Συμβαλλόμενος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο συμβαλλόμενος ή αλλιώς το συμβαλλόμενο μέρος είναι εκείνος που συνάπτει με κάποιον άλλο μία σύμβαση. Ο όρος απαντά σε όλους τους κλάδους του δικαίου.

Ο συμβαλλόμενος πρέπει να έχει ικανότητα δικαίου, δηλαδή να είναι φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο (είτε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου είτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου). Εφόσον ο συμβαλλόμενος είναι νομικό πρόσωπο, συνάπτει σύμβαση μέσω αντιπροσώπου του, ο οποίος πρέπει να είναι εφοδιασμένος με την απαιτουμένη πληρεξουσιότητα.

Στο χώρο του διεθνούς δικαίου, οι συμβαλλόμενοι είναι κράτη ή διεθνείς οργανισμοί. Οι συμβάσεις που συνάπτουν κράτη ή διεθνείς οργανισμοί είναι περισσότερο γνωστές ως διεθνείς συνθήκες ή διεθνείς συμβάσεις και αποτελούν την κύρια πηγή του διεθνούς δικαίου.