Χρήστης:Aretiwiki/πρόχειρο/Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Thomas Robert Malthus Wellcome

Ο Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους (αγγλ. Thomas Robert Malthus, 13 Φεβρουαρίου του 1766 - 29 Δεκεμβρίου του 1834) ήταν οικονομολόγος, δημοσιογράφος και κληρικός της Αγγλικανικής Εκκλησίας, σπουδάζοντας ένα ευρύ φάσμα γνωστικών αντικειμένων. Βραβεύτηκε στα Λατινικά και τα Ελληνικά, καθώς διέπρεψε και στα Μαθηματικά. Το 1805 διορίστηκε ως ο πρώτος Βρετανός καθηγητής της πολιτικής οικονομίας (ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά) στο κολέγιο γενικής μόρφωσης της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών. Έγινε γνωστός για το έργο του, με το οποίο συνδέεται και η φήμη του, ‘’Δοκίμιο Πάνω Στην Αρχή Του Πληθυσμού’’. Ήταν ο πρώτος, ο οποίος, σε μία εποχή οικονομικής ευημερίας και άνθησης μίλησε για οικονομικές κρίσεις. Η συνεισφορά του όμως στα οικονομικά, αντιμετωπιζόταν με ένα είδος καλοπροαίρετης ανοχής, είτε αγνοούνταν παντελώς.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήταν γιός ενός εκκεντρικού μέλους των ανωτέρων στρωμάτων της Αγγλικής μεσαίας τάξης, τον αριστοκράτη Ντάνιελ Μάλθους, ως ο νεότερος από τους γιούς του, προχώρησε στον κλήρο και δεν κληρονόμησε περιουσία. [1] . Καθοδηγήθηκε προσεκτικά στο διάβασμά του με στόχο το Πανεπιστήμιο υπό την καθοδήγηση ενός φιλοσοφικά σκεπτόμενου πατέρα. [2] Σπούδασε στο Christ’s College στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και πέρασε όλη του τη ζωή κάνοντας ακαδημαϊκή έρευνα. Άρχισε τη σταδιοδρομία του ως κληρικός της Αγγλικανικής Εκκλησίας το 1796 και για αρκετό διάστημα υπηρέτησε ως πάστορας στο Άλμπερι του Σάρεϊ, αλλά εγκατέλειψε γρήγορα το ιερατικό λειτούργημα για να στραφεί οριστικά στις οικονομικές μελέτες. Ο νεαρός Μάλθους σπούδασε ένα ευρύ φάσμα γνωστικών αντικειμένων. Βραβεύτηκε στα Λατινικά και τα Ελληνικά, καθώς διέπρεψε και στα Μαθηματικά. Το 1805 διορίστηκε ως ο πρώτος Βρετανός καθηγητής της πολιτικής οικονομίας (ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά) στο κολέγιο γενικής μόρφωσης της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών. [3] Άσκησε λοιπόν, σημαντική επιρροή στα πεδία της πολιτικής οικονομίας ταυτόχρονα όμως και της δημοσιογραφίας. Παρά το γεγονός ό,τι δεν ήταν ποτέ εύπορος, υπερασπιζόταν τους πλούσιους μεγαλοκτηματίες. Τέλος, αν και ακαδημαϊκός, ενδιαφερόταν για τα γεγονότα του πραγματικού κόσμου. [4]

Συγγραφικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το συγγραφικό έργο του Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους, ξεκίνησε όταν αποφάσισε να γράψει μία ανώνυμη πραγματεία πενήντα χιλιάδων λέξεων για να πείσει τον πατέρα του για τα επιχειρήματά του. Τα επιχειρήματά του, αντικρούονταν με την αισιοδοξία του πατέρα του, Ντάνιελ Μάλθους, καθώς και με την αισιοδοξία των υπολοίπων κλασσικών διανοούμενων της εποχής του. Αναλυτικότερα, συγκρούονταν μετωπικά με την αισιόδοξη οπτική του κλασικού φιλελευθερισμού. Ο γιός, δε συμμεριζόταν το όνειρο των προαναφερόμενων για μία ουτοπία. Ανάμεσα στους πολλαπλούς τους διαλόγους, διέκρινε ένα αξεπέραστο εμπόδιο ανάμεσα στην υπαρκτή ανθρώπινη κοινωνία και τη θαυμάσια φανταστική γη της παντοτινής ειρήνης και αφθονίας. Έτσι, κάθισε και έγραψε το περίφημο Δοκίμιο πάνω στην αρχή του Πληθυσμού όπως επιδρά στην μελλοντική βελτίωση της κοινωνίας (An essay on the Principles of Population as It Affects the Future Improvement of Society) στην οποία αναφερόταν όλες του οι αντιρρήσεις. [5]

