Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ταναγραίες κόρες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
«Γαλάζια κόρη» με βεντάλια και μαντήλι στα μαλλιά. Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι, περ. 330-300 π.Χ.

Οι Ταναγραίες κόρες είναι περίφημα αρχαία Ελληνικά έργα πλαστικής τέχνης από τερακότα. Παρουσιάζουν γυναίκες σε όρθια ή καθιστή στάση που προέρχονται από τα κοροπλαστικά εργαστήρια της Τανάγρας της αρχαίας Βοιωτίας. Το μέγεθός τους κυμαίνεται από 15 ως 35 εκατοστά και χρησίμευαν ως ταφικά κτερίσματα ή ως γούρια στον κάτοχό τους.

Ιστορική αναδρομή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και μεμονωμένα ευρήματα ήταν ήδη γνωστά από διάφορους αρχαιολογικούς τόπους, τα έργα των κοροπλαστών δεν είχαν προσελκύσει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των αρχαιολόγων, μέχρι που το 1874 ένα σημαντικό εύρημα τα έκανε γνωστά στο ευρύ κοινό. Ένας αγρότης που όργωνε το χωράφι του στην Τανάγρα, ανακάλυψε ένα σύμπλεγμα αρχαίων τάφων, στους οποίους βρίσκονταν πολλές Ταναγραίες κόρες, οι οποίες μάλιστα ήταν διατηρημένες σε πολύ καλή κατάσταση.

Οι Ταναγραίες κόρες ήταν πολύ δημοφιλείς στους Έλληνες του 4ου και 3ου αιώνα π.Χ., και το εμπόριό τους ήταν πολύ διαδεδομένο σε όλη την Ελληνιστική επικράτεια, ενώ εργαστήρια παραγωγής τους άνθιζαν στην Αλεξάνδρεια, Τάραντα, και Μυρίνα. Η παραδοσιακή τέχνη των Ταναγραίων κορών ξεκινάει τουλάχιστον από τον 5ο αι. π.Χ., αφού η αρχαία Ελληνίδα ποιήτρια Κόριννα από τη Βοιωτία στο ποίημά της αναφέρει τα εξής:

ἐπί με Τερψιχόρα [καλῖ

καλὰ Ϝεροῖ' ἀισομ[έναν
Ταναγρίδεσσι λε[υκοπέπλυς·
μέγα δ' ἐμῆς γέγ[αθε πόλις
λιγουροκω[τί]λυ[ς ἐνοπῆς.
[...]
λόγια δ' ἐπ πατέρω[ν
κοσμείσασα Ϝιδιο[
παρθ[έ]νυσι κατά[ρχομη
πο]λλὰ μὲν Καφ[ισὸν ἱών-

[...]

Φανταστική εικόνα ενός κοροπλαστικού εργαστηρίου από τον ζωγράφο Jean-Léon Gérôme, περί το 1893. Οι δύο πελάτισσες δεξιά είναι κόρες της Τανάγρας.

Ο Γερμανός ποιητής Ρίλκε εξύμνησε την ομορφιά των κορών της Τανάγρας αφιερώνοντάς τους το 1906 το ποίημα «Τανάγρα». Και ο Όσκαρ Ουάιλντ περιγράφει την πανέμορφη πρωταγωνίστρια του στο «Ένας ιδανικός σύζυγος» ως κόρη της Τανάγρας. Ο Γάλλος ζωγράφος Ζαν-Λεόν Ζερόμ (Jean-Léon Gérôme) συχνά χρησιμοποιεί ταναγραίες κόρες στους πίνακές του, ενώ το γλυπτό του με τίτλο Tanagra έγινε διάσημο στην καλλιτεχνική έκθεση Salon de Paris του 1890.

Οι κόρες της Τανάγρας έγιναν σύντομα τόσο δημοφιλείς, που τα Μουσεία και οι ιδιώτες συλλέκτες ανταγωνίζονταν ποιος θα τις αποκτήσει.

Περιγραφή, ερμηνεία και κατασκευή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Συλλογή Ταναγραίων κορών στο Μουσείο Ελληνικής και Ρωμαϊκής τέχνης στην Αλεξάνδρεια

Οι Ταναγραίες κόρες παρουσιάζουν ως επί το πλείστον ευγενείς κυρίες, πρότυπα ιδανικής ομορφιάς και μόδας της εποχής τους. Η ενδυμασία είναι πολυτελής και περίτεχνα διπλωμένη, ενώ τονίζουν τις ωραίες γραμμές του σώματος. Η κεφαλή και κόμη έχει όλα τα αριστοκρατικά χαρακτηριστικά, ακόμη και όταν είναι καλυμμένη με μαντήλι. Συνοδεύονται δε και με καλαίσθητα και πολύτιμα αξεσουάρ, όπως σκουλαρίκια, βεντάλιες, καπέλα και άλλα. Σπάνια συναντούμε και θεότητες, όπως την Αφροδίτη.

