Αντιγκράτ
Συντεταγμένες: 14°16′0″N 39°27′0″E / 14.26667°N 39.45000°E
Άντιγκρατ | |
---|---|
14°16′0″N 39°27′0″E | |
Χώρα | Αιθιοπία |
Διοικητική υπαγωγή | Adigrat |
Έκταση | 18.770.000 m² |
Υψόμετρο | 2.457 μέτρα |
Πληθυσμός | 76.400 (2013) |
Ταχ. κωδ. | 20 |
Ζώνη ώρας | Ώρα Ανατολικής Αφρικής |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Το Αντιγκράτ (τιγκριν. ዓዲግራት , τοπική προφ. σαν δύο λέξεις: Adi Grat) είναι πόλη και ξεχωριστό διαμέρισμα (woreda) στη βόρεια περιφέρεια Τιγκράι της Αιθιοπίας. Η πόλη είχε πληθυσμό 57.588 κατοίκους στην απογραφή του 2007, ενώ σήμερα εκτιμάται ότι έχει περισσότερους από 100 χιλιάδες κατοίκους. Είναι κτισμένη σε μέσο υψόμετρο 2.457 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, κάτω από οροσειρά. Αποτελεί σημαντικό συγκοινωνιακό κόμβο, σε στρατηγική θέση ως «πύλη» προς την Ερυθραία και την Ερυθρά Θάλασσα, και είναι πρωτεύουσα της ανατολικής ζώνης του Τιγκράι. Στην πόλη υπάρχει το Πανεπιστήμιο του Αντιγκράτ, με 6 σχολές-κολέγια.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά την παράδοση, η ονομασία της πόλεως, που σημαίνει «η χώρα των αγρών», δόθηκε από τον λαοφιλή στην εποχή του αρχηγό των Τιγκράι Αχαντόμ (15ος αιώνας μ.Χ.). Ωστόσο η ιστορία της ανάγεται στον 14ο αιώνα, αν μη και παλαιότερα.[1]
Το Αντιγκράτ εμφανίζεται σε αιθιοπικής προελεύσεως χάρτες τον 15ο αιώνα με την ονομασία Αγκάμε.[2] Μέχρι τον 19ο αιώνα είχε πληθυσμό μικρής κωμοπόλεως, αλλά αναδείχθηκε σε πολιτική πρωτεύουσα του Τιγκράι από το 1822, όταν ο dejazmach Σαμπαγκαντίς Ουολντού έγινε κυβερνήτης της περιφέρειας και έκτισε αρχοντικά κτήρια, ναούς και αγορές. Αυτό προσέλκυσε ντόπιους και ξένους να καταστήσουν μόνιμη κατοικία τους το Αντιγκράτ και να ανοίξουν καταστήματα. Σημαντικός ήταν και ο ρόλος του εμπορίου του ορυκτού αλατιού, που εξορυσσόταν στο Αρέχο και το Μπεραλέ του Αφάρ. Ωστόσο αυτή η περίοδος ακμής ήταν βραχύβια, καθώς μετά τον θάνατο του Σαμπαγκαντίς το 1830 οι πολιτικοί του αντίπαλοι επέδραμαν και λεηλάτησαν την πόλη. Το 1842 ο Γερμανός ιεραπόστολος Γιόχαν Λούντβιχ Κραπφ βρήκε «σχεδόν όλη την πόλη ερειπωμένη», με το γειτονικό χωριό Κερσαμπέρ «να έχει πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό». Κατόπιν το Αντιγκράτ είχε μια εμφάνιση αγροτικού κέντρου, και μέρος αυτού του γεωργικού χαρακτήρα διατηρείται μέχρι σήμερα. Κατά τον Α΄ Ιταλο-Αβυσσηνιακό Πόλεμο οι Ιταλοί κατέλαβαν την πόλη στις 25 Μαρτίου 1895 και την κατέστησαν βάση υποστηρίξεως της προελάσεώς τους προς τα νότια. Ο Ιταλός στρατηγός Αντόνιο Μπαλντισσέρα οχύρωσε τον οικισμό μετά την ήττα του ιταλικού στρατού στη Μάχη της Άντουα, αλλά ο Αιθίοπας Αυτοκράτορας Μενελίκ Β΄ επέμεινε στην παράδοσή του από την αρχή των ειρηνευτικών συνομιλιών στο τέλος του πολέμου και έτσι ο Μπαλντισσέρα διατάχθηκε να εκκενώσει την πόλη, κάτι που έπραξε στις 18 Μαΐου 1896.
