De re publica

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Προτομή του Κικέρωνα, συγγραφέας του De re publica

To De re publica (Περί πολιτείας) είναι διάλογος του Κικέρωνα σχετικά με την ρωμαϊκή πολιτική, γραμμένος σε έξι βιβλία μεταξύ 54 και 51 π.α.χ.χ. Το έργο δε σώζεται στη πλήρη μορφή του, και μεγάλα κομμάτια λείπουν. Τα σωζόμενα τμήματά του προέρχονται από αποσπάσματα μεταγενέστερων έργων και από ένα ημιτελές παλίμψηστο που ανακαλύφθηκε το 1819. Ο Κικέρων χρησιμοποιεί το έργο για εξηγήσει την θεωρία των ρωμαϊκών πολιτευμάτων. Γραμμένος κατά μίμηση της Πολιτείας του Πλάτωνα, παίρνει τη μορφή ενός σωκρατικού διαλόγου, οπού ο Σκιπίων Αιμιλιανός υποδύεται τον ρόλο ενός σοφού γέροντα.

Το έργο εξετάζει τον τύπο της κυβέρνησης που είχε εγκαθιδρυθεί στη Ρώμη από την εποχή των βασιλέων, και που αμφισβητήθηκε από, μεταξύ άλλων, τον Ιούλιο Καίσαρα. Εξηγείται η εξέλιξη του πολιτεύματος, και ο Κικέρων εξερευνά τους διάφορους τύπους πολιτευμάτων και τους ρόλους που έπαιξαν οι πολίτες στη κυβέρνηση. Το έργο επίσης είναι γνωστό και για το Όνειρο του Σκιπίωνα, ένα φανταστικό ονειροπόλημα από το έκτο βιβλίο

Το σκηνικό και τα πρόσωπα του δράματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το De re publica έχει τη μορφή σωκρατικού διαλόγου, στον οποίο ο Σκιπίων Αιμιλιανός (που είχε πεθάνει 20 χρόνια πριν γεννηθεί ο Κικέρων, 270 χρόνια μετά τον θάνατο του Σωκράτη) υποδύεται τον ρόλο ενός σοφού γέροντα - ένα σύνηθες χαρακτηριστικό του είδους. Η πραγματεία του Κικέρωνα είναι πολιτικά αμφιλεγόμενη: επιλέγοντας τη μορφή ενός φιλοσοφικού διαλόγου απέφυγε να κατονομάσει ευθέως του πολιτικούς του αντιπάλους. Χρησιμοποιώντας διάφορους ομιλητές για να παρουσιάσει διαφορετικές απόψεις, ο Κικέρων όχι μόνο παρέμεινε πιστός στην αγαπημένη του σκεπτική μέθοδο τού να παρουσιάζει αντίθετα επιχειρήματα (βλέπε Καρνεάδης), αλλά το έκανε ακόμη πιο δύσκολο για τους αντιπάλους του να αντιληφθούν για το τί έγραψε.

Σκηνικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο διάλογος λαμβάνει μέρος στο κτήμα του Σκιπίωνα, κατά τρεις συνεχόμενες ημέρες. Η κάθε ημέρα περιγράφεται σε δύο βιβλία, με μια εισαγωγή από τον Κικέρωνα προλογίζοντας τον διάλογο σε κάθε βιβλίο. Ένα μεγάλο μέρος του τελευταίου βιβλίου (του έκτου) αναφέρεται στον Σκιπίωνα, αποκαλύπτοντας ένα όνειρο που είδε: αυτό το χωρίο είναι γνωστό ως Somnium Scipionis ή "Το όνειρο του Σκιπίωνα".

Συμμετέχοντες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αλφαβητική σειρά:

  • Γάιος Φάννιος: Ύπατος το 122 π.α.χ.χ. Οπαδός του Στωικισμού, ιστορικός και ρήτορας. Γαμπρός του Λαίλιου.
  • Γάιος Λαίλιος: Στενός φίλος και γνωστός του Σκιπίωνα, Ύπατος το 140 π.α.χ.χ., υποστηρικτής της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας .
  • Μάνιος Μανίλιος: Ύπατος το 149 π.α.χ.χ., ιστορικός και νομικός.
  • Κουίντος Μούκιος Σκλαιβόλα: Νομικός και προστάτης του νεαρού Κικέρωνα. Γαμπρός του Λαίλιου.
  • Σπούριος Μούμιος: Σατυρικός ποιητής και ακραίος υπερασπιστής των συμφερόντων των Οπτιμάτων (αριστοκρατικής παράταξης). Αδερφός του Λούκιου Μούμιου.
  • Λούκιος Φούριος Φίλος: Ύπατος το 136 π.α.χ.χ. και ρήτορας.
  • Πούμπλιος Ρουτίλιος Ρούφος: Πολιτικός που θαυμάζονταν για την εντιμότητά του, αφοσιωμένος στον Στωικισμό.
  • Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων Αφρικανός Αιμιλιανός: Διάσημος στρατηγός και πολιτικός αρχηγός μεταξύ 149-129 π.α.χ.χ. Κυρίευσε και κατέστρεψε την Καρχηδόνα το 146 π.α.χ.χ. Επανέφερε την τάξη μετά την δεολοφονία του Τιβέριου Γράκχου το 133 π.α.χ.χ. και μεσολάβησε μεταξύ των πολιτών φατριών. Πέθανε ξαφνικά και μυστηριωδώς το 129 π.α.χ.χ.
  • Κουίντος Αίλιος Τυβέρων: Ανιψιός του Σκιπίωνα, τριβούνος περίπου το 129 π.α.χ.χ. Νομικός, αφοσιωμένος στον Στωικισμό.

