Χειμερία νάρκη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Με τον όρο χειμερία νάρκη χαρακτηρίζεται κατάσταση μακράς ύπνωσης, στην οποία και περιέρχονται πολλά ζώα κατά τη διάρκεια του Χειμώνα και ιδιαίτερα εκείνα που ζουν σε ψυχρότερα γεωγραφικά πλάτη.

Μερικά θηλαστικά (π.χ. οι σκαντζόχοιροι) εύκρατων και αρκτικών περιοχών και πολλά ψάρια,[1] ερπετά και αμφίβια περιέρχονται σε αυτήν την κατάσταση. Κατά τη χειμερία νάρκη, ο μεταβολισμός των ζώων αυτών επιβραδύνεται και η θερμοκρασία του σώματός τους μειώνεται αισθητά.

Γενικά η χειμερία νάρκη αρχίζει όταν ο καιρός κρυώνει και η αναζήτηση τροφής είναι πολύ δυσχερής, ενώ η θερμοκρασία του σώματος των θηλαστικών διατηρείται στο συνηθισμένο επίπεδο, που όμως μπορεί και να φθάσει τους 0° (όπως στη περίπτωση των χάμστερς), ή να φθάσει ακόμη και στη θερμοκρασία περιβάλλοντος (π.χ. νυχτερίδες).

Τα ζώα που πέφτουν σε χειμερία νάρκη εξ ανάγκης είναι μεγάλου μεγέθους, επειδή ακριβώς αυτά μπορούν να έχουν αρκετό απόθεμα τροφής, χωρίς πολύ μεγάλη επιφάνεια σώματος από την οποία να χάνουν θερμότητα.

Επειδή η θερμοκρασία του σώματός στις αρκούδες δεν πέφτει και μπορεί έτσι εύκολα να ξυπνήσουν από τον χειμωνιάτικο ύπνο τους, θεωρείται ότι δεν πέφτουν σε χειμερία νάρκη αλλά σε μια μορφή ύπνου,[2] η οποία αναφέρεται ως χειμέριος ύπνος.[3] Όμως αναφέρεται πολύ συχνά, αν και όχι ορθά, η κατάσταση ύπνωσης της αρκούδας ως χειμερία νάρκη.[4]

Στις εύκρατες περιοχές η άνοδος της θερμοκρασίας μέσα στο καταχείμωνο μπορεί να διακόψει προσωρινά τη χειμερία νάρκη αρκετών ζώων και κυρίως των ερπετών.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Collins "Λεξικό Όρων Βιολογίας" Εκδ. Φλώρος Αθήνα σ.461-462.