1798: An Essay on the Principle of Population[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έτσι, το 1798 κυκλοφόρησε η πρώτη έκδοση του έργου με το οποίο συνδέεται η φήμη του, ‘’Δοκίμιο Πάνω Στην Αρχή Του Πληθυσμού’’. Το βιβλίο αυτό αποτελούσε, μέσα σε όλα, μία αντίδραση εναντίον του αστικού διαφωτισμού και του κοινωνικοπολιτικού ριζοσπαστισμού του τέλους του 18ου αιώνα. Ουσιαστικά, ο Μάλθους έπρεπε να δείξει ότι η αληθινή αιτία της φτώχειας δε βρισκόταν στις ανεπάρκειες του κοινωνικού συστήματος, αλλά στη φυσική, αδιερεύνητη αντίφαση μεταξύ του απεριόριστου πόθου των ανθρώπων για πολλαπλασιασμό και των ορίων στην αύξηση των μέσων διαβίωσης. Αυτό αποτελούσε και η απάντηση που προσπάθησε να δώσει στον Godwin και το βιβλίο του.[6] Η θεωρία του Μάλθους για τον πληθυσμό έγινε αποδεκτή από τους υποστηρικτές της κλασικής θεωρίας και μάλιστα τη χρησιμοποίησαν για να εξηγήσουν μία σειρά φαινομένων όπως είναι οι μισθοί, αν και η θεωρία του αυτή δεν είχε καμία ουσιαστική σύνδεση με τον κορμό της διδασκαλίας του. [7] Κεντρική του θέση ήταν ότι, ενώ η παραγωγή τροφίμων και πρώτων υλών αναπτύσσεται με ρυθμούς αριθμητικής προόδου (π.χ. 1,3,5,7,9,11...), ο πληθυσμός αναπτύσσεται με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου (π.χ. 1,2,4,8,16,32...). Ωστόσο, η φύση ενεργοποιεί ρυθμιστικούς μηχανισμούς που αποτρέπουν την καταστροφή, δηλαδή, το έγκλημα, τις αρρώστιες, τους πολέμους και την ανηθικότητα. Αυτοί οι τέσσερις ‘’Ιππότες της Αποκαλύψεως’’ λειτουργούν ως δυσάρεστοι μεν, πλην αναγκαίοι ρυθμιστικοί μηχανισμοί, που επαναφέρουν τον δημογραφικό παράγοντα σε θέση ισορροπίας. Μάλιστα, ο ίδιος ανέφερε το εξής : ‘’Ό,τι και να κάνουμε και λεφτά να δώσουμε στους άτυχους φτωχούς, η φύση δεν επιτρέπει να φάμε όλοι.’’, μία δήλωση, η οποία είχε ‘’σοκάρει’’ πάρα πολλοί κόσμο.

Στις επόμενές του όμως εκδόσεις, με την αμέσως επόμενη μόνο πέντε χρόνια μετά την πρώτη, ο Μάλθους αναγνώρισε ότι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να αποφύγουν τις συμφορές του υπερπληθυσμού, απέχοντας συνειδητά από τη γρήγορη αύξηση του αριθμού τους. [8]

Κατ’ επέκταση, η θεωρία του Μάλθους για τον πληθυσμό δημιούργησε μία τεράστια βιβλιογραφία : αποτέλεσε το αντικείμενο έντονων διαλόγων, συζητήθηκε από οικονομικές, θρησκευτικές και άλλες σκοπιές, καθώς έθεσε τα θεμέλια μίας ολόκληρης σχολής που αποκλήθηκε ‘’μαλθουσιανισμός’’. Στα 1870, η σχολή αυτή, υπό τον τίτλο του ‘’νεο-μαλθουσιανισμού’’ άμβλυνε τον αντιδραστικό χαρακτήρα της θεωρίας του. Επιπλέον, δεν πρότεινε την αποχή, όπως ο πρώτος μαλθουσιανισμός, αλλά μάλλον την τεχνητή μείωση των γεννήσεων μέσω της χρήσης αποτρεπτικών μέτρων. [9]

