Τέμενος Μπαϊρακτάρ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τζαμί του Μπαϊρακτάρη
Χάρτης
Είδοςτζαμί
Γεωγραφικές συντεταγμένες35°10′9″N 33°21′56″E
ΧώραΚύπρος
Commons page Πολυμέσα
Τέμενος Μπαϊρακτάρ
Θέα από τα τείχη της Λευκωσίας

Το Τέμενος Μπαϊρακτάρ, είναι τζαμί στην Λευκωσία, το οποίο βρίσκεται εντός των εδαφών που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ακριβής χρονολογία κατασκευής του τζαμιού είναι άγνωστη. Το τζαμί είναι αφιερωμένο στον σημαιοφόρο (Μπαϊρακτάρη) (τουρκικά: bayraktar‎‎), ο οποίος έπεσε ενώ τοποθετούσε την οθωμανική σημαία στα τείχη της Λευκωσίας, στην Πύλη Κοντσάντζα, στις 9 Σεπτεμβρίου 1570 κατά την διάρκεια της Οθωμανικής κατάληψης της Κύπρου.[1] Ο τάφος του σημαιοφόρου βρίσκεται δίπλα στο τζαμί αλλά το όνομα του ατόμου παραμένει αβέβαιο. Μερικές πηγές τον ονομάζουν Αλεμνταρ Καρά Μουσταφά (Alemdar Kara Mustafa), άλλες Αλεμνταρ Μεχμέτ Αγά (Alemdar Mehmet Ağa), ενώ μια τοπική ιστορία αναφέρει πως το όνομα του ήταν Ντελί Καφερ δηλαδή "τρελός Καφέρ") Ο αρχαιολόγος Tuncer Bağışkan έγραψε πως χτίστηκε το τζαμί σε μια προσπάθεια να ενδυναμωθεί η ισλαμική πίστη στην Κύπρο.[2]

Αυτό που είναι γνωστό είναι πως στην αρχή, στο σημείο υπήρχε ένας τάφος, αργότερα έγινε τύμβος και μετά τζαμί χωρίς μιναρέ. Μια μαρμάρινη επιγραφή που χρονολογείται το 1756/57 στον τάφο, γράφει ότι ο Χασάν Αγάς, ο Κυβερνήτης της Κύπρου, αφιέρωσε το μνημείο στην ψυχή της νεκρής του μητέρας, αλλά δεν υπάρχουν επίσημα αρχεία που να δείχνουν ποιος το μετέτρεψε σε Τύμβο. Το 1767, ο ταξιδευτής Giovanni Mariti, που επισκέφτηκε την Λευκωσία, κατέγραψε πως υπήρχε ένα τζαμί χωρίς μιναρέ πλάϊ σε ένα μνήμα. Σύμφωνα με μια επιγραφή στην είσοδο του τζαμιού, ενας μιναρές προστέθηκε, μαζί με ένα άμβωνα και μια ημικύκλια κατασκευή που δείχνει προς την Μέκκα (mihrab) από τον Αμπτουλά Πασά το 1820/21, κατά την διάρκεια του Μαχμούντ του Β΄ ο οποίος είναι γνωστός για βελτιώσεις στα δημόσια έργα στην Κύπρο.[2]

Ο τύμβος ανακατασκευάστηκε εκτενώς το 1909 και οι πέτρες του αντικαταστάθηκαν. Ως το 1930, το τζαμί κατείχε το λείψανο το οποίο υπήρχε ο ισχυρισμός ότι άνηκε στον Μωάμεθ. Σε θρησκευτικές επετείους, οι επισκέπτες το φιλούσαν τρεις φορές και το ακουμπούσαν στο μέτωπο τους. Το λείψανο κλάπηκε στις 27 Νοεμβρίου 1930.[2]