Οι Ιταλοί κατέλαβαν και πάλι το Αντιγκράτ από την έναρξη σχεδόν του Β΄ Ιταλο-Αιθιοπικού Πολέμου, στις 7 Οκτωβρίου 1935. Αυτή τη φορά όμως, παραμένοντας για χρόνια, εισήγαγαν τα πρώτα στοιχεία σύγχρονων υποδομών στην πόλη: δρόμους, κέντρο υγείας, σχολείο, ύδρευση με σωλήνες, εστιατόρια-ξενοδοχεία (όπως τα «Μπολόνια» και «Τσεντράλε»), ταχυδρομείο, τηλεγραφείο, ακόμα και ηλεκτρικό ρεύμα με γεννήτρια. Στις 25 Σεπτεμβρίου 1943 η πόλη καταλήφθηκε από εξέγερση των Τιγκράι. Παρέμεινε κέντρο των αντικαθεστωτικών Τιγκράι κατά του κεντρικού καθεστώτος του τελευταίου Αιθίοπα Αυτοκράτορα Χαϊλέ Σελασιέ Α΄ τη δεκαετία του 1970. Στον Αιθιοπικό Εμφύλιο Πόλεμο το Αντιγκράτ βομβαρδίστηκε από την Αιθιοπική Πολεμική Αεροπορία τον Μάιο του 1988. Στον Πόλεμο του Τιγκράι (2020-2021) η πόλη δέχθηκε επιθέσεις από τους ενωμένους στρατούς Αιθιοπίας και Ερυθραίας, συμπεριλαμβανομένων και νέων αεροπορικών βομβαρδισμών.
Γεωγραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Αντιγκράτ βρίσκεται σε γεωγραφικές συντεταγμένες πλάτος 14°16΄ Βόρειο και μήκος 39°27΄ Ανατολικό, στη Ζώνη Μισρακάουι (Ανατολική) του Τιγκράυ. Περιβάλλεται από βουνά με υψηλότερη κορυφή την Αλάκουα και κατέχει στρατηγική θέση ως σταυροδρόμι των οδών που αλληλοσυνδέουν την Άντουα στα δυτικά, την Ασμάρα και τη Μασάουα στα βόρεια και τη Μεκέλε στα νότια. Προς τα ανατολικά το υψόμετρο πέφτει απότομα προς τη θάλασσα. Η πόλη διαρρέεται από τον ποταμό Χούγκα[3] και γύρω της βρίσκονται αρκετοί λόφοι, εκ των οποίων επιφανέστερος (και τουριστικό αξιοθέατο) είναι ο Ντεμπρέ Νταμό με το μοναστήρι του 6ου αιώνα στην επίπεδη κορυφή του.
Κλίμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η πόλη έχει ψυχρό ημίξηρο κλίμα (BSk στην κλιματική ταξινόμηση Κέππεν). Η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι 552 χιλιοστόμετρα, με το μεγαλύτερο μέρος της να εντοπίζεται από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο (εποχή των βροχών).[4]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Hagos, Kebede (1988). The History of Addigrat, c. 1644-1974. Αντίς Αμπέμπα: Πανεπιστήμιο της Αντίς Αμπέμπα.
- ↑ Smidt W.: το λήμμα «Cartography» στην Encyclopaedia Aethiopica, εκδ. Harrassowitz, Wiesbaden 2003, τόμος 1, σσ. 688-691
- ↑ Mpofu, Thomas (Μάιος 2011). «An evaluation of the effectiveness of flood disaster mitigation measures in the city of Adigrat, Tigray region, Ethiopia». Journal of Disaster Risk Studies 3 (2): 384-400.
- ↑ Assefa, Alembrhan (Οκτώβριος 2013). «Major causes of organ condemnation and economic loss in cattle slaughtered at Adigrat municipal abattoir, northern Ethiopia». Veterinary World 6 (10): 734-738. doi: .
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Το ομώνυμο λήμμα στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 6