Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σχιστοσωμίαση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σχιστοσωμίαση
Skin blisters on the forearm, created by the entrance of Schistosoma parasite.
Ειδικότηταλοιμωξιολογία
ΣυμπτώματαΑιματουρία[1], διάρροια[1], ναυτία[1] και ρίγος[1]
Ταξινόμηση
ICD-10B65
ICD-9120
MedlinePlus001321
MeSHD012552

Η Σχιστοσωμίαση (γνωστή επίσης ως βιλαρζίωση, πυρετός των σαλιγκαριών και πυρετός Katayama)[2][3] είναι μια νόσος που προκαλείται από το παρασιτικό σκουλήκι του γένους Schistosoma. Μπορεί να μολύνει το ουροποιητικό σύστημα ή τα έντερα. Στα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνεται κοιλιακό άλγος, διάρροια, αίμα στα κόπρανα ή αίμα στα ούρα. Άτομα τα οποία παραμένουν μολυσμένα για μεγάλο χρονικό διάστημα ενδέχεται να παρουσιάσουν ηπατική βλάβη, νεφρική ανεπάρκεια, στειρότητα ή καρκίνο της ουροδόχου κύστης. Τα παιδιά ενδέχεται να εμφανίσουν ανεπαρκή ανάπτυξη και μαθησιακές δυσκολίες.[4]

Η ασθένεια μεταδίδεται από την επαφή με το νερό που περιέχει τα παράσιτα. Τα παράσιτα απελευθερώνονται από μολυσμένο(α) σαλιγκάρι(α) του γλυκού νερού. Η ασθένεια είναι πολύ συχνή στα παιδιά των αναπτυσσόμενων χωρών, δεδομένου ότι είναι πολύ πιθανόν να παίζουν σε μολυσμένο νερό. Σε άλλες ομάδες υψηλού κινδύνου περιλαμβάνονται αγρότες, ψαράδες και άνθρωποι που χρησιμοποιούν μολυσμένο νερό για τις καθημερινές εργασίες τους.[4] Ανήκει στην κατηγορία των ελμινθικών μολύνσεων.[5] Η διάγνωση γίνεται με την εύρεση αυγών του παρασίτου στα ούρα ή τα κόπρανα του ατόμου. Μπορεί επίσης να επιβεβαιωθεί με την εύρεση αντισωμάτων της νόσου στο αίμα.[4]

Στις μεθόδους πρόληψης της νόσου περιλαμβάνεται η βελτίωση της πρόσβασης σε καθαρό νερό και η μείωση του αριθμού των σαλιγκαριών. Σε περιοχές όπου η νόσος είναι συνηθέστερη, ολόκληρες ομάδες μπορούν να αντιμετωπίζονται ταυτόχρονα και σε ετήσια βάση με το φάρμακο πραζικουαντέλη. Αυτό γίνεται για να μειωθεί ο αριθμός των ατόμων που έχουν μολυνθεί και, ως εκ τούτου, να μειωθεί η εξάπλωση της νόσου. Η πραζικουαντέλη είναι επίσης η θεραπεία που συνιστάται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για τα άτομα στα οποία έχει διαπιστωθεί η μόλυνση.[4]

Η σχιστοσωμίαση προσβάλλει περίπου 210 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως[6] και υπολογίζεται ότι 12.000[7] με 200.000 άνθρωποι πεθαίνουν εξαιτίας της νόσου κάθε χρόνο.[8] Η ασθένεια συναντάται πιο συχνά στην Αφρική, όπως επίσης την Ασία και τη Νότια Αμερική.[4] Περίπου 700 εκατομμύρια άνθρωποι, σε περισσότερες από 70 χώρες, ζουν σε περιοχές όπου είναι συνήθης η νόσος.[8][9] Μετά την ελονοσία, η σχιστοσωμίαση είναι η δεύτερη παρασιτική ασθένεια με τις μεγαλύτερες οικονομικές επιπτώσεις.[10] Από την αρχαιότητα μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, το σύμπτωμα του αίματος στα ούρα που συνοδεύει τη σχιστοσωμίαση, θεωρήθηκε η αρσενική εκδοχή της εμμήνου ρύσεως στην Αίγυπτο και, κατά συνέπεια, θεωρήθηκε μια τελετή ενηλικίωσης για τα αγόρια.[11][12] Έχει καταχωρηθεί ως παραμελημένη τροπική νόσος.[13]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 (Αγγλικά) οντολογία των ασθενειών. 27  Μαΐου 2016. purl.obolibrary.org/obo/doid.owl. Ανακτήθηκε στις 30  Νοεμβρίου 2020.
  2. «Schistosomiasis (bilharzia)». NHS Choices. 17 Δεκεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2014. 
  3. «Schistosomiasis». Patient.co.uk. 12 Φεβρουαρίου 2013. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Μαΐου 2015. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουνίου 2014. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 «Schistosomiasis Fact sheet N°115». World Health Organization. Φεβρουαρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2014. 
  5. «Chapter 3 Infectious Diseases Related To Travel». cdc.gov. 1 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2014. 
  6. Fenwick, A (Mar 2012). «The global burden of neglected tropical diseases.». Public health 126 (3): 233–6. doi:10.1016/j.puhe.2011.11.015. PMID 22325616. 
  7. Lozano, R; Naghavi, M; Foreman, K; Lim, S; Shibuya, K; Aboyans, V; Abraham, J; Adair, T και άλλοι. (Dec 15, 2012). «Global and regional mortality from 235 causes of death for 20 age groups in 1990 and 2010: a systematic analysis for the Global Burden of Disease Study 2010». Lancet 380 (9859): 2095–128. doi:10.1016/S0140-6736(12)61728-0. PMID 23245604. 
  8. 8,0 8,1 Thétiot-Laurent, SA; Boissier, J; Robert, A; Meunier, B (Jun 27, 2013). «Schistosomiasis Chemotherapy». Angewandte Chemie (International ed. in English) 52 (31): 7936–56. doi:10.1002/anie.201208390. PMID 23813602. 
  9. «Schistosomiasis A major public health problem». World Health Organization. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2014. 
  10. The Carter Center. «Schistosomiasis Control Program». Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2008. 
  11. Kloos, Helmut; Rosalie David (2002). «The Paleoepidemiology of Schistosomiasis in Ancient Egypt» (PDF). Human Ecology Review 9 (1): 14–25. http://www.humanecologyreview.org/pastissues/her91/91kloosdavid.pdf. 
  12. Rutherford, Patricia (2000). «The Diagnosis of Schistosomiasis in Modern and Ancient Tissues by Means of Immunocytochemistry». Chungara, Revista de Antropología Chilena 32 (1). ISSN 0717-7356. http://www.scielo.cl/scielo.php?pid=S0717-73562000000100021&script=sci_arttext. 
  13. «Neglected Tropical Diseases». cdc.gov. 6 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 2014.