Όπως δείχνει ένα γράμμα προς τον αδερφό του Κουίντο (χρονολογείται το Νοέμβριο του 54 π.α.χ.χ.), ο Κικέρων παρολίγον να ανασυντάξει ολόκληρο το έργο του ώστε να αντικαταστήσει εκείνους του χαρακτήρες με τον εαυτό του και τους φίλους του. Παρουσίασε ένα προσχέδιο της πραγματείας σε έναν φίλο ονόματι Σαλλούστιος. Ωστόσο, ο τελευταίος αμέσως πρότεινε να επανασχεδιάσει το έργο ώστε να το τοποθετήσει στη δική του εποχή και να χρησιμοποιήσει τον εαυτό του αντί του Σκιπίωνος Αιμιλιανού: "γιατί επισήμανε ότι αυτά τα ζητήματα θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με περισσότερη σιγουριά εάν μιλούσα για τη δημοκρατία (res publica) στο δικό μου πρόσωπο". Ο Κικέρων πείστηκε από τα επιχειρήματα του Σαλλούστιου και ξεκαθάρισε στο γράμμα του προς τον Κουίντο ότι σκοπεύει να συνεχίσει την ανασύνταξη του έργου του.. Παρ' όλα αυτά, πρέπει να άλλαξε γνώμη λίγο αργότερα, καθώς η πραγματεία, έτσι όπως σώζεται, τοποθετείται ακόμη στην εποχή του Σκιπίωνα.

Περιεχόμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκτός από τους προαναφερθέντες Έλληνες φιλοσόφους, ο Πολύβιος υπήρξε επίσης μια πολύτιμη πηγή έμπνευσης για τις πολιτικές απόψεις του Κικέρωνα.

Καθώς δεν σώζονται όλα του τα έργα, μερικό από το περιεχόμενό του αναφέρεται από άλλους αρχαίους συγγραφείς.

Βιβλίο Ι: Περιλαμβάνει μια συζήτηση μεταξύ των πρωταγωνιστών της πολιτικής κατάστασης της εποχής τους. Δίνεται εκεί η κεντρική ιδέα του έργου και γίνονται μερικά σχόλια σχετικά με τη θεωρία των πολιτευμάτων.

Βιβλίο ΙΙ: Μια σύνοψη της ρωμαϊκής ιστορία και την εξέλιξη τους πολιτεύματος.

Βιβλίο ΙΙΙ: Εξετάζεται ο ρόλος της δικαιοσύνης, καθώς και τα διαφορετικά είδη πολιτευμάτων.

Βιβλίο ΙV: Μια διατριβή για την εκπαίδευση.

Βιβλίο V: Οι χαρακτήρες συζητούν για τα χαρακτηριστικά του ιδανικού πολίτη στη κυβέρνηση.

Βιβλίο VI: Ελάχιστο περιεχόμενο διασώζεται απ' αυτό το βιβλίο, εκτός από το Somnium Scipionis, το οποίο λειτουργεί ως επίλογο του έργου.

Στυλ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κικέρων επεξεργάστηκε προσεκτικά το De Re publica ώστε να πετύχει ένα εξευγενισμένο στυλ. Χρησιμοποίησε αρχαϊκές εκφράσεις, αν και δεν υπστήριξε κάποιο αρχαϊκό κίνημα στη λατινική λογοτεχνία. Τα αίτια υπήρξαν η τοποθέτηση του De re publica στο παρελθόν και η συζήτηση σχετικά με ιστορικά και νομικά ζητήματα. Τα τελευταία έργα του περιέχουν λιγότερες αρχαϊκές λέξεις, αλλά πολύ περισσότερους νεολογισμούς. Οι αρχαϊκές λέξεις στο έργο διανέμονται ακανόνιστα. Ανάμεσα στους σωζόμενους τόμους, η συχνότητα των απαρχαιωμένων λέξεων στο Βιβλίο ΙΙ που αφιερώνεται σε ιστορικά θέματα είναι δύο φορές μεγαλύτερη από το Βιβλίο Ι όπου συζητιούνται θεωρητικά ζητήματα. Ο Κικέρων προσπάθησε να μιμηθεί τον τρόπο ομιλίας των συμμετεχόντων ανασκευάζοντας μερικά χαρακτηριστικά της γλώσσας της Σκιπιωνικής εποχής. Η πραγματεία περιέχει κι άλλα στιλιστικά χαρακτηριστικά: ένας μεγάλος αριθμός αντιθέσεων συγκρινόμενων με άλλα φιλοσοφικά έργα και στοιχεία της αρχαϊκής γραμματικής, που χρησιμοποιούνται ακόμη στην επίσημη γλώσσα, αλλά εντελώς απαρχαιωμένοι στις δημόσιες ομιλίες.