1800 : The present high price of provisions[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αυτό του το έργο, o Μάλθους διαφωνελι σχετικά με την αντίληψη την οποία επικρατεί

1814 : Observations on the effects of the Corn Laws[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

1820 : Principles of political economy[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1820, ο Μάλθους δημοσίευσε το βιβλίο του Αρχές Της Πολιτικής Οικονομίας(Principles of political economy). To 1836, μετά το θάνατό του, δημοσιεύτηκε η δεύτερη έκδοσή του. Ο Μάλθους προόριζε αυτή του τη δουλειά για να ανταγωνιστεί το βιβλίο του φίλου του Ντέβηντ Ρικάρντο Principles (1817). [10] Αυτό του το βιβλίο, μαζί με το Definitions in political economy(1827) υπερασπίζονταν τις απόψεις του Smismondi για το general glut, περισσότερο από το ...

Άλλα έργα του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

1807. A letter to Samuel Whitbread, Esq. M.P. on his proposed Bill for the Amendment of the Poor Laws. Johnson and Hatchard, London.
1808. Spence on Commerce. Edinburgh Review 11, January, 429–448.
1808. Newneham and others on the state of Ireland. Edinburgh Review 12, July, 336–355.
1809. Newneham on the state of Ireland, Edinburgh Review 14 April, 151–170.
1811. Depreciation of paper currency. Edinburgh Review 17, February, 340–372.
1812. Pamphlets on the bullion question. Edinburgh Review 18, August, 448–470.
1813. A letter to the Rt. Hon. Lord Grenville. Johnson, London.
1817. Statement respecting the East-India College. Murray, London.
1821. Godwin on Malthus. Edinburgh Review 35, July, 362–377.
1823. The Measure of Value, stated and illustrated
1823. Tooke – On high and low prices. Quarterly Review, 29 (57), April, 214–239. 
1824. Political economy. Quarterly Review 30 (60), January, 297–334.
1829. On the measure of the conditions necessary to the supply of commodities. Transactions of the Royal Society of Literature of the United Kingdom. 1, 171–180. John Murray, London.
1829. On the meaning which is most usually and most correctly attached to the term Value of a Commodity. Transactions of the Royal Society of Literature of the United Kingdom. 2, 74–81. John Murray.

Αναφορά στις οικονομικές κρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η θεωρία του Τ. Ρ.Μάλθους για τις οικονομικές κρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους, εκτός από ειδικός στο θέμα του πληθυσμού, ήταν πρωτίστως οικονομολόγος. Η συνεισφορά του όμως στα οικονομικά, αντιμετωπιζόταν με ένα είδος καλοπροαίρετης ανοχής, είτε αγνοούνταν παντελώς.

Ήταν ο πρώτος, ο οποίος, σε μία εποχή οικονομικής ευημερίας και άνθησης μίλησε για οικονομικές κρίσεις. Μάλιστα, το 1820 εξέδωσε ένα βιβλίο το οποίο αναφερόταν σε αυτές˙ ο τίτλος του οποίου ήταν Αρχές της Πολιτικής Οικονομίας (Principles Of Political Economy).

Συγκεκριμένα, είχε αναπτύξει τη ‘’ρικαρντιανή’’ θεωρία περί προσόδου, πριν ακόμα την υιοθετήσει και επεξεργαστεί ο ίδιος ο Ρικάρντο. Ο Μάλθους όμως, δεν έβγαλε από τη θεωρία του τα ίδια συμπεράσματα με το φίλο του Ρικάρντο. «Οι γαιοπρόσοδοι» έλεγε ο Μάλθους στο βιβλίο του Αρχές της Πολιτικής Οικονομίας, το οποίο μάλιστα δημοσιεύτηκε μόλις τρία χρόνια μετά το αντίστοιχο του Ρικάρντο, «είναι η ανταμοιβή για την τρέχουσα γενναιότητα και σοφία καθώς επίσης και για την παλαιότερη δύναμη και πονηριά. Καθημερινά αγοράζεται γη με τους καρπούς της εργατικότητας και του ταλέντου». «Στην πραγματικότητα», προσθέτει ο ίδιος ο Μάλθους σε μία υποσημείωση, «ο ίδιος ο κύριος Ρικάρντο είναι γαιοκτήμονας και ένα καλό παράδειγμα του τι εννοώ.». Ανάμεσα στους δύο φίλους διακινήθηκε ένας μεγάλος αριθμός αλληλογραφίας. Ο ένας καταδείκνυε τα σφάλματα στα επιχειρήματα του άλλου, μέσα από έναν μεγάλο αριθμό σημειώσεων. Στην πραγματικότητα όμως, αναζητούσαν την αλήθεια, χωρίς να τους ενδιέφερε ποιος θα τη βρει πρώτος.

