμός). Τα όποια αποτελέσματα και συμπεράσματα προκύπτουν από τη σύνθεση παραγόντων, τα οποία έχουν προέλθει από μια επιστημονική, ολοκληρωμένη και ακριβή μελέτη του φυσικού γεωγραφικού και ανθρωπογενούς χώρου.

Βασίζεται στο θέμα της ασφάλειας. Εφαρμόζει γεωγραφική διαίρεση της υδρογείου. Η "περιοχή της καρδιάς" (Heartland) είναι η κεντρική και πιο σημαντική περιοχή της Ευρασίας, όποιος την κατέχει μπορεί να ελέγξει τον κόσμο. Καταλήγει προτείνοντας την πολιτική της ανάσχεσης (Containment), ώστε να εμποδιστεί η απρόσκοπτη πρόσβαση στη θάλασσα. Μεγαλύτερη αντοχή στο χρόνο. Εφαρμόσθηκε σε εξελιγμένη μορφή κατά τη ψυχροπολεμική περίοδο (όπου είχαμε περιορισμό της Σοβιετικής Ένωσης) και ισχύει σε αρκετό βαθμό μέχρι και σήμερα.

Η περίμετρος της Ευρασίας (Rimland) είναι πιο σημαντική. Απετέλεσε τον προάγγελο της ευρωατλαντικής συμμαχίας (δόγμα ΝΑΤΟ στον ψυχρό πόλεμο).

Νεότεροι Θεωρητικοί των Η.Π.Α.

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αντίθεση με τη γερμανική σχολή, απορρίπτει την ιδέα της σταθερής γεωγραφίας. Η γαλλική σχολή σκέψης εξηγεί την ανθρώπινη δραστηριότητα ως εξέλιξη πολυμορφικών εδαφικών περιοχών. Επίσης, βασίζεται στην κατανόηση μακρών χρονικών περιόδων και αποφεύγει να δώσει κρίσιμη σημασία σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα. Η μέθοδος αυτή έχει θεωρητικοποιηθεί από τον Yves Lacoste: κοινωνική αντιπροσωπευτικότητα, διαχρονικότητα, διατοπικότητα.

Η Ενδιάμεση Περιοχή και η κεντρική θέση του Αιγαίου.

Η γεωπολιτική σκέψη στην Ελλάδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Δημήτριος Κιτσίκης[4]
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενδιάμεση Περιοχή ως ελληνικό γεωπολιτικό μοντέλο.


K.Dodds, Gepolitics: a very short introduction, Oxford University Press, 2007.

Ι.Μάζης, Γεωπολιτική: η θεωρία και η πράξη, εκδ. Παπαζήση, 2002.

C.Gray-G.Sloan, Geopolitics, Geography and Strategy, Frank Cass, London, 1999.

F.Ratzel, Ο Ζωτικός Χώρος (μτφ), Προσκήνιο, Αθήνα, 2001.

H.Mackinder, Δημοκρατικά Ιδεώδη και Πραγματικότητα (μτφ), εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2006.

G.F.Kennan “X”, The Sources of Soviet Conduct, 1947.

J.L.Gaddis, Reconsiderations: Containment: A Reassessment, Foreign Affairs, July 1977, vol55, no4.

H.Kissinger, Διπλωματία, 1994.

Z.Βrzezinski, Η μεγάλη σκακιέρα, εκδ. Λιβάνη, 1998.

J.Μearsheimer, Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων, εκδ. Ποιότητα, 2007.

Λ. Καφίδας, ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ: Συγκριτική Παρουσίαση των ∆ιαφορετικών Σχολών Σκέψης, Στρ.Επιθεώρηση Νοε-Δεκ 2009 Αρχειοθετήθηκε 2011-06-26 στο Wayback Machine.

Γεωπολιτική και Ελλάδα: Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΑ ΔΙΕΘΝΗ ΚΕΝΤΡΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ (ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ), Αθήνα, Έσοπτρον, 2001.

  1. Devetak et al. (eds), An Introduction to International Relations, 2012, p. 492
  2. Καφίδας, Λάμπρος (Νοέμβριος–Δεκέμβριος 2009). «Στρατιωτική Επιθεώρηση Νοε-Δεκ 2009» (PDF). www.army.gr. Στρατιωτική Επιθεώρηση. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 26 Ιουνίου 2011. 
  3. Evans, G & Newnham, J., (1998), "The Penguin Dictionary of International relations", Penguin Books, London, Uk. ISBN 0-14-051397-3
  4. «Δημήτρης Κιτσίκης». Βικιπαίδεια. 2023-11-16. https://el.wikipedia.org/w/index.php?title=%CE%94%CE%B7%CE%BC%CE%AE%CF%84%CF%81%CE%B7%CF%82_%CE%9A%CE%B9%CF%84%CF%83%CE%AF%CE%BA%CE%B7%CF%82&oldid=10292639.