Ιστορία του κειμένου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παλίμψηστο του Βατικανού, περιέχει το De re publica

Μεγάλα μέρη του κειμένου λείπουν: ιδιαίτερα από τον 4ο και και 5ο βιβλίο μόνο μικρά αποσπάσματα διασώζονται. Από όλα τα υπόλοιπα λείπουν παραπάνω από ένα εδάφια. Το Όνειρο του Σκιπίωνα, το οποίο αποτελεί μόνο ένα μέρος του έκτου βιβλίου, είναι το μοναδικό που διασώζεται απ' αυτό το βιβλίο. Το Somnium Scipionis, όπως είναι γνωστό, διασώζεται επειδή αποτελούσε το θέμα ενός σχολιασμού από τον Μακρόβιο, ο οποίος άντλησε μεγάλα κομμάτια. Και αυτός και οι αναγνώστες του, κατά την εποχή του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, ασχολήθηκαν κυρίως με τον σχολιασμό του πάνω στην αστρολογία και την αστρονομία, δεδομένης της απώλειας του υπόλοιπου βιβλίου. Ένας πρωτοποριακός αντιγραφέας πάνω στη κριτική κειμένου προσάρτησε ένα αντίγραφο του Somnium στο αντίγραφο του Σχολιασμού του Μακρόβιου, αλλά το πρώτο φαίνεται ότι ήταν υποδεέστερο σε σχέση με αυτό που διάβαζε ο Μακρόβιος. Αυτό το κείμενο έγινε τόσο δημοφιλές ώστε η μετάδοσή του αλλοιώθηκε από τις συνεχόμενες αντιγραφές. Έχει γίνει πλέον αδύνατο να καθιερωθεί ένα στέμμα για αυτό.

Το μεγαλύτερο μέρος του διασωθέντος κειμένου ανακαλύφθηκε σαν ένα παλίμψηστο το 1819 σε ένα χειρόγραφο της Βιβλιοθήκης του Βατικανού (Vat Lat 5757) ενός έργου του Αγ. Αυγουστίνου και δημοσιεύτηκε το 1822. Προγενέστερα, το Όνειρο του Σκιπίωνα αποτελούσε το μοναδικό μεγαλύτερο απόσπασμα του κειμένου που είχε διασωθεί τον Μεσαίωνα. Τα υπόλοιπα είναι κυρίως φράσεις που ανακαλήφθηκαν σε έργο άλλων συγγραφέων ( π.χ. Άγιος Αυγουστίνος και Νόνιος Μάρκελλος).

Η ανακάλυψη το 1819 από τον καρδινάλιο Άντζελο Μάι ήταν μια από τις μεγαλύτερες επανανακαλύψεις αρχαίου κειμένου από παλίμψηστο, και παρόλο που οι τεχνικές του Μάι ήταν πρόχειρες εν συγκρίσει άλλων ακαδημαϊκών, η ανακάλυψη του De Republica προανήγγειλε μια νέα εποχή επανανακαλύψεων και τον ενέπνευσε, καθώς και άλλους της εποχής του, να αναζητήσει κι άλλα παλίμψηστα.

Ένα αντίγραφο δημοσιεύτηκ ε τον 19ο αιώνα από τη βιβλιοθήκη του Βατικανού, και ένα κείμενο είναι διαθέσιμο στα Συμπληρωματικά Πρακτικά του 1908 του Αμερικανικού Σχολείου Ρώμης. Συνεχίζει να υπάρχει μια αβεβαιότητα σχετικά με αρκετές αλλοιώσεις στο κείμενο, το οποίο επηρεάζει τα βασικά δεδομένα, όπως τη δομή και το μέγεθος της Comitia Centuriata στην πρώιμη Ρώμη, όπως περιγράφεται από τον Σκιπίωνα στο Βιβλίο ΙΙ. Ένα άλλο βασικό δεδομένο είναι το διορθωτικό χέρι που υπάρχει στο Vat Lat 5757. Μερικοί ακαδημαϊκοί πιστεύουν ότι το εν λόγω χέρι ήταν ένας πολύ επιδέξιος αντιγραφέας, ο οποίος διόρθωνε το πρώτο έργο. Άλλοι έχουν συμπεράνει ότι το χέρι είχε πρόσβαση σε μια διαφορετική εκδοχή του κειμένου.

Είναι αξιοσημείωτο ότι σε ένα γράμμα προς τον φίλο του Αττικό, ο Κικέρων του ζητάει να κάνει μια διόρθωση στο αντίγραφο του De Republica που του έστειλε ο ίδιος. Αυτή η διόρθωση δεν υπάρχει στην Vat Lat 5757 έκδοση του κειμένου.

Φράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτή η υπέρμετρη ελευθερία οδηγεί συχνά στον λαό, συλλογικά και ατομικά, σε μια υπέρμετρη δουλοπρέπεια. (λατινικά: Nimiaque illa libertas et populis et privatis in nimiam servitutem cadit‎‎) (I, 68)