Ο Μάλθους διαισθανόταν εύκολα το πρόβλημα, είχε την αίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, αλλά ήταν εντελώς ανίκανος να παρουσιάσει τα επιχειρήματά του με έναν ξεκάθαρο και λογικό τρόπο. Έτσι, οι ασαφείς παρουσιάσεις του, δεν είχαν καμία ελπίδα απέναντι στη διεισδυτική ευφυία του χρηματιστή και πολύ καλού του φίλου Ντέηβιντ Ρικάρντο, ο οποίος δεν έχανε καμία ευκαιρία να τον διαψεύδει συνεχώς. Ως αποτέλεσμα, διαπληκτιζόταν για τα πάντα. Ήταν μάλιστα τόσο ανορθόδοξος, ώστε να διατείνεται ότι οι οικονομικές κρίσεις, ‘’γενικούς κορεσμούς’’ όπως τις ονόμαζε, μπορούσαν να αναστατώσουν την κοινωνία, μία ιδέα όπου ο Ρικάρντο δε δυσκολεύτηκε καθόλου να αποδείξει ό,τι ήταν παράλογη. [11]

Η αντίθεση με τους κλασικούς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρά το γεγονός ότι ο Μάλθους περιτριγυριζόταν από κλασικούς, όπως προαναφερθήκαμε, καθώς και το γεγονός ό,τι ήταν μαθητής του Άνταμ Σμιθ, συντάχθηκε με την Κλασική Σχολή μόνο σε μία σειρά βασικών ζητημάτων˙ η αντιπαράθεσή του με τους κλασικούς, δε βρισκόταν μόνο στην άρνησή του για μία ουτοπία, αλλά ταυτόχρονα υπήρξε υπερασπιστής των συμφερόντων της αριστοκρατίας της γης, σε αντίθεση με τους κλασικούς, οι οποίοι εξέφραζαν τα συμφέροντα της βιομηχανικής αστικής τάξης.

Όλα ξεκινούν με τους κλασικούς και τον Μάλθους, τους οποίους τους συναντάμε να διαφωνούν πριν από όλα σε μία σειρά θεωρητικών ζητημάτων.

Οι κλασικοί τάσσονταν υπέρ μίας ταχύρρυθμης ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και μίας μείωσης της μη παραγωγικής κατανάλωσης. Αντίθετα, ο Μάλθους θεωρεί τη μη παραγωγική κατανάλωση και επομένως την ύπαρξη της αριστοκρατίας της γης, ως ουσιώδους σημασίας, δηλαδή γίνεται ο πρώτος οικονομολόγος, ο οποίος είπε ‘’ναι’’ στις μη παραγωγικές δαπάνες. Επιπρόσθετα, κατά τους κλασικούς η δυνατότητα μίας γενικευμένης παραγωγής εμπορευμάτων είναι αδιανόητη. Ενώ, ο Μάλθους υποστηρίζει ό,τι οι γενικευμένες κρίσεις είναι πιθανές.

Σε πρακτικά όμως θέματα, το ζήτημα που προκάλεσε τη μεγαλύτερη διχογνωμία μεταξύ τους, ήταν αυτό της εισαγωγής δασμών για τα σιτηρά. Οι κλασικοί, ερχόμενοι για ακόμα μία φορά σε αντίθεση με τον Μάλθους, ζητούσαν σταθερά την κατάργηση των δασμών, ενώ εκείνος τους υπερασπιζόταν και συνάμα τους θεωρούσε πολύ σημαντικούς. [12]