Το τζαμί δέχτηκε τρεις φορές βομβιστικές επιθέσεις κατά την διάρκεια της διακοινοτικής βίας. Η πρώτη βόμβα εξερράγη το βράδυ της 24ης Μαρτίου 1962 και κατηγορήθηκε η ελληνοκυπριακή ΕΟΚΑ. Αυτό προκάλεσε τουρκοκυπριακές διαδηλώσεις σε όλο το νησί και αύξησε τις εντάσεις ανάμεσα στις δυο κοινότητες.[3] Οι αριστεροί Τουρκοκύπριοι δημοσιογράφοι Ahmet Muzaffer Gürkan and Ayhan Hikmet έγραψαν στην τοπική τους εφημερίδα Τζουμχουριέτ στις 23 Απριλίου ότι την βόμβα την τοποθέτησε η ΤΜΤ. Συνάντησαν τον Πολύκαρπο Γιωρκάτζη τότε υπουργό εσωτερικών και δολοφονήθηκαν εκείνη την μέρα.[4] Το 2010, ο Sabri Yirmibeşoğlu, ένας εν αποστρατεία Τούρκος στρατηγός είπε ότι η ΤΜΤ τοποθέησε την βόμβα για να προκαλέσει διακοινοτική βία.[3] H βόμβα δημιούργησε τρύπα στον μιναρέ.[5] Το τζαμί επιδιορθώθηκε και άνοιξε ξανά στις 25 Δεκεμβρίου 1962.[6]

Στις 26 Ιανουαρίου 1963, μια δεύτερη βομβιστική επίθεση πραγματοποιήθηκε, η οποία προκάλεσε αρκετά μεγάλη ζημιά στον Μιναρέ, ώστε να υπαρχει κίνδυνος να καταρρεύσει.[5]

Μετά τα Ματωμένα Χριστούγεννα του 1963, στις 23 Ιανουαρίου 1964, μια τρίτη βομβιστική επίθεση έλαβε χώρα, περίπου στις 21:00 τοπική ώρα. Ο μιναρές κατέρρευσε εντελώς από την έκρηξη. Το Ömeriye Τζαμί δέκτηκε βόμβα την ίδια στιγμή, και υπέστη σημαντικές ζημίες.[7] Ο Samuel Hardy, ειδικός στα θέματα κλοπής τέχνης, κατατάσσει την κατστροφή του τζαμιού στα συμβάντα, τα οποία σκοπό είχαν να καταστρέψουν την πολιτιστική κληρονομία κατά την διάρκεια της διακοινοτικής βίας.[8]

Τον Φεβρουάριο του 1975, όταν αξιωματούχοι της UNESCO επισκέφτηκαν το μουσείο, ανέφεραν ότι ήταν «πλήρως βανδαλισμένο» με τον «μιναρέ να βρίσκεται στο έδαφος, τα παράθυρα μπλοκαρισμένα και την οροφή έτοιμη να καταρρεύσει.» Τον Σεπτέμβρη του 1975, το κτήριο είχε επισκευαστεί πλην του μιναρέ.[9] Το 1985, ο μιναρές ήταν ακόμη υπό κατασκευή.[10] Το 1990, το τζαμί επισκευάστηκε πλήρως και το 2003 άνοιξε, με τους πιστούς να μπορούν να το επισκευτούν.[11]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Bayraktar Camii». İslam Ansiklopedisi. 5. Türk Diyanet Vakfı. 1992, σσ. 255–6. http://www.islamansiklopedisi.info/. 
  2. 2,0 2,1 2,2 Bağışkan, Tuncer (2005). Kıbrıs'ta Osmanlı Türk Eserleri. Turkish Cypriot Association of Museum Lovers. σελίδες 75–80. 
  3. 3,0 3,1 «Why the Turkish military bombed mosques in Cyprus». Hürriyet. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2016. 
  4. Kızılyürek, Niyazi. «"Cumhuriyetin Gazetecileri" - 1 Ayhan Hikmet ve Ahmet Muzaffer Gürkan». Yeni Düzen. 
  5. 5,0 5,1 Tekin, Yüksel (27 January 1963). «Bayraktar camiine yeni bir bomba atıldı». Milliyet, σελ. 1. 
  6. «Bayraktar türbesi onarıldı». Milliyet. 27 January 1963, σελ. 1. 
  7. «Kıbrıs'ta Lefkoşa'da iki camide dün infılak oldu». Milliyet. 24 January 1964, σελ. 1. 
  8. Hardy, Samuel (2013). «Maintained in Very Good Condition or Virtually Rebuilt? Destruction of Cultural Property and Narration of Violent Histories». Papers from the Institute of Archaeology 23 (1): 1-9. http://discovery.ucl.ac.uk/1469678/1/423-1271-1-PB.pdf. 
  9. Dalibard, J. «Cyprus: Status on the Conservation of Cultural Property» (PDF). UNESCO. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2016. 
  10. «Mosque of Bayraktar Gazi». Dome MIT. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2016. 
  11. «Cyprus PIO: News Update in English, 03-11-24». Cyprus PIO. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2016. 

Συντεταγμένες: 35°10′09″N 33°21′56″E / 35.16908°N 33.36543°E / 35.16908; 33.36543