Είναι άξιο θαυμασμού, πως ένα απλό αγροτικό χωριό σαν την Τανάγρα έκανε τόσο θαυμάσια έργα για την εποχή τους, ενώ η καλή κοινωνία που απεικονίζουν βρισκόταν μάλλον στην Αθήνα και την Αλεξάνδρεια.

Αρχικά χρησιμοποιήθηκαν ως νεκρικά παραθέματα, σε τάφους νεαρών γυναικών, γι' αυτό συμπεραίνουμε, ότι η τέχνη αυτή εξελίχθηκε ως έκφραση της ιδανικής και τέλειας ομορφιάς, σοφίας και καλλιτεχνίας, και ως συνοδεία της αγαπημένης νεκρής στον κόσμο μετά τον θάνατο. Ίσως να ήταν και αφιερώματα στη θεά Αφροδίτη, η οποία εκπροσωπούσε το ιδανικό της θηλυκής ομορφιάς, οι Μούσες εκπροσωπούσαν την καλλιτεχνική Μουσική, επιστήμη, ρητορική ικανότητα, γλυπτική, ζωγραφική, καλλιγραφία. Πιθανώς να χρησίμευαν ως φυλακτό ή για γούρι, και γι' αυτό συνόδευαν τις γυναίκες σε όλη τους τη ζωή, από την παιδική ηλικία έως τον θάνατο.

Η κατασκευή των Ταναγραίων κορών ήταν εξελιγμένη σε βαθμό βιομηχανοποίησης. Οι κατασκευαστές ονομάζονταν «κοροπλάστες» και χρησιμοποιούσαν ξύλινα καλούπια, τα οποία πολλές φορές είχαν πρότυπο κάποιο πραγματικό πρόσωπο. Οι κεφαλές, και μερικές φορές και τα χέρια, κατασκευάζονταν ξεχωριστά από τα σώματα και προσαρμόζονταν μετά το ψήσιμο. Μια στρογγυλή ή συχνότερα τετράγωνη οπή στην όπισθεν όψη χρησίμευε ως διέξοδος των καυτών αερίων κατά τη διάρκεια του ψησίματος, έτσι ώστε να αποφεύγονται οι ρωγμές και τα σπασίματα. Μετά την αποθέρμανση ζωγράφιζαν την επιφάνεια με άσπρο χρώμα (όχι σμάλτο), το οποίο χρησίμευε ως υπόβαθρο για την υπόλοιπη πολύχρωμη διακόσμηση των λεπτομερειών. Συχνά η λευκή μπογιά δεν κρατούσε πολύ και ξεφλούδιζε, γι' αυτό πολλά από τα ευρήματα δεν διατηρούν τον αρχικό τους ζωγραφικό διάκοσμο. Όσα όμως έχουν διατηρηθεί, είναι πανέμορφα δείγματα τέχνης. Πολλά των σημαντικότερων μουσείων, όπως το Λούβρο, το Βρετανικό Μουσείο, το Αρχαιολογικό Μουσείο του Βερολίνου, το Μουσείο Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης, το Μουσείο Ελληνικής και Ρωμαϊκής Τέχνης της Αλεξάνδρειας φιλοξενούν συλλογές Ταναγραίων κορών. Ιδίως στην Αλεξάνδρεια, όπου και κατασκευάζονταν στην αρχαιότητα, η φήμη τους ήταν πολύ μεγάλη.

  • Simone Besques-Mollard: Tanagra, Braun et Cie., Paris, 1950 (frz.)
  • Walter Danz, Eberhard Paul: Tanagra Figuren. Prisma-Verl., Leipzig, 1962
  • Zolatan Franyo: Frühgriechische Lyriker, III: Sappho, Alkaios, Anakreon. Akademie-Vlg., Berlin, 1976
  • Eberhard Paul: Tanagra Figuren aus den Staatlichen Museen zu Berlin, Fotografien von Walter Danz; Prisma Verlag, Leipzig 1962
  • Diane Rayor: Korinna. Gender and the Narrative Tradition. In: Arethusa Bd. 26, 1993, pp. 219–231
  • Staatliche Museen Berlin (Hrsg.): Die Tanagra-Figuren und die Kunst des 19. Jahrhunderts. In: Gerhard Zimmer, Irmgard Kriseleit und J. Cordelia Eule: Bürgerwelten. Hellenistische Tonfiguren und Nachschöpfungen im 19. Jh., Katalog der Ausstellung der Antikensammlung Staat. Museen zu Berlin, Preußischer Kulturbesitz, Berlin, 1994

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]