Από την άλλη πλευρά ο Μάλθους, μαζί με πολλούς άλλους εκπρόσωπους της αγγλικής αριστοκρατίας εκείνης της εποχής, υιοθέτησε μία στάση κάποιας συμπάθειας απέναντι στα ψήγματα της εργοστασιακής νομοθεσίας, στην οποία αντιτάσσονταν οι φιλελεύθεροι οικονομολόγοι της Κλασικής Σχολής που διαμαρτύρονταν εναντίον της παρέμβασης της κρατικής εξουσίας στις σχέσεις μεταξύ καπιταλιστών και εργατών. Υπήρχε όμως ένα κοινό σημείο ανάμεσα στην αριστοκρατία της Αγγλίας και της βιομηχανικής τάξης εκείνης της εποχής, για το οποίο οι Κλασικοί και ο Μάλθους, μάχονταν με τον ίδιο ζήλο για την απόσυρση των απαρχαιωμένων νόμων για τους φτωχούς, οι οποίοι καθιστούσαν την συντήρηση των απόρων της περιοχής ως υποχρέωση της ενορίας.

O Μάλθους διαισθάνθηκε, έστω και αν δεν μπορούσε να το εξηγήσει, το πρόβλημα της γενικευμένης ύφεσης. Ένα πρόβλημα, το οποίο θα απασχολούσε τους οικονομολόγους έναν αιώνα μετά την εμφάνισή του.

Γενικός Κορεσμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πέραν των άλλων, ο Μάλθους ανησυχούσε για την πιθανότητα αυτού που αποκαλούσε γενικός κορεσμός, δηλαδή μία πλημμυρίδα εμπορευμάτων χωρίς αγοραστές.[Σημ 1] Απορρίπτοντας λοιπόν, το νόμο του Say,ο Μάλθους κάνει λόγο για μία υπερπαραγωγή προϊόντων, η οποία δεν θα έχει την ανάλογη ζήτηση. Αυτό, αποτελεί και τη βάση των θεωριών οικονομικής κρίσης, όπου έχουν σαν κύρια αιτία την υποκατανάλωση ή την έλλειψη επαρκούς ενεργούς ζήτησης.

Μία τέτοια σκέψη μπορεί να μην είναι καθόλου άγνωστη σε εμάς σήμερα, αλλά στην οπτική του Ρικάρντο και των υπολοίπων, φαινόταν τελείως ανόητη. Αυτό, διότι την εποχή στην οποία ζούσαν οι δύο οικονομολόγοι αυτοί, ο Μάλθους και ο Ρικάρντο, η Αγγλία είχε αναστατώσεις μεν στο εμπόριό της, αλλά αυτό φαινόταν ό,τι μπορούσε να αποδοθεί σε κάποια συγκεκριμένη αιτία. Η αιτία αυτή μπορούσε κάλλιστα να ήταν η χρεοκοπία κάποιας τράπεζας, κάποια έκρηξη ανεπιθύμητης κερδοσκοπίας, είτε ακόμα και κάποιος πόλεμος. Ακόμα και για το Μαθηματικό και πολυμήχανο μυαλό του Ρικάρντο, η πιθανότητα ‘’γενικού κορεσμού’’ φαινόταν πρακτικά αδύνατη. Επομένως, δεν θα μπορούσε να συμβεί ποτέ κάτι ανάλογο.

Η θεωρία του Μάλθους για τις αγορές και τα δόγματα του μη παραγωγικού καταναλωτή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περνώντας στη θεωρία του Μάλθους για τις αγορές και τα δόγματα του μη παραγωγικού καταναλωτή, θα αναφέρουμε την τάση του Μάλθους να τάσσεται, στη θεωρία του αυτή, υπέρ του αναγκαίου της ύπαρξης των μη παραγωγικών τάξεων, δηλαδή των τάξεων όπως της αριστοκρατίας της γης, της γραφειοκρατίας, του κλήρου και άλλων˙ αντίθετος σαφώς για ακόμη μια φορά με την Κλασική Σχολή, η οποία έθεσε ως σκοπό της στην οικονομία, την απεριόριστη αύξηση της παραγωγής, έχοντας ως κινητήρια δύναμη την τάξη των βιομηχανικών καπιταλιστών.

Οι παραγωγικές αυτές τάξεις, τις οποίες ο Μάλθους τις χαρακτηρίζει αναγκαίες, είναι οι τάξεις οι οποίες απλώς αγοράζουν και δεν πωλούν, δηλαδή, καταναλώνουν αλλά δεν παράγουν. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνουν να εναρμονίσουν την παραγωγή και την κατανάλωση, δηλαδή, την προσφορά και τη ζήτηση. Με τον τρόπο αυτό, κατορθώνουν να σώσουν την οικονομία, από τις μόνιμες κρίσεις υπερπαραγωγής.

Έτσι, με αυτή του τη θεωρία ο Μάλθους αποδεικνύει ό,τι η απεριόριστη κεφαλαιακή συσσώρευση και μεγέθυνση της παραγωγής μπορεί να οδηγήσει σε κρίσεις.

Η αντιπαράθεση που είχε ο Μάλθους με τους αντιπάλους του, αντανακλούσε ανάγλυφα τη σύγκρουση μεταξύ της αριστοκρατίας της γης και της εμπορικής- βιομηχανικής αστικής τάξης. Όσον αφορά τις αγορές και τις κρίσεις λοιπόν, ο Μάλθους έχοντας στο πλευρό του τον Σισμόντι και απέναντί του τον Ρικάρντο και τον Σέι, έχει ως ουσία της επιχειρηματολογίας του, την ιδέα ό,τι οι καπιταλιστές και οι εργάτες δεν είναι σε θέση να καταναλώνουν το συνολικό προϊόν, ένα μέρος του οποίου πρέπει να πωλείται σε μη παραγωγικές τάξεις. [13]

Συγκεκριμένα, ο Μάλθους κάνει μία αναφορά στη δύναμη των καπιταλιστών να καταναλώνουν τα κέρδη τους ή το εισόδημα το οποίο δημιουργούν με την απασχόληση των κεφαλαίων τους. Μία τέτοια κατανάλωση δεν συμφωνεί με τις πραγματικές συνήθειες της πλειοψηφίας των καπιταλιστών, εάν όμως ίσχυε, τα περιθώρια για τους μη παραγωγικούς καταναλωτές θα στένευαν ασφυκτικά. Ο στόχος των καπιταλιστών σε ολόκληρη τη διάρκεια της πολυάσχολης ζωής τους, είναι η εξοικονόμηση μίας περιουσίας. Επόμενο αυτού λοιπόν, είναι η ανάγκη της ύπαρξης μίας σημαντικής τάξης ανθρώπων, οι οποίοι θα έχουν τόσο τη θέληση, όσο και τη δύναμη να καταναλώνουν περισσότερο υλικό πλούτο από αυτόν που παράγουν, γιατί διαφορετικά οι εμπορευόμενες τάξεις δεν θα μπορούσαν να συνεχίζουν να παράγουν επικερδώς πολύ περισσότερο απ’ όσο καταναλώνουν. Ως αποτέλεσμα, οι γαιοκτήμονες, έχουν στην τάξη αυτή την προεξέχουσα θέση. Αναφορικά όμως με τους εργάτες, οι οποίοι ακόμα και αν έχουν τη θέληση, δεν έχουν τη δύναμη να καταναλώσουν περισσότερο από αυτό που παράγουν, μία κατανάλωση διπλάσιας ποσότητας σιτηρών από αυτή την οποία καταναλώνουν καθημερινά, θα οδηγούσε σε μεγάλες εκτάσεις γης εκτός καλλιέργειας και θα συρρίκνωνε σε μεγάλο βαθμό, τόσο το εσωτερικό, όσο και το εξωτερικό εμπόριο, αντί να προσφέρει ένα κίνητρο στον πλούτο. Αυτό, καθώς μία μεγάλη αύξηση της κατανάλωσης των εργαζόμενων τάξεων θα αύξανε σε μεγάλο βαθμό το κόστος παραγωγής, θα μείωνε τα κέρδη και ταυτόχρονα θα ελάττωνε ή θα ακύρωνε το κίνητρο της συσσώρευσης, πριν η αγροτική οικονομία, οι βιομήχανοι και το εμπόριο επιτύχουν κάποιο αξιόλογο βαθμό ευημερίας. [14]

Συνεισφορά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συνεισφορά του Μάλθους βρίσκεται έξω από τα επιτεύγματά του, αφού άλλαξε την οπτική της εποχής του από την αισιοδοξία στην απαισιοδοξία. Όχι μόνο λόγω της αξιοσημείωτης θεωρίας του περί πληθυσμού, η οποία αρκούσε σαφώς για να κάνει το όνομά του αναγνωρίσιμο μέχρι σήμερα, αλλά ταυτόχρονα γιατί ήταν ο πρώτος ο οποίος σε μία εποχή οικονομικής άνθησης, έκανε λόγο για τις οικονομικές κρίσεις.

Δεν μπόρεσε ποτέ να κάνει σαφή τα επιχειρήματά του, πέφτοντας συνεχώς στο πρόβλημα της οικονομικής άνθησης και ύφεσης, το οποίο σήμερα, απορροφά την προσοχή όλων των οικονομολόγων. Σε αντίθεση με τον Μάλθους, ο Ρικάρντο είχε απορρoφιθεί από το εντελώς διαφορετικό πρόβλημα της κατανομής. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιο το γεγονός ότι αυτοί οι δύο οικονομολόγοι διαφωνούσαν ριζικά, εφόσον μιλούσαν για δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Για τον Μάλθους το ζήτημα ήταν το πολύ σημαντικό ερώτημά του ‘’Πόσα υπάρχουν;’’, ενώ για τον Ρικάρντο, υπήρχε το ερώτημά του ‘’Ποιος παίρνει τι;’’.

Συμπεράσματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μάλθους, συνέχισε την προσπάθειά του να διατυπώσει την ανησυχία του και να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, δημοσιεύοντας μία ποικιλία από μπροσούρες και μελέτες για την οικονομία. Σε μία προσέγγιση λιγότερο αυστηρή από αυτή του Ρικάρντο, ο Μάλθους συζήτησε το πρόβλημα του καθορισμού των τιμών από την άποψη μίας θεσμικά αποφασισμένης ‘’πραγματικής ζήτησης’’ μία πρόταση που εφηύρε ο ίδιος.

Μάλιστα, στο βιβλίο του Αρχές Της Πολιτικής Οικονομίας (1820), προχώρησε τόσο πολύ ώστε να χαρακτηρίσει τα δημόσια έργα και την ιδιωτική επένδυση πολυτελείας ως πιθανές λύσεις για την οικονομική δυσπραγία μέσω της ικανότητάς τους να αυξήσουν τη ζήτηση και την ευημερία. Ως αποτέλεσμα αυτού, επέκρινε όσους θεωρούσαν τη λιτότητα αρετή.

Αντίθετα, ο ίδιος υποστήριζε ότι ‘’οι αρχές της εξοικονόμησης, ήταν αυτές όπου έσπρωξαν στην υπερβολή και θα καταστρέψουν το κίνητρο για την παραγωγή’’.

Για την μεγιστοποίηση του πλούτου του, ένα έθνος έπρεπε να σταθμίσει ‘’τη δύναμη του να παράγει και τη θέλησή του να καταναλώνει’’.

Μάλιστα, λέγεται ό,τι είχε προβλέψει τις οικονομικές ανακαλύψεις που έγιναν από τον John Maynard Keynes τη δεκαετία του 1930. Με τον όρο ‘’προβλέψει’’ όμως, εννοείτε ότι ο Keynes, όπως και οι περισσότεροι αν όχι όλοι οι οικονομολόγοι, για να υποστηρίξουν μία θέση, ανατρέχουν στο έργο ενός άλλου οικονομολόγου. Ο Keynes, δίχως να αποτελεί εξαίρεση, στήριξε κάποιες από τις απόψεις του στην έρευνα που χρησιμοποίησε για τον Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ως γενικός κορεσμός αποδίδεται ο όρος general glut.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Rubin σελ.369
  2. Robert L.Heilbroner σελ.113
  3. Σημειώσεις κ.Θεοχαράκη Ν. στην ηλεκτρονική πλατφόρμα eclass του Εθνικού Και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
  4. Robert L.Heilbroner σελ.113, 114
  5. Robert L.Heilbroner σελ.106
  6. Rubin σελ. 370
  7. Rubin σελ.370
  8. Rubin σελ.372
  9. Rubin σελ.373
  10. Malthus, Thomas Robert (1820). "Principles of Political Economy Considered with a View of their Practical Application" (1 ed.). London: John Murray. Retrieved 7 December 2012.
  11. Robert L.Heilbroner σελ.116, 117, 118, 135
  12. Rubin σελ. 369
  13. Rubin σελ. 379
  14. The Principles Of Political Economy σελ. 